Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα θέματα μεταξύ των γονέων είναι τι να κάνουν με τα παιδιά τους που ζητούν κινητό τηλέφωνο. Υπάρχουν αυτοί που σθεναρά αντιστέκονται σε αυτή την αγορά κι άλλοι που την έχουν κάνει προσπαθώντας ταυτόχρονα να ορίσουν κανόνες και να θέσουν όρια απαράβατα.
Στην Αμερική, η εταιρεία Tin Can – το επιχειρηματικό μοντέλο της οποίας περιστρέφεται γύρω από ένα σταθερό τηλέφωνο σχεδιασμένο ειδικά για παιδιά- κάνει χρυσές δουλειές.
Η Tin Can υπόσχεται ένα τηλέφωνο που είναι εύκολο στην εγκατάσταση, προσιτό και εξοπλισμένο με σύγχρονες ανέσεις, όπως γονικός έλεγχος που επιτρέπει να εγκρίνουν οι γονείς τις επαφές που θα αποθηκευτούν, αλλά και η δυνατότητα προγραμματισμού καθημερινών «ωρών ησυχίας».
Η αισθητική του brand βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη νοσταλγία των γονιών της γενιάς των millennials για τη δεκαετία του ’80 και του ’90. Το τηλέφωνο έχει ένα σπειροειδές καλώδιο, έντονα παστέλ χρώματα κι έναν ρετρό ήχο κλήσης.
Η Alison Bennett, μητέρα από το Λος Άντζελες, έχει υιοθετήσει μια «πλήρως 90s» στάση στην προσπάθειά της να αποφύγει να αγοράσει κινητό τηλέφωνο στην 8χρονη κόρη της. Η Bennett τής αγόρασε ένα MP3 player για μουσική, νοικιάζει DVD για ταινίες και παραγγέλνει την εφημερίδα Los Angeles Times σε έντυπη μορφή.
Τώρα, βρήκε έναν άλλο τρόπο για να αναβάλει την αγορά κινητού τηλεφώνου για την κόρη της: παρήγγειλε τρία «σταθερά» τηλέφωνα Tin Can αξίας 75 δολαρίων, ένα για την 8χρονη κόρη της και δύο για τους φίλους της.
«Θέλω η κόρη μου να μπορεί να μιλάει με τους φίλους της, όπως έκανα εγώ όταν ήμουν παιδί στη δεκαετία του ’90», είπε η Bennett, χωρίς να ανησυχεί για όλα τα άλλα πράγματα που συνοδεύουν ένα κινητό τηλέφωνο.
Η εταιρεία ιδρύθηκε το περασμένο φθινόπωρο από τρεις φίλους στην περιοχή του Σιάτλ. Δύο από αυτούς ήταν μπαμπάδες και ήθελαν να δημιουργήσουν ένα τηλέφωνο για τα δικά τους παιδιά.
«Δεν ξέραμε αν αυτό θα ήταν μια επιχείρηση ή ένα ωραίο walkie-talkie», είπε ο Chet Kittleson, συνιδρυτής του Tin Can, σε συνέντευξή του.
Σύντομα, άρχισαν να δίνουν μερικά από αυτά τα τηλέφωνα στους φίλους των παιδιών τους, ώστε να έχουν με κάποιον να μιλήσουν.
«Σκέφτηκα “ας δούμε αν τα παιδιά μας θα το χρησιμοποιήσουν”», είπε ο Kittleson. «Τρελάθηκαν. Τα παιδιά το χρησιμοποίησαν μέχρι τελικής πτώσης. Ήταν τόσο ενθουσιασμένα όταν χτυπούσε, που πηδούσαν πάνω από τον καναπέ».
Η εταιρεία έχει συγκεντρώσει μέχρι στιγμής 3,5 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με εκπρόσωπό της, μεταξύ άλλων από τις Pioneer Square Ventures, Newfund Capital, Mother Ventures και Solid Foundation. Έχει επτά υπαλλήλους πλήρους απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων του Kittleson και των συνιδρυτών, Max Blumen και Graeme Davies.
Ο Kittleson, μιλώντας στο Business Insider, ανέφερε ότι μέρος της απόφασής του για τη δημιουργία του τηλεφώνου ήταν η ψυχική υγεία. «Θέλω να δημιουργήσω έναν κόσμο όπου, δομικά, τα παιδιά μου θα είναι λιγότερο επιρρεπή στο άγχος. Και νομίζω ότι όλα αυτά τα πράγματα [τα κοινωνικά μέσα] μπορούν σίγουρα να προκαλέσουν άγχος».
Και συμπλήρωσε: «Είναι σημαντικό για τα παιδιά να έχουν κοινωνική αυτονομία και ανεξαρτησία. Να συνδέονται με τους ανθρώπους με τους οποίους θέλουν να συνδεθούν», είπε ο Kittleson. «Αν καθυστερήσουμε την ηλικία για τα κινητά τηλέφωνα, κάτι που πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε, τότε πρέπει να βρούμε μια εναλλακτική λύση. Αυτός είναι ο ρόλος που βλέπω να παίζει το Tin Can».
Με πληροφορίες από New York Magazine και Business Insider
