«Είναι τουλάχιστον αξιοπερίεργο το ότι οι αρχαιολόγοι εκείνοι που σήμερα κόπτονται για την τύχη των αρχαίων του σταθμού Βενιζέλου και είναι σφόδρα αντίθετοι σε οποιαδήποτε μετακίνησή τους, προσωρινή ή μη, δεν διατύπωσαν καμιά επίσημη διαφωνία όλα αυτά τα χρόνια, και πιο συγκεκριμένα από το 2006 έως τις αρχές του 2013, ενώ γνώριζαν προ πολλού ότι στη θέση αυτή επρόκειτο να έλθουν στο φως σημαντικές για την ιστορία της πόλης αρχαιότητες» επισήμανε ο ακαδημαϊκός κ. Μιχάλης Τιβέριος μιλώντας την Παρασκευή σε εκδήλωση της Ενωσης Αρχαιολόγων Ελλάδας «Ηώς» στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός».
Ο καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο είχε την ευκαιρία να αναφερθεί στον «γόρδιο δεσμό», όπως έχει εξελιχθεί η συνύπαρξη, δύσκολη μα όχι ανέφικτη, αρχαίων ευρημάτων και σύγχρονων κοινωφελών έργων, και συγκεκριμένα του μετρό Θεσσαλονίκης. Φορείς της κεντρικής και τοπικής διοίκησης και επιστημονικοί σύλλογοι αντιπαρατίθενται εκτός των άλλων και διά της δικαστικής οδού για την πλέον ορθή και ρεαλιστική απάντηση στο θέμα ανάδειξης των αρχαιοτήτων, ειδικά στους υπό κατασκευή σταθμούς. Η άποψη του κ. Τιβέριου, ως συμβούλου της εταιρείας Αττικό Μετρό, είχε αρκετά μεγάλο ενδιαφέρον. «Πάντα υπάρχουν λύσεις, που ακόμη και αν δεν αποτρέπουν καταστροφές αρχαιοτήτων, τις περιορίζουν και τις ελαχιστοποιούν» σημείωσε άλλωστε χαρακτηριστικά.
Η λαχτάρα να επανακτήσουν οι σύγχρονοι κομμάτια του παρελθόντος που έρχονται στο φως είναι μεγάλη. Πάνω από 130.000 αρχαιολογικά ευρήματα έχουν ήδη αποκαλυφθεί, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Η Θεσσαλονίκη πάντως χρειάζεται και το μετρό, έργο το οποίο προχωρεί με μελέτες και χρηματοδότηση σε ασφυκτικά χρονικά πλαίσια. Στην ομιλία του ο ακαδημαϊκός επισήμανε και τις υπερβάσεις που έχουν γίνει στον προϋπολογισμό. «Aπό τα 15 εκατ. ευρώ φθάσαμε στα 132 εκατ.» ανέφερε χαρακτηριστικά για τη δαπάνη των αρχαιολογικών εργασιών.
«Είναι γεγονός ότι κατά τον σχεδιασμό του μετρό Θεσσαλονίκης δεν δόθηκε η δέουσα προσοχή στις σημαντικές αρχαιότητες που ήταν γνωστό ότι θα έρχονταν στο φως κατά τη διάρκεια των εργασιών της κατασκευής του. Ετσι πάρθηκαν αποφάσεις που σημάδεψαν και σημαδεύουν ως σήμερα άμεσα την τύχη τους» επισήμανε ο κ. Τιβέριος. Η παρουσία άλλωστε δύο σταθμών αντί ενός στο ιστορικό κέντρο της πόλης «κατά μήκος του άξονα της σημερινής Εγνατίας οδού, η οποία συμπίπτει με βασικό οδικό άξονα της πόλης από την εποχή της ίδρυσής της, στις τελευταίες δεκαετίες του 4ου αι. π.Χ., δεν ήταν προφανώς η καλύτερη δυνατή». Αλλωστε ο ακαδημαϊκός και αρχαιολόγος τόνισε ότι σε αυτό το σημείο της πόλης η δυνατότητα ελιγμών με την πιθανή μετατόπιση των υπό κατασκευή σταθμών είναι απαγορευτική.
Το σταυροδρόμι της έριδας
Αιώνες ιστορίας θαμμένες κάτω από τον σύγχρονο ιστό έρχονται στο φως σε κάθε σκάμμα. Ο μετροπόντικας ήταν το εργαλείο που θα πρόσφερε στους αρχαιολόγους πολύτιμα ιστορικά στοιχεία της πόλης. Οι εργασίες στους σταθμούς Αγίας Σοφίας και Βενιζέλου, στην καρδιά της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι απέχουν μεταξύ τους μόλις 370 μέτρα, ήταν η διασταύρωση του παρόντος με το παρελθόν. Δύο μεγάλα τμήματα της περίφημης βυζαντινής λεωφόρου, του Decumanus Maximus (όπως ονομάζονται οι κύριες ρωμαϊκές οδοί με κατεύθυνση από Ανατολάς προς Δυσμάς), αποκαλύφθηκαν –στον σταθμό Βενιζέλου εντοπίστηκε και μια cardo, μια κάθετη δηλαδή ρωμαϊκή οδός με κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο.
«Στις 18.11.2004, με το έγγραφο αριθ. πρωτ. 6128 που αποστέλλει η 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στο αρμόδιο υπουργείο, γνωστοποιεί, ανάμεσα σε άλλα, ότι στον χώρο όπου προβλέπεται να κατασκευαστεί ο σταθμός Βενιζέλου πρόκειται να βρεθούν αρχαιότητες σχετιζόμενες μεταξύ άλλων “με τη διασταύρωση του Decumanus Maximus με κεντρικό cardo που συμπίπτει περίπου με τη σημερινή οδό Βενιζέλου” κ.ά. Είναι περιττό να σχολιάσω ότι ο υπογράφων το παραπάνω έγγραφο Χ. Μπακιρτζής, τότε προϊστάμενος της 9ης ΕΒΑ, είχε κάνει διάνα στην πρόβλεψή του» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Τιβέριος.
Αναλύοντας τον πυρήνα της σημερινής διαμάχης για την ανάδειξη και προστασία των αρχαιοτήτων ενώπιον ενός ακροατηρίου ως επί το πλείστον ειδημόνων, ο ακαδημαϊκός αναφέρθηκε στην από 22.11.2004 ομόφωνη απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) η οποία εισηγείται: «Οι αρχαιότητες που θα αποκαλυφθούν (κατά τις εργασίες κατασκευής των σταθμών του μετρό Θεσσαλονίκης) οφείλουν να τύχουν μέτρων προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Αρχαιολογικού Νόμου, δεδομένου ότι η απόσπαση των αρχαιοτήτων στους χώρους των σταθμών θα είναι αναπόφευκτη. Οι περιπτώσεις προστασίας που θα αντιμετωπιστούν θα είναι οι ακόλουθες: 1. Απόσπαση και επανατοποθέτηση μετά την κατασκευή του σταθμού εν είδει διατήρησης σε κατάχωση. 2. Απόσπαση και τοποθέτηση σε άλλο σημείο της πόλεως, μουσειακού χαρακτήρα […] 3. Ή απόσπαση, τεκμηρίωση και η μετά από αξιολόγηση διάλυση».
«Θα έπρεπε να είχε εξεταστεί και η περίπτωση να κατασκευαστούν σταθμοί χωρίς να απαιτείται η μετακίνηση των τυχόν αρχαιοτήτων που θα έρχονταν στο φως» είπε ο κ. Τιβέριος αναφορικά με την απόφαση του ΚΑΣ. Στη σημερινή φάση που βρίσκεται το έργο, ο σταθμός Βενιζέλου «δεν είναι δυνατόν να κατασκευαστεί εάν προηγουμένως δεν απομακρυνθούν, προσωρινά, οι αρχαιότητες». Αυτό είναι και το κλειδί της εξέλιξης του έργου άλλωστε, καθώς οι εργασίες έχουν ανασταλεί από τις αρχές του 2013 με απόφαση του ΣτΕ έπειτα από προσφυγή του Δήμου Θεσσαλονίκης με αίτημα να μην απομακρυνθούν τα ευρήματα εν όψει της εκδίκασης της κύριας υπόθεσης. Επίμονη ήταν η στάση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων επί του θέματος, και μάλιστα η απόφαση 528/2013 του ΣτΕ θεωρήθηκε, εν μέρει, νίκη του. Ερωτήσεις έχουν καταθέσει προς τον υπουργό Πολιτισμού βουλευτές του ΚΚΕ («να συνεχιστεί και να διευρυνθεί η αρχαιολογική έρευνα») και του ΣΥΡΙΖΑ («και μετρό και αρχαία»).
«Εδώ και 18 μήνες δέχομαι έναν οχετό ψευδολογίας και παραπληροφόρησης από άγνωστα-γνωστά πρόσωπα και από κάποιες ιοβόλες ψυχές με κίνητρα που πολλές φορές δεν έχουν καμιά σχέση με την τύχη των αρχαίων της Θεσσαλονίκης. Πώς αλλιώς εξηγείται το ότι κατά τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων είμαι ο μόνος αρχαιολόγος που πρωταγωνιστεί αρνητικά στις εργασίες κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου;» αναρωτήθηκε χρησιμοποιώντας προσωπικό τόνο ο κ. Τιβέριος και συνέχισε: «Δεν περίμενα βέβαια από τη σημερινή διοίκησή του (ως πανεπιστημιακός δεν ανήκω άλλωστε στον Σύλλογο) να αναγνωρίσουν την όποια συμβολή μου στη σωτηρία των αρχαίων που ήλθαν και έρχονται στο φως κατά τις εργασίες κατασκευής των σταθμών του μετρό Θεσσαλονίκης και στον μετριασμό των επιπτώσεων που είχαν για την τύχη τους τα λάθη και οι παραλείψεις που έγιναν κατά τον σχεδιασμό του όλου έργου, για τον οποίο φυσικά άλλοι φέρουν την ευθύνη».
Αποφάσεις του παραλόγου
Ο ακαδημαϊκός προχώρησε σε μια καταγραφή της πορείας του έργου, από το 2011 που ανέλαβε σύμβουλος της Αττικό Μετρό, επισημαίνοντας τις πρωτοβουλίες «με τις οποίες πετύχαμε σαφώς καλύτερες λύσεις παρακάμπτοντας και παραμερίζοντας προσυμφωνηθέντες όρους και αποφάσεις». Και αυτό ήταν εξαιρετικά δύσκολο.
Αναφέρθηκε χαρακτηριστικά ο παλαιότερος γνωστός χριστιανικός ναός της Θεσσαλονίκης, του 4ου αι. μ.Χ., που αποκαλύφθηκε στον σταθμό Σιντριβάνι. Ενώ ενεργοποιήθηκε σχετικό άρθρο του μνημονίου συνεργασίας για τη μεταφορά τμήματός του, έπειτα από εισήγηση του ΚΑΣ, στην Πανεπιστημιούπολη –«μια κάκιστη επιλογή» τη χαρακτήρισε ο κ. Τιβέριος -, ουδεμία διαμαρτυρία ηγέρθη από πλευράς αρχαιολόγων. Επειτα από πρωτοβουλία του συμβούλου και της Αττικό Μετρό συζητήθηκε η δυνατότητα αλλαγής του αρχικού σχεδιασμού του σταθμού με στόχο να μη μετακινηθούν τα μνημεία, αλλά να καταχωθούν μετά τη μελέτη τους κατά χώρα (in situ). Οπως και έγινε με αλλαγή της αρχικής απόφασης του ΚΑΣ, αφού προηγουμένως αποσπάστηκαν τα ψηφιδωτά και οι τοιχογραφίες.
Στον σταθμό Αγίας Σοφίας, αντίστοιχα, αποκαλύφθηκε τμήμα της βυζαντινής λεωφόρου. Η πρώτη σκέψη ήταν να απομακρυνθεί, ωστόσο αναζητήθηκε και επετεύχθη με τη συμφωνία του ΚΑΣ η καλύτερη δυνατή λύση που επέφερε και αλλαγές στον σχεδιασμό του σταθμού. Ετσι θα στεγαστεί σε μεγάλο τμήμα του τετάρτου και τελευταίου ορόφου, στο ίδιο περίπου επίπεδο με αυτό του δρόμου, από όπου δηλαδή θα μπορούν να το προσεγγίσουν οι κάτοικοι και οι επισκέπτες της πόλης. Αξιον επισήμανσης, όπως ανέφερε ο κ. Τιβέριος, είναι ότι ο δρόμος έχει ήδη απομακρυνθεί από τον σταθμό.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο μήλον της Εριδος, τον σταθμό Βενιζέλου και το άλλο τμήμα της βυζαντινής λεωφόρου που αποκαλύφθηκε -όπως αναμενόταν -, το σταυροδρόμι δηλαδή με κάθετη οδό. Διερευνήθηκε με τους υπευθύνους της Αττικό Μετρό η δυνατότητα επιστροφής των αρχαίων στην αρχική θέση τους ύστερα από προσωρινή απομάκρυνσή τους. «Η απάντηση στην πρότασή μας ήταν ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό των αποκαλυφθέντων αρχαίων ήταν δυνατόν να επιστρέψει αυτή τη φορά στη θέση του. Επρόκειτο για απάντηση που, όπως θα αποδειχθεί εκ των υστέρων, δόθηκε χωρίς να έχουν εξεταστεί όλες οι δυνατές λύσεις. Είναι αλήθεια πάντως ότι κι εγώ δεν επέμεινα ιδιαίτερα. Και αυτό επειδή μετά την απομάκρυνση της μνημειακής φάσης αυτού του δρόμου θα έπρεπε να συνεχιστούν οι ανασκαφές σε βαθύτερα αρχαιολογικά στρώματα, πάχους 2,5-3 μ.» εξήγησε ο ακαδημαϊκός.
«Ελαβαν εγγυήσεις αλλά άλλαξαν γνώμη»
Σύμφωνα με την ομόφωνη απόφαση του ΚΑΣ οι αρχαιότητες θα έπρεπε να διασωθούν και να μεταφερθούν «στο τέως στρατόπεδο “Παύλου Μελά” ή σε άλλον ανάλογο χώρο». Εδώ ενεπλάκη και ο Δήμος Θεσσαλονίκης «με προφανώς πλημμελή και μονόπλευρη ενημέρωση» σημειώνει ο κ. Τιβέριος. «Στην προσφυγή του», συνεχίζει, «υποστηρίζει ότι τα αρχαία πρέπει να παραμείνουν in situ και, παραδόξως, εισηγείται τέσσερις προτάσεις που όλες τους όμως απαιτούν την κατ’ αρχήν μετακίνηση των αρχαιοτήτων από τη θέση τους! Παράνοια». Εν τέλει σε νέα συνεδρίασή του το ΚΑΣ επιμένει στην πρώτη του απόφαση, με οριακή πλειοψηφία αυτή τη φορά. Σε αυτό το σημείο ο ακαδημαϊκός εγκαλεί τα μέλη που άλλαξαν γνώμη: «Είχαν συμφωνήσει χωρίς να έχουν στη διάθεσή τους επίσημη διαβεβαίωση ότι ο σταθμός δεν μπορεί να κατασκευαστεί εάν προηγουμένως δεν απομακρυνθούν οι αρχαιότητες. Τώρα που η διαβεβαίωση αυτή υπήρχε, και μάλιστα όχι μόνο από τους μηχανικούς της Αττικό Μετρό ΑΕ, αλλά και από το Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, όπως και από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας / Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας, άλλαξαν γνώμη. Αλλη παράνοια».
Επισημάνθηκε ότι τυχόν κατάργηση σήμερα του εν λόγω σταθμού έπειτα από εργασίες επτά ετών είναι αδύνατη. Φυσικά κάτι τέτοιο θα δρομολογήσει την επιστροφή αρκετών εκατομμυρίων ευρώ στην ΕΕ και στην ΕΤΕπ.
«Σήμερα, εν αναμονή της απόφασης του ΣτΕ μετά την προσφυγή του Δήμου Θεσσαλονίκης, αναρωτιέμαι ποιοι είναι άραγε οι πραγματικά κερδισμένοι από τη διακοπή, εδώ και 16 μήνες, κάθε εργασίας στον σταθμό Βενιζέλου και ποιοι οι μεγάλοι χαμένοι. Για το πρώτο δεν θα δώσω απάντηση. Για το δεύτερο όμως θα απαντήσω: Μεγάλοι χαμένοι είναι οι Θεσσαλονικείς και γενικότερα οι έλληνες φορολογούμενοι» κατέληξε ο κ. Τιβέριος.
2006: Υπογράφεται το μνημόνιο συνεργασίας με την Αττικό Μετρό. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για την προβολή των αρχαιοτήτων.
2011: Σύμβουλος της κρατικής εταιρείας αναλαμβάνει ο ακαδημαϊκός κ. Μιχάλης Τιβέριος. Ομάδες 160 ειδικών της Αττικό Μετρό μελετούν και αναλύουν εναλλακτικές λύσεις.
2013: Το ΚΑΣ ομόφωνα αποφαίνεται για την απόσπαση των αρχαιοτήτων στο τέως στρατόπεδο «Παύλου Μελά» ή σε άλλον ανάλογο χώρο. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων προτείνει επανασχεδιασμό του Σταθμού Βενιζέλου και διατήρηση των αρχαιοτήτων. Συγκεντρώνονται 16.000 υπογραφές Ελλήνων και ξένων. Το ΣτΕ δέχεται την αίτηση αναστολής από τον Δήμο Θεσσαλονίκης για την απόσπαση των μνημείων. «Παγώνει» το έργο.
2014: Επειτα από 11ωρη συνεδρίαση το ΚΑΣ με οριακή πλειοψηφία γνωμοδότησε την απόσπαση και ανάδειξη των μνημείων με επανατοποθέτησή τους εντός του σταθμού.
Η εμπειρία της Αθήνας και η οχύρωση που γκρεμίστηκε
«Εκ του αποτελέσματος βλέπουμε ότι δεν ήταν η καλύτερη λύση να περάσει ο “μετροπόντικας” από την Εγνατία» είχε δηλώσει ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό ΑΕ κ. Χρήστος Τσίτουρας. Είναι πασίδηλο ότι στον αρχικό σχεδιασμό της κατασκευής του μετρό Θεσσαλονίκης, εκτός από λάθη, υπήρξαν και παραλείψεις. Μετά την πολύμηνη διαμάχη εύλογα αναρωτιέται κανείς πώς δεν έγινε συμφωνία για την προβολή των αρχαιοτήτων, με βάση μάλιστα την προϋπάρχουσα και επιτυχημένη, όπως αποδεικνύεται, εμπειρία από τη διαμόρφωση των σταθμών του μετρό της Αθήνας (όπως στο Μοναστηράκι). «Κανείς από τους αρμόδιους αρχαιολογικούς φορείς δεν σκέφτηκε να συμπεριληφθεί στο σχετικό μνημόνιο συνεργασίας τους με την Αττικό Μετρό ΑΕ ο τόσο σημαντικός τομέας» επεσήμανε ο ακαδημαϊκός κ. Μιχάλης Τιβέριος.
«Εκ του αποτελέσματος βλέπουμε ότι δεν ήταν η καλύτερη λύση να περάσει ο “μετροπόντικας” από την Εγνατία» είχε δηλώσει ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό ΑΕ κ. Χρήστος Τσίτουρας. Είναι πασίδηλο ότι στον αρχικό σχεδιασμό της κατασκευής του μετρό Θεσσαλονίκης, εκτός από λάθη, υπήρξαν και παραλείψεις. Μετά την πολύμηνη διαμάχη εύλογα αναρωτιέται κανείς πώς δεν έγινε συμφωνία για την προβολή των αρχαιοτήτων, με βάση μάλιστα την προϋπάρχουσα και επιτυχημένη, όπως αποδεικνύεται, εμπειρία από τη διαμόρφωση των σταθμών του μετρό της Αθήνας (όπως στο Μοναστηράκι). «Κανείς από τους αρμόδιους αρχαιολογικούς φορείς δεν σκέφτηκε να συμπεριληφθεί στο σχετικό μνημόνιο συνεργασίας τους με την Αττικό Μετρό ΑΕ ο τόσο σημαντικός τομέας» επεσήμανε ο ακαδημαϊκός κ. Μιχάλης Τιβέριος.
Τη στιγμή μάλιστα που το πλούσιο ιστορικό υπόβαθρο της πόλης ήταν εκ των προτέρων γνωστό, «πράγμα που δεν δικαιολογεί μια τέτοια αμέλεια». Και ο κ. Τιβέριος αναφέρθηκε στο ότι η σημερινή διεύθυνση της Αττικό Μετρό έχει δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Εκτός από την παραχώρηση σημαντικών σε έκταση χώρων στους σταθμούς Αγίας Σοφίας και Βενιζέλου, ο κ. Τσίτουρας έχει ανακοινώσει ότι θα μετατρέψει κάθε σταθμό σε ένα είδος μικρού μουσείου. Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα που θα εκτίθενται θα αποκαλύπτουν τη μακρόχρονη ιστορία της πόλης και του πολιτισμού της.
Η ανεύρεση αρχαιοτήτων κατά την κατασκευή κοινωφελών έργων δεν είναι άλλωστε κάτι το σπάνιο στη χώρα μας. «Οταν τα έργα αυτά πραγματοποιούνται εντός μιας σύγχρονης πόλης και τα αρχαία λόγω της σπουδαιότητάς τους πρέπει να διατηρηθούν και να ενσωματωθούν στην καθημερινή ζωή της, τότε ανακύπτουν πολύπλοκα ζητήματα τα οποία οι αρμόδιοι οφείλουν να επιλύουν. Είναι ουτοπικό και συνήθως ανέφικτο να αρνούμαστε την κατασκευή ενός μεγάλου κοινωφελούς έργου προβάλλοντας τον κίνδυνο καταστροφής αρχαίων κατά τις εργασίες κατασκευής του» εξήγησε τη θέση του ο κ. Τιβέριος. Η ζωή έχει συνέχεια και οι κοινωνίες διεκδικούν τον εκσυγχρονισμό του αστικού περιβάλλοντος, τον οποίο δεν μπορούμε να αρνούμαστε. Από την άλλη, «πόλη που καταστρέφει τα μνημεία της αρνείται την ιστορία της και δεν μπορεί να έχει μέλλον» συμπλήρωσε.
Σε αυτό το σημείο παρέθεσε μια χαρακτηριστική περίπτωση –«ακραία», όπως τη χαρακτήρισε –όπου τα απομεινάρια του παρελθόντος εμποδίζουν τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των συγχρόνων: «Είμαι βέβαιος ότι θα βρισκόμασταν στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου αν είχαμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα το πρόβλημα της κατεδάφισης ή μη της θαλάσσιας οχύρωσης της πόλης». Προκειμένου να βελτιώσει πολλαπλώς τις συνθήκες ζωής των κατοίκων, το 1869/70 η οθωμανική διοίκηση επέβαλε την κατεδάφιση των τειχών. «Πάνω από όλα προστατεύθηκε η υγεία, συγχρόνως βέβαια δεν παραβλέπουμε το γεγονός ότι εξαφανίστηκαν ολοκληρωτικά ιστορικά τεκμήρια που θα έπρεπε, τουλάχιστον εν μέρει, να είχαν διασωθεί» κατέληξε.
Χρονιές-σταθμοί
Φεύγουνή μένουν;
2004: Το ΚΑΣ αποφαίνεται ομόφωνα ότι «η απόσπαση των αρχαιοτήτων στους χώρους των σταθμών θα είναι αναπόφευκτη».
2006: Υπογράφεται το μνημόνιο συνεργασίας με την Αττικό Μετρό. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για την προβολή των αρχαιοτήτων.
2011: Σύμβουλος της κρατικής εταιρείας αναλαμβάνει ο ακαδημαϊκός κ. Μιχάλης Τιβέριος. Ομάδες 160 ειδικών της Αττικό Μετρό μελετούν και αναλύουν εναλλακτικές λύσεις.
2013: Το ΚΑΣ ομόφωνα αποφαίνεται για την απόσπαση των αρχαιοτήτων στο τέως στρατόπεδο «Παύλου Μελά» ή σε άλλον ανάλογο χώρο. Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων προτείνει επανασχεδιασμό του Σταθμού Βενιζέλου και διατήρηση των αρχαιοτήτων. Συγκεντρώνονται 16.000 υπογραφές Ελλήνων και ξένων. Το ΣτΕ δέχεται την αίτηση αναστολής από τον Δήμο Θεσσαλονίκης για την απόσπαση των μνημείων. «Παγώνει» το έργο.
2014: Επειτα από 11ωρη συνεδρίαση το ΚΑΣ με οριακή πλειοψηφία γνωμοδότησε την απόσπαση και ανάδειξη των μνημείων με επανατοποθέτησή τους εντός του σταθμού.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
