Deutsche Bank: Η μεγάλη ασθενής του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος

Τρία χτυπήματα σε διάστημα λιγότερο των 10 ημερών δέχθηκε η Deutsche Bank, ανανεώνοντας την διεθνή ανησυχία για την κατάσταση των πραγμάτων στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο.

Τρία χτυπήματα σε διάστημα λιγότερο των 10 ημερών δέχθηκε η Deutsche Bank, ανανεώνοντας την διεθνή ανησυχία για την κατάσταση των πραγμάτων στον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο. Το πρώτο ήταν το Brexit, που στοίχισε στη μετοχή της κορυφαίας γερμανικής τράπεζας απώλειες μεγαλύτερες του 14% την επομένη του δημοψηφίσματος, τη διαβόητη «Μαύρη Παρασκευή» –εξυπακούεται ότι οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του είναι αδύνατον ακόμη να αποτιμηθούν. Τα άλλα δύο χτυπήματα ήλθαν σχεδόν ταυτόχρονα: ήταν η αδυναμία της αμερικανικής θυγατρικής της τράπεζας να περάσει τα stress tests της Fed και η εκτίμηση του ΔΝΤ στην ετήσια έκθεσή του ότι η DB είναι η μεγαλύτερη γενεσιουργός συστημικών ρίσκων από όλες τις τράπεζες όχι μόνο της Ευρώπης αλλά παγκοσμίως.

Πράσινο φως άναψε η αμερικανική Κεντρική Τράπεζα για 30 από τις 33 μεγάλες τράπεζες της Wall Street. Αυτές πέρασαν τα περίφημα stress tests, κάτι που σημαίνει ότι μπορούν να αντέξουν μια μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση και μια συνεπαγόμενη οικονομική ύφεση. Κίτρινο φως (ή μάλλον κίτρινη κάρτα) πήρε η Morgan Stanley, που έλαβε προσωρινή έγκριση από τη Fed και υποχρεώθηκε να υποβάλει ένα νέο capital plan έως τα τέλη του έτους. Οι υπηρεσίες της Τζάνετ Γέλεν στην εφετινή αξιολόγησή τους «κοκκίνισαν» δύο μόνο τράπεζες: η αμερικανική θυγατρική της ισπανικής Banco Santander (για τρίτη συνεχόμενη χρονιά μάλιστα) και η θυγατρική της DB, Deutsche Bank Trust Corporation ή DBTC (για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά).


«Οι αδυναμίες που εμφανίζουν σε ό,τι αφορά τον προγραμματισμό των κεφαλαίων οι δύο συγκεκριμένες τράπεζες είναι εκτεταμένες και διαρκείς»
, αναφέρει στην σχετική ανακοίνωσή της η Fed. Όπως μεταδίδει το BBC, οι τράπεζες που περνούν τα stress tests αποκτούν αυτομάτως την άδεια για να διανείμουν μερίσματα στους μετόχους ή για να προχωρήσουν σε αγορά ιδίων μετοχών. Αντίθετα, όσες κόβονται δεν έχουν το δικαίωμα διανομής μερίσματος διότι «οι επιστροφές αυτές στους μετόχους εξασθενούν τα ήδη αδύναμα κεφαλαιακά διαθέσιμα των τραπεζών και ως εκ τούτου τις καθιστούν πιο ευάλωτες σε μια οικονομική αναταραχή».
Διεθνής αποσταθεροποιητής
Σχεδόν ταυτόχρονα με την ανακοίνωση των ετήσιων stress tests της Fed το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) δημοσιοποίησε την ετήσια έκθεσή του για τον παγκόσμιο τραπεζικό κλάδο. Σ’ αυτή αναφέρεται ότι η Deutsche Bank είναι η τράπεζα με μεγάλη διεθνή επιρροή και εκτεταμένες διασυνδέσεις με τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς εξαιτίας των μεγάλων επενδύσεων και των σημαντικών θυγατρικών της, η οποία συμβάλλει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη τράπεζα στην αύξηση του συστημικού ρίσκου του παγκόσμιου τραπεζικού κλάδου. Αρνητική συμβολή στους συστημικούς κινδύνους που ελλοχεύουν διεθνώς έχουν επίσης, μετά την DB, η βρετανική HSBC και η ελβετική Credit Suisse κατά τους αναλυτές του Ταμείου.
Να σημειωθεί ότι η έκθεση του ΔΝΤ και η κόκκινη κάρτα της Fed στην αμερικανική θυγατρική της δεν έπληξαν την DB ως κεραυνοί εν αιθρία. «Αναμενόμενες» χαρακτήρισαν μιλώντας στους «Financial Times» τις εξελίξεις αναλυτές της Citigroup εξηγώντας ότι αυτές οφείλονται περισσότερο στην κακή απόδοση του κλάδου διαχείρισης ρίσκου της τράπεζας και σε ανεπαρκείς δομές που την χαρακτηρίζουν, παρά στην έλλειψη κεφαλαίων. Η ίδια η Ένωση Γερμανικών Τραπεζών (BDB), ωστόσο, έχει από τις αρχές του έτους αναγνωρίσει ότι όχι μόνο η Deutsche Bank αλλά όλες οι γερμανικές τράπεζες αντιμετωπίζουν ασφυκτικές πιέσεις από την «αδιάκοπη αυστηροποίηση των κεφαλαιακών κανόνων που διέπουν τον διεθνή τραπεζικό τομέα».

Τραπεζικές κουλτούρες

Η DBD θεωρεί ότι οι κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας που υποχρεώνουν τις τράπεζες να βάζουν στην άκρη όλο και περισσότερα κεφάλαια για να αντιμετωπίσουν επενδυτικούς και εν γένει λειτουργικούς κινδύνους, «συμπιέζουν ασφυκτικά τους χλομούς ισολογισμούς των γερμανικών τραπεζών και πιέζουν πτωτικά τις ήδη αναιμικές κερδοφορίες τους». Σ’ αυτή τη διαπίστωση πρέπει να προστεθούν και οι ασφυκτικοί έλεγχοι για διάφορες «υπερβάσεις» και έκνομες πρακτικές της τράπεζας, που οδηγούν στην επιβολή αυστηρών προστίμων από τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές. Ας σημειωθεί ότι πέρυσι η γερμανική τράπεζα συμφώνησε να καταβάλει συνολικά πρόστιμα 2,5 δισ. δολαρίων στις αμερικανικές και βρετανικές εποπτικές αρχές για την εμπλοκή της στο σκάνδαλο χειραγώγησης των βρετανικών διατραπεζικών επιτοκίων (Libor).
Αυτές οι υπερβάσεις και οι εκτροπές οφείλονται, βεβαίως, στην αλλαγή της τραπεζικής κουλτούρας της Deutsche Bank, όπως και των άλλων εισηγμένων τραπεζικών κολοσσών άλλωστε. Μιλάμε για την ανάληψη υπερβολικών επενδυτικών ρίσκων υπό το διαρκές άγχος ικανοποίησης των μετόχων τους –διότι σε όλες τις εισηγμένες επιχειρήσεις ισχύει η αρχή «νόμος είναι το δίκιο του μετόχου».
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την Deutsche Bank, χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο της διευθύντριας της βρετανικής Financial Conduct Authority Τζορτζίνας Φιλίππου μετά την επιβολή προστίμου στην τράπεζα: «Ένα σκέλος της Deutsche Bank έχει αναπτύξει μια τραπεζική κουλτούρα εμφάνισης κερδών με κάθε τρόπο, σύννομο ή έκνομο. Η κουλτούρα αυτή δεν περιοριζόταν σε μεμονωμένα στελέχη. Είχε διαποτίσει βαθιά κάποια γραφεία της επιχείρησης».
Εδώ θα πρέπει να υπογραμμίσει κανείς ότι όταν λέμε «Deutsche Bank» εννοούμε μια διεθνή τράπεζα, όχι για την τράπεζα των Γερμανών πολιτών, επιχειρηματιών, καταθετών, δανειοληπτών κλπ. Στην καθημερινότητά τους οι Γερμανοί εξυπηρετούνται από τις… πολλές χιλιάδες τράπεζες και χρηματοπιστωτικές εταιρείες, μη εισηγμένες και κρατικοδίαιτες που λειτουργούν στη χώρα ερήμην μάλιστα της εποπτείας της ΕΚΤ και των αλλων ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωτράπεζας στη Γερμανία λειτουργούν 1.775 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα! Επίσης λειτουργούν περισσότερες από 1.000 συνεταιριστικές τράπεζες και 415 ταμιευτήρια! Οι οργανισμοί αυτοί συνιστούν ένα παράλληλο τραπεζικό σύστημα το οποίο «κινεί» την υποδειγματική –πλην υπερβολικά κρατική –γερμανική οικονομία δίχως να υπόκειται σε stress tests ή άλλους σοβαρούς ελέγχους. Λειτουργούν μέσα στην αδιαφάνεια, υπό την αιγίδα όμως του ισχυρού, έγκυρου και αδιαμφισβήτητου (εσαεί;) γερμανικού κράτους. Συνιστούν, όμως, ταυτόχρονα μια ακόμη εν δυνάμει βόμβα στα θεμέλια του ευρωπαϊκού, κυρίως, τραπεζικού συστήματος, διότι αν «σκάσουν» θα τινάξουν στον αέρα κατά σειρά τη γερμανική, την ευρωπαϊκή, ίσως και την παγκόσμια οικονομία.
Σχηματικά θα λέγαμε ότι οι τρεις χιλιάδες και πλέον μικρές τράπεζες των γερμανικών κρατιδίων, των δήμων και των κοινοτήτων (αντιστοιχεί μία τράπεζα για κάθε 25.000 κατοίκους στη Γερμανία των 80 εκατομμυρίων!) που λειτουργούν με μια απαρχαιωμένη κρατικίστικη τραπεζική κουλτούρα, συνιστούν μια εσωτερική, εντός της γερμανικής επικράτειας, ωρολογιακή βόμβα, που ενδέχεται να μην ενεργοποιηθεί ποτέ.
Η Deutsche Bank, μια εξωστρεφής τράπεζα με τεράστιες επενδύσεις και παρουσία σε όλα τα μεγάλα χρηματοοικονομικά κέντρα του πλανήτη που λειτουργεί με τη σύγχρονη πλην επικίνδυνη (καθότι υπερβολικά τζογαδόρικη) τραπεζική κουλτούρα, συνιστά μια βόμβα στα θεμέλια του διεθνούς τραπεζικού συστήματος. Αυτό είναι και το πόρισμα των ειδημόνων του ΔΝΤ άλλωστε…

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.