Το κόμμα D66 υπό την ηγεσία του Ρομπ Γιέτεν, παρουσίασε το νέο του εκλογικό μανιφέστο Het kan wél («Ναι μπορούμε»), μόλις στις αρχές Σεπτεμβρίου και οι αλλαγές σε αυτό σε σχέση με την μονοθεματικότητα που παρουσίαζε το κόμμα μέχρι τότε επικεντρωνόμενο στο κλίμα και στην Ευρώπη, ήταν τέτοιες που το έφεραν εκ των πραγμάτων στο προσκήνιο της «κουρασμένης» από την ακροδεξιά ρητορική και λογική πολιτική ζωή της Ολλανδίας.
Η στροφή σε σχέση με το πρόγραμμα του 2023, ήταν πραγματικά δραματική, καθώς πλέον τα βασιά ζητήματα για το κόμμα ήταν η δημοκρατία (και η υπεράσπιση της), η ασφάλεια και η στέγαση. Όπως χαρακτηριστικά είχε αναφέρει κατά την παρουσίαση του προγράμματος ο 38χρονος αρχηγός του κόμματος αυτό αντικατοπτρίζει «την ανάγκη να επανασυνδεθεί η πολιτική με την καθημερινότητα των πολιτών».
Η σύντομη εκστρατεία για τις πρόωρες αυτές εκλογές είδε το κόμμα να προωθεί μια συγκεκριμένη ατζέντα, που έχει στον πυρήνα της στόχο να επιλύσει πραγματικά προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζουν οι Ολλανδοί, όσον αφορά στο θέμα της στέγασης και του κόστους ζωής, αλλά περιλαμβάνει και ζητήματα που ήταν μέχρι πρότινος προνομιακό πεδίο της ακροδεξιάς, όπως η ασφάλεια και το μεταναστευτικό.
Οι θέσεις του D66 για στεγαστική κρίση και οικονομία
Πιο συγκεκριμένα, ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε ότι κεντρικό ρόλο στο πρόγραμμα παίζει η πρόταση για κατασκευή δέκα νέων πόλεων, με στόχο την αντιμετώπιση της οξείας στεγαστικής κρίσης. Το D66 πρότεινε τη σταδιακή κατάργηση της φοροαπαλλαγής των στεγαστικών δανείων, ώστε τα έσοδα να κατευθυνθούν στη μείωση του φόρου εισοδήματος. Η κίνηση αυτή, όπως έχει τονίσει ο Γιέτεν, «θα ωφελήσει όλους και θα περιορίσει την υπερθέρμανση της αγοράς ακινήτων».
Πέραν αυτού το κόμμα εμφανίζεται να στηρίζει την θέσπιση του ενιαίου «βασικού ατομικού εισοδήματος» για όλους τους πολίτες (διεθνώς είναι γνωστό και ως UBI), το οποίο έχει σαν στόχο να αντικαταστήσει το περίπλοκο σύστημα επιδομάτων. Το μέτρο αυτό συνοδεύεται από την πρόθεση να καταργηθούν σταδιακά τα επιδόματα υγείας και παιδικής φροντίδας, καθώς και να επιβραδυνθεί η αύξηση των συντάξεων μέσω αποσύνδεσης από τον κατώτατο μισθό — μια επιλογή που, όπως επισημαίνει το D66, «θα διατηρήσει το κοινωνικό κράτος βιώσιμο απέναντι στη γήρανση του πληθυσμού».
Το κλίμα παραμένει στην ατζέντα
Αν και το κλίμα κατέβηκε στην πέμπτη θέση των προτεραιότητων του κόμματος, το πρόγραμμα του διαβεβαιώνει πως οι στόχοι για το 2030, 2040 και 2050 παραμένουν αμετακίνητοι. Ο Γιέτεν έχει υποστηρίξει ότι «ο τελικός στόχος παραμένει μια Ολλανδία χωρίς ρύπανση», όμως η συζήτηση αυτή θα πρέπει πλέον να συνδεθεί με την οικονομία, την ενέργεια και την κοινωνική συνοχή.
Άμυνα, ασφάλεια και μεταναστευτικό
Ο Γιέτεν και το κόμμα του όμως εμφανίστηκαν να προσεγγίζουν θετικά και θέματα που αποτελούν παραδοσιακά προνομιακό πεδίο της ακροδεξιάς. Πιο συγκεκριμένα όσον αφορά στην άμυνα, το D66 εμφανίζεται να στηρίζει τον στόχο του ΝΑΤΟ για δαπάνες 3,5% του ΑΕΠ, αλλά με την προϋπόθεση ότι δεν θα πληγούν η παιδεία και το κοινωνικό κράτος, ενώ παράλληλα, φιλοδοξεί να καταστήσει την Ολλανδία ηγέτιδα δύναμη στην Ευρώπη στους τομείς της τεχνητής νοημοσύνης, των drones, του διαστήματος και της κυβερνοασφάλειας μέχρι το 2030.
Όσον αφορά στη μεταναστευτική πολιτική, το κόμμα φαίνεται ότι κέρδισε την στήριξη αρκετών ψηφοφόρων εξαιτίας της πρότασης του για μια ριζική αναθεώρηση των διεθνών συνθηκών, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, προκειμένου «να περάσουμε από μια μετανάστευση που μας συμβαίνει, σε μια μετανάστευση που ελέγχουμε». Για το θέμα προβλέπει την υιοθέτηση του «καναδικού μοντέλου», με υποβολή αιτήσεων ασύλου εκτός ευρωπαϊκών συνόρων και είσοδο στη χώρα μόνο κατόπιν πρόσκλησης. Έτσι, σύμφωνα με το πρόγραμμα του κόμματος, «θα περιοριστούν τα κυκλώματα διακίνησης και θα σωθούν ζωές», ενώ «οι πρόσφυγες δεν θα ρισκάρουν τη ζωή τους σε σαπιοκάραβα».
Το κόμμα έκανε και ένα σημαντικό «άνοιγμα» προς τους ψηφοφόρους του Βίλντερς που θέλουν μια σύνδεση της μετανάστευσης με ζητήματα ασφάλειας, καθώς ζητά αυστηρότερη στάση απέναντι σε αιτούντες άσυλο που «προκαλούν προβλήματα» και προέρχονται από «ασφαλείς χώρες». Για αυτούς, το κόμμα προτείνει κλειστές δομές, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τα προγράμματα ένταξης για όσους τελικά λάβουν άδεια παραμονής, με υποχρεωτικά μαθήματα γλώσσας και άμεση πρόσβαση στην εργασία.
