«Το ΔΝΤ συνεχίζει να εργάζεται προκειμένου να διαμορφωθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις που θα του επιτρέψουν να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα» δήλωσε την περασμένη Πέμπτη ο εκπρόσωπος του Ταμείου Γουίλιαμ Μάρεϊ απαντώντας σε ερώτηση κατά πόσο το ΔΝΤ μπλοκάρει την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Αν και απέφυγε να δώσει διευκρινίσεις σχετικά με την πρόοδο των διαπραγματεύσεων, έδωσε το στίγμα της στάσης του Ταμείου επαναλαμβάνοντας τις δύο προϋποθέσεις που έχει θέσει προκειμένου να συμμετάσχει στο νέο πρόγραμμα: την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων από την πλευρά της Ελλάδας και την ελάφρυνση του δημόσιου χρέους από την πλευρά των Ευρωπαίων.
Και εδώ ακριβώς είναι που βρίσκεται το κλειδί της αξιολόγησης. «Οσο δεν υπάρχουν τα δεδομένα για το χρέος η αξιολόγηση δεν μπορεί να κλείσει» αναφέρουν κοινοτικοί κύκλοι. Και βασικό δεδομένο για τη διαμόρφωση του χρέους είναι ο προσδιορισμός του δημοσιονομικού κενού, δηλαδή πόσα μέτρα πρέπει να ληφθούν ώστε να επιτευχθεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018. Το ΔΝΤ βάζει ψηλά τον πήχη. Ο Πόουλ Τόμσεν εκτιμά το δημοσιονομικό κενό σε 8-9 δισ. ευρώ ως το 2018. Το υπουργείο Οικονομικών θεωρεί ότι είναι 2,5-3 δισ. ευρώ και αν εφαρμοστούν τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί αλλά εκκρεμούν, όπως τα έσοδα από τη φορολογία των παιχνιδιών του ΟΠΑΠ, είναι μικρότερο από 2 δισ. ευρώ. Οι Ευρωπαίοι κρίνουν υπερβολικές τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ και το Ταμείο τους απαντά «τότε κόψτε το χρέος για να βγει η εξίσωση».
Εδώ λοιπόν που έχουμε φθάσει αξιολόγηση και χρέος πάνε πακέτο. «Οσο δεν ανοίγει το ΔΝΤ τα χαρτιά του για το χρέος δεν μπορεί να υπάρξει staff level agreement» αναφέρουν οι ίδιες πηγές.
Και η κυβέρνηση, γνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται να κλείσει η αξιολόγηση άμεσα, διαχειρίζεται το θέμα επικοινωνιακά: τη μία κύκλοι του υπουργείου Οικονομικών μεταδίδουν αισιοδοξία, την άλλη εμπλοκή, την τρίτη διαρρέουν ειρωνικό non paper για τη στάση του ΔΝΤ στο αφορολόγητο.
Σύμφωνα με δηλώσεις του Γιάννη Στουρνάρα στην ιταλική εφημερίδα «Il Sole 24 Οre», η συζήτηση για την απομείωση του ελληνικού χρέους «είναι πιθανόν να γίνει κατά την εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ στις 15 Απριλίου». Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποφάσεις σχετικά με την αξιολόγηση στο Eurogroup της 21ης Απριλίου.
Ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, θέλοντας να προκαταλάβει τις εξελίξεις, μια και το δικό του σχέδιο για το χρέος θα πέσει στο τραπέζι, με δηλώσεις του την περασμένη εβδομάδα απέκλεισε για άλλη μία φορά το ενδεχόμενο «κουρέματος» του χρέους και τόνισε ότι «μπορούμε να μιλάμε για περαιτέρω παράταση των ημερομηνιών πληρωμής και επιπλέον μείωση των επιτοκίων». Αναφερόμενος στη διαπραγμάτευση είπε ότι «υπάρχει πρόοδος» αλλά «είναι πολύ νωρίς για να πούμε πότε θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση». Πάντως απαντώντας σε σχετική ερώτηση δεν απέκλεισε να έχει κλείσει ως την 1η Μαΐου.
Με αυτά τα δεδομένα κορυφαίες τραπεζικές πηγές εκτιμούν ότι «σε πρώτη φάση μπορεί να έχουμε μια light αξιολόγηση και να δοθούν κάποια χρήματα στην Ελλάδα για να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της και σε δεύτερη φάση, αφού οι πιστωτές καταλήξουν για το χρέος, να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και ενδεχομένως να ακολουθήσει ένα νέο πακέτο μέτρων με αντάλλαγμα τη ρύθμιση του χρέους».
Ταυτόχρονα το ΔΝΤ πιέζει για τις διαρθρωτικές αλλαγές που κατά τη γνώμη του θα συμβάλουν στην ανάκαμψη της οικονομίας.
«Από τη στιγμή που οι Ευρωπαίοι βάζουν φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους για πρωτογενή πλεονάσματα, το Ταμείο θεωρεί ότι αυτοί δεν μπορούν να επιτευχθούν με αύξηση φόρων αλλά με διαρθρωτικές αλλαγές που θα συμβάλουν στην ανάκαμψη της οικονομίας και θα ενισχύσουν τον παρονομαστή του κλάσματος χρέος προς ΑΕΠ» αναφέρουν οι ίδιες πηγές.
Μία από τις διαρθρωτικές αλλαγές στην οποία εμμένει το ΔΝΤ
«Ξεφορτωθείτε γρήγορα τα κόκκινα δάνεια»
Μία από τις σημαντικότερες διαρθρωτικές αλλαγές στην οποία το ΔΝΤ εμμένει είναι η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων. Για το Ταμείο οι τράπεζες πρέπει να απαλλαγούν αμέσως από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια πουλώντας τα σε εξειδικευμένα επενδυτικά κεφάλαια, τα distress funds, και να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους. Ετσι θεωρεί ότι θα γίνουν χρηματοδοτήσιμες και θα αρχίσουν πάλι να δανείζουν βιώσιμες επιχειρήσεις και πρότζεκτ. Βεβαίως αυτό σημαίνει πρόσθετες ζημιές, νέα ανακεφαλαιοποίηση, «κούρεμα» καταθέσεων και αλλαγή μάνατζμεντ. Από την άλλη, το ΔΝΤ πιστεύει ότι με την είσοδο των distress funds επιχειρήσεις θα μπορέσουν να εξυγιανθούν ταχύτερα, κλάδοι να εξορθολογιστούν, οι τιμές ακινήτων να υποχωρήσουν περαιτέρω και έτσι να επιταχυνθεί ένας ανοδικός κύκλος για την οικονομία.
Βεβαίως η αγορά «κόκκινων» δανείων από τα distress funds στο 10%-20% της αξίας τους και ακόμη χαμηλότερα στα καταναλωτικά όχι μόνο θα δημιουργούσε τεράστιες ζημιές στις τράπεζες και θα οδηγούσε σε «κούρεμα» καταθέσεων αλλά παράλληλα θα παρέσυρε προς τα κάτω τις αξίες οδηγώντας σε περαιτέρω φτωχοποίηση της κοινωνίας, προτού ξεκινήσει ένας ανοδικός κύκλος.
Επιπλέον, λόγω του γεγονότος ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα δευτερογενής αγορά δανείων που να τιμολογεί τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών, η πώληση δανείων θεωρείται αδύνατη εξαιτίας της ποινικοποίησης των πιστώσεων που παρατηρείται τον τελευταίο καιρό. «Ποιος θα έπαιρνε απόφαση να πουλήσει δάνεια στο 10% ή στο 15% της αξίας τους και να μπει στο στόχαστρο της Εισαγγελίας;» αναφέρουν παράγοντες της αγοράς.
Οι τράπεζες, από την πλευρά τους, θέλουν να διαχειριστούν οι ίδιες τα «κόκκινα» δάνεια ευελπιστώντας σε κέρδη σε βάθος τριετίας αν ανακάμψει η οικονομία. Οι τράπεζες συνολικά έχουν βάλει στην άκρη περί τα 65 δισ. ευρώ για να καλύψουν ζημιές από τα «κόκκινα» δάνεια συνολικού ύψους 100 δισ. ευρώ. Αν συνυπολογιστεί και η αξία των ακινήτων που έχουν υποθηκεύσει, τότε υπερκαλύπτεται το προβληματικό τους χαρτοφυλάκιο. Ετσι εκτιμούν ότι από τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων τελικά δεν θα χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν όλες οι προβλέψεις και στο τέλος κάποιες θα μεταφερθούν στα κέρδη.
Αυτό που ζητούν οι τράπεζες είναι ένα πλαίσιο που να τους διευκολύνει στη διαχείριση των προβληματικών δανείων με τη σύσταση κοινών εταιρειών με εξειδικευμένες επιχειρήσεις του εξωτερικού που έχουν κάνει την ίδια δουλειά σε άλλες χώρες, π.χ. στην Ισπανία, όσο και η ύπαρξη νομοθετικών προβλέψεων που θα ασκούν πιέσεις στους δανειολήπτες να είναι συνεπείς. «Θέλουμε τη δυνατότητα πλειστηριασμών όχι τόσο για να βγάλουμε στο σφυρί ακίνητα αλλά ως φόβητρο για ασυνεπείς δανειολήπτες» αναφέρουν τραπεζικές πηγές. Επίσης πιέζουν για αλλαγές προς την ίδια κατεύθυνση στους νόμους Κατσέλη και Δένδια.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, ζητεί εξαιρέσεις για την πρώτη κατοικία, για καταναλωτικά δάνεια κάτω από 20.000 ευρώ, για δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις με υποθήκη πρώτη κατοικία, για επιχειρηματικά ως 500.000 ευρώ κ.τ.λ. Ολα αυτά, όμως, όπως λένε κοινοτικές πηγές, αφήνουν απ’ έξω το 40% των «κόκκινων» δανείων, πράγμα που «το ΔΝΤ δεν το συζητεί καν».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
