Η «Φόνισσα» του Γιώργου Κουμεντάκη ξεκίνησε από την Σκιάθο

T' Aχειλά το ρέμμα. Ο Αη Γιάννης ο Κρυφός. Τα Κοτρώνια. Το Μοναστήρι του Ευαγγελισμού. Το Κακόρεμα

T’ Aχειλά το ρέμμα. Ο Αη Γιάννης ο Κρυφός. Τα Κοτρώνια. Το Μοναστήρι του Ευαγγελισμού. Το Κακόρεμα. Ο Αη Σώστης…Μια περιήγηση στη Σκιάθο, το νησί του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και δη στα μέρη όπου εκτυλίσσεται η «Φόνισσα»_ το κορυφαίο διήγημά του που πρωτοδημοσιεύθηκε σε συνέχειες στο περιοδικό «Παναθήναια» το 1903_ λειτουργεί αναμφίβολα αποκαλυπτικά. Φωτίζει με τρόπο μοναδικό τη σχέση ανάμεσα στον δημιουργό, το έργο και τον τόπο…

Μέσα απ΄αυτό το πρίσμα, η ομότιτλη όπερα του Γιώργου Κουμεντάκη δεν θα μπορούσε να βρει καταλληλότερο μέρος απ΄τη Σκιάθο για να ξεκινήσει το πολλά υποσχόμενο «ταξίδι» της…Η «Φόνισσα» αποτελεί παραγγελία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στον συνθέτη, η πρεμιέρα της θα δοθεί στις 19 Νοεμβρίου στην αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και θεωρείται ένα από τα κορυφαία και τα πλέον αναμενόμενα γεγονότα της νέας καλλιτεχνικής περιόδου. Στο πλαίσιο του σχετικού συμποσίου που διοργάνωσε η Εθνική Λυρική Σκηνή με τη συνεργασία του πολιτιστικού συλλόγου «Η Σκιάθος», τα αποσπάσματα από την όπερα που ακούστηκαν το βράδυ της Κυριακής 6 Ιουλίου σε παγκόσμια πρώτη στο Μπούρτζι, δικαίωσαν τις μεγάλες προσδοκίες αποκαλύπτοντας μερικά από τα βασικά χαρακτηριστικά της μουσικής γλώσσας: γνωστός για το ενδιαφέρον του για την ελληνική παράδοση και την σύζευξή της με τις σύγχρονες αισθητικές αναζητήσεις στον χώρο της μουσικής , ο Γιώργος Κουμεντάκης φτάνει με την «Φόνισσα» στο αποκορύφωμα του συνδυασμού αυτού δημιουργώντας ένα έργο βαθειά ελληνικό και ταυτόχρονα παγκόσμιο: ο διάλογος ανάμεσα στην τετραμελή – αποτελούμενη από γυναίκες-μοιρολογίστρες- χορωδία η οποία βασίζεται στα πολυφωνικά της Ηπείρου με την Φραγκογιαννού της μέτζο σοπράνο Ειρήνης Τσιρακίδου γοήτευσε και συγκίνησε…

Λαμβάνοντας τον λόγο στην διάρκεια των εργασιών του συμποσίου, ο συνθέτης είπε πως η «Φόνισσα» σε μορφή όπερας προέκυψε ως ιδέα πριν από τέσσερα περίπου χρόνια από τον μουσικοκριτικό Γιάννη Σβώλο, ο οποίος υπογράφει το λιμπρέτο. Το εγχείρημα απέβη δύσκολο τόσο από δραματικής όσο και από μουσικής πλευράς. Χρειάστηκαν πολλές προσωπικές θυσίες και απόλυτη αφοσίωση, συνέχισε.

«Δεν φαντάστηκα εδώ και τρία χρόνια που γράφω τη μουσική της «Φόνισσας» μια αναβίωση εποχής, αλλά την «εσωτερική αναβίωση», το ψυχογράφημα της ίδιας της Φόνισσας-Φραγκογιαννούς, μιας γυναίκας με περίεργη ψυχοσύνθεση, ποικιλοτρόπως ταλαιπωρημένης από τον περίγυρο και βαθειά βασανισμένης ακόμα κι απ΄τον ίδιο της τον εαυτό» εξήγησε παρακάτω ο Γιώργος Κουμεντάκης. Αναφερόμενος στην μουσική, ο συνθέτης αποκάλυψε πως η σύνθεση ακολουθεί κάθε βήμα της Φόνισσας: άλλοτε εξωτερικεύει τον ψυχισμό της κι άλλοτε βυθίζεται στους σκοτεινούς κι ανήλιαγους, υπόγειους διαδρόμους της ψυχής της. Αλλοτε κοιτάζει τον κόσμο κατάματα κι άλλοτε χάνεται στην ονειροπόληση. «Αυτό που είναι σημαντικό στην συγκεκριμένη όπερα έχει να κάνει με την προσπάθεια να χαρτογραφηθεί η αρχιτεκτονική του χώρου» είπε ο συνθέτης. «Ο ήχος απλώνεται σε όλη τη σκηνή από την ορχήστρα μέχρι το βάθος, διαμορφώνοντας τον φυσικό ορίζοντα και τη Φύση, που μαζί με την Φραγκογιαννού είναι οι δύο πρωταγωνίστριες της όπερας…»

Μεταξύ άλλων ο συνθέτης αναφέρθηκε και στο σκηνικό του Πέτρου Τουλούδη: ένα τοπίο ενός οικισμού δίπλα στη Θάλασσα. «Με ευαισθησία και πρωτοτυπία αποτυπώνεται η ελληνικότητα, ο ανοιχτός ορίζοντας και η ανατροπή στην 2η πράξη της καταδίωξης, όπου τα πάντα αναποδογυρίζουν. Και κάτι ακόμα: αντί να τρέχει η Φόνισσα στα βουνά, συμβαίνει το αντίθετο. Μένει ακίνητη. Η φύση γυρίζει γύρω της, την περικυκλώνει, την πνίγει και χάνεται…»

Τόνωση της ελληνικής δημιουργίας

Παίρνοντας τον λόγο στο συμπόσιο ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Μύρων Μιχαηλίδης, είπε πως η «Φόνισσα» είναι ένα σχέδιο το οποίο συνδέεται ευρύτερα με την προσπάθεια που καταβάλλεται στην ΕΛΣ τα τελευταία χρόνια προκειμένου να τονωθεί η ελληνική λυρική δημιουργία. «Θεωρήσαμε πως η Εθνική Λυρική Σκηνή έπρεπε να προκαλέσει την δημιουργία ενός καινούριου έργου από έναν ακμαίο Ελληνα συνθέτη και πάνω σ΄ένα θέμα από την δεξαμενή του νεότερου ελληνικού πολιτισμού. Καταλήξαμε πολύ φυσικά, νομίζω, στον Γιώργο Κουμεντάκη έναν συνθέτη που δε χρειάζεται συστάσεις, έναν καλλιτέχνη με προσωπικό στίγμα και τεχνική, ο οποίος είχε αντίστοιχες με τις δικές μας σκέψεις: ήταν προφανώς η ανάγκη να δημιουργηθούν νέα ελληνικά έργα όπερας στο μυαλό πολλών ανθρώπων…» συνέχισε ο κ. Μιχαηλίδης.

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΛΣ τόνισε επίσης πως στην πολυαναμενόμενη παραγωγή συμβάλλουν όλα τα μουσικά σύνολα του θεάτρου: συμφωνική ορχήστρα, μεικτή χορωδία, παιδική χορωδία, σειρά πολλών μικρών ρόλων, πέραν των πρωταγωνιστικών και, ασφαλώς, το τετράφωνο παραδοσιακό φωνητικό σύνολο συνθέτοντας έτσι ένα περίτεχνο μουσικοθεατρικό ψηφιδωτό.

Τον λόγο στο συμπόσιο έλαβαν επίσης η καθηγήτρια φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γεωργία Φαρίνου-Μαλαματάρη αλλά και ο λιμπρετίστας της όπερας Γιάννης Σβώλος όπως και ο σκηνοθέτης της παραγωγής Αλέξανδρος Ευκλείδης.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.