Φορολογική οπισθοδρόμηση

Σύμφωνα με τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης, οι κύριες φορολογικές αλλαγές θα αφορούν στον φόρο εισοδήματος και στον ΕΝΦΙΑ.

ΤΟ ΒΗΜΑ
Σύμφωνα με τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης, οι κύριες φορολογικές αλλαγές θα αφορούν στον φόρο εισοδήματος και στον ΕΝΦΙΑ.
Για τον φόρο εισοδήματος, η κυβέρνηση σκοπεύει να επανέλθει στο παλαιότερο καθεστώς συνάθροισης των εισοδημάτων από κάθε πηγή, με μεγάλο αριθμό φορολογικών συντελεστών, όπου ο υψηλότερος θα είναι της τάξης του 50% ή παραπάνω και αύξησης του αφορολόγητου ορίου από τις €9.500 στο αδικαιολόγητα υψηλό επίπεδο των €12.000.
Αν η κυβέρνηση υλοποιήσει τα παραπάνω τότε θα έχουμε ένα τεράστιο βήμα προς τα πίσω, στη δημοσιονομική φτώχεια, την αδιαφάνεια και την αδικία. Εκτός και αν η φορολογία των επιχειρήσεων αυξηθεί στα εξωπραγματικά επίπεδα του 50% plus, θα έχουμε όμως το ολέθριο παράδοξο το οριακό εισόδημα από την εργασία να φορολογείται περισσότερο από το αντίστοιχο εισόδημα από κεφάλαιο. Θα είναι το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της μισθωτής εργασίας αφού κανένας δεν θα θέλει να είναι τόσο κορόιδο ώστε να φορολογείται υπέρμετρα για έναν υψηλό μισθό όταν θα μπορεί να στήνει μια επιχείρηση, είτε ατομική, όπου η φοροδιαφυγή είναι εύκολη, είτε ΑΕ, ΕΠΕ κ.τλ., όπου και η φορολογία θα είναι χαμηλότερη και η φοροδιαφυγή ευκολότερη.
Αυτή η πολυπλοκότητα και αδιαφάνεια του συστήματος τροφοδοτεί την κοινωνική αδικία, την οικονομική αναποτελεσματικότητα και, βεβαίως, τη φοροαποφυγή και τη φοροδιαφυγή αφού ο φορολογούμενος θα μπορεί να επιλέξει τον ευνοϊκότερο τρόπο για τη φορολόγησή του και συγχρόνως άτομα με διαφορετικές συνθήκες απόκτησης του εισοδήματος θα φορολογούνται με τον ίδιο τρόπο. Ως αποτέλεσμα, το φορολογικό σύστημα θα χάσει εν πολλοίς τον αναδιανεμητικό του χαρακτήρα και θα αποδίδει πολύ χαμηλά έσοδα σε σχέση με τη φοροδοτική ικανότητα των φορολογουμένων, δεδομένου ότι μόνο 4 στα 10 φυσικά πρόσωπα θα πληρώνουν κάποιον φόρο. Από τον προϋπολογισμό θα λείψει περί το ένα δισ. το οποίο μπορεί να γίνει 1,5 αν επανέλθουν οι διάφορες χωρίς στόχευση φοροαπαλλαγές που ευνοούν τα υψηλά εισοδήματα, αφού απαλλάσσονται όλοι, π.χ. για παιδιά, ανεξαρτήτως των εισοδημάτων τους. Η σκοπούμενη αντικατάσταση του ΕΝΦΙΑ με κάποιο φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας, ο οποίος θα πληρώνεται το πολύ από 5% – 10% των ιδιοκτητών, είναι ό,τι χειρότερο θα μπορούσε να γίνει, δεδομένου ότι με τη μετακίνηση και κατάτμηση της περιουσίας που το σύστημα αυτό ενθαρρύνει τα έσοδα θα είναι ελάχιστα, με το Δημόσιο να χάνει περί τα 2 – 2,5 δισ. Το όποιο φορολογικό βάρος θα κληθούν να καλύψουν ελάχιστοι, οι οποίοι είτε θα το αποφύγουν νόμιμα είτε απλώς δεν θα μπορούν να αντεπεξέλθουν.
Η φορολογική δικαιοσύνη επιτάσσει να πληρώνουν όλοι, ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα και όχι οι λιγότεροι για όλους, γιατί και αυτοί κάποια στιγμή θα «σκάσουν». Οι δημοσιονομικές ανάγκες επιτάσσουν το φορολογικό σύστημα να μπορεί να χρηματοδοτεί τις λειτουργίες του Δημοσίου. Η κυβέρνηση θα πρέπει να σκεφθεί σοβαρά να αφήσει το τρέχον, ζωής μόλις ενός έτους, σύστημα φορολογίας εισοδήματος να λειτουργήσει και όχι για άλλη μια φορά να ενθαρρύνει τη φορολογική αστάθεια. Αντιθέτως, θα πρέπει να διορθώσει τις στρεβλώσεις μειώνοντας τον υψηλό συντελεστή της μισθωτής εργασίας στα επίπεδα της φορολογίας κεφαλαίου και να προχωρήσει στην κάθαρση του φορολογικού συστήματος από τις διάφορες στρεβλώσεις των ειδικών φόρων (π.χ. πολυτελείας), εισφορών (αλληλεγγύης), τελών (επιτηδεύματος), τεκμηρίων και προκαταβολών που επιβαρύνουν και ταλαιπωρούν τους φορολογουμένους και να βελτιώσει σημαντικά τη φορολογική διοίκηση και τους ελέγχους. Θα πρέπει επίσης να διατηρήσει τον κύριο ΕΝΦΙΑ, μειωμένο όσο επιτρέπουν οι περιστάσεις, να καταργήσει τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ και να αποδώσει τα αντίστοιχα έσοδα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Ο κ. Ν. Καραβίτης είναι καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version