Είναι η ψυχανάλυση πεπαλαιωμένη και αντιδραστική; Ποια είναι τα απαραίτητα συστατικά για ένα «υγιές» παιδί στις νέου τύπου οικογένειες σήμερα; Ισχύουν πλέον τα παραδοσιακά ιδανικά; Ανταποκρίνεται η ψυχανάλυση στις ανάγκες ενός σύγχρονου ατόμου; Αυτά ήταν κάποια μόνον από τα ερωτήματα που έθεσε στο auditorium του Γαλλικού Ινστιτούτου ο ψυχίατρος και ψυχαναλυτής Μαρκ Στρος κατά τη διάρκεια της εισήγησής του με θέμα «H εξέλιξη των σύγχρονων ηθών και η επικαιρότητα της ψυχανάλυσης». Ο γάλλος επιστήμονας βρέθηκε στη χώρα μας με αφορμή την έκδοση στα ελληνικά του βιβλίου του «Τι είναι εύρημα στην ψυχανάλυση; Δοκίμια για τη λακανική ψυχανάλυση». Κατά τη διάρκεια της σύντομης παραμονής του στην Αθήνα, ο Μαρκ Στρος, μίλησε στο «Βήμα» για τον ρόλο και την αναγκαιότητα της ψυχανάλυσης σήμερα.
– Ο τίτλος της διάλεξής σας αναφέρεται στα σύγχρονα ήθη και στην επικαιρότητα της ψυχανάλυσης. Υπάρχουν σύγχρονα και απαρχαιωμένα ήθη;
«Βεβαίως και υπάρχουν σύγχρονα ήθη, κυρίως όσον αφορά τη σεξουαλικότητα και την οικογένεια, ένα πεδίο το οποίο έχει υποστεί και τις περισσότερες αλλαγές. Αλλά η ψυχανάλυση βασίζεται στο ότι λαμβάνει υπόψη της το ασυνείδητο υποκείμενο που δεν περιορίζεται σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό μοντέλο, καθόλου δε σε αυτό της παραδοσιακής πατριαρχικής οικογένειας της οποίας η εξαφάνιση είχε ήδη προγραμματιστεί στη Βιέννη της εποχής του Φρόιντ. Δεν κρίνουμε τις αλλαγές των ηθών. Ακούμε τα ανικανοποίητα υποκείμενα ένα ένα και είναι δουλειά μας να βρούμε το ασυνείδητο του οποίου είμαστε υποκείμενα. Αυτή είναι η δουλειά της ψυχανάλυσης, γιατί όλοι είμαστε μαριονέτες των φαντασιώσεών μας».
– Υπάρχουν σήμερα παραδοσιακά ιδανικά;
«Υπάρχει ρήξη των κοινωνικών θεσμών στο πλαίσιο μιας αποτυχίας των κοινωνικών ιδεωδών. Στην πατρίδα μου τουλάχιστον ισχύει αυτό και, παρά τη δύναμη της θρησκείας, του ισχυρού προφίλ του άνδρα αλλά και του μοντέλου του πατέρα, πιστεύω ότι η κρίση θα φθάσει και εδώ. Τα παραδοσιακά ιδανικά όπως εκφράστηκαν στη Γαλλία, η πατρίδα, η οικογένεια, η εργασία, άρχισαν να εξασθενούν. Πιστεύω ότι υπάρχουν και σήμερα ιδανικά που κατακερματίζονται σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες και λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο. Για παράδειγμα, και με αφορμή τις πρόσφατες ταραχές στη Γαλλία, τα ιδανικά των νέων στα γκέτο υπάρχουν αλλά είναι διαφορετικά από αυτά των νέων των αριστοκρατικών συνοικιών».
– Πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν τη διαδικασία της ψυχανάλυσης πολυτέλεια, και μάλιστα με υψηλό κόστος για τον αναλυόμενο. Πώς το σχολιάζετε;
«H ψυχανάλυση κοστίζει, βέβαια, αλλά όχι πιο πολύ από το σύμπτωμα. Αυτό είναι αλήθεια, ακόμη και όταν το σύμπτωμα είναι κοινωνικά αναγνωρισμένο, όπως π.χ. η παρόρμηση να κερδίζει κανείς χρήματα. Αυτό που μετράει ως σύμπτωμα για την ψυχανάλυση είναι το υποκειμενικό του τίμημα, η οδύνη που νιώθει το υποκείμενο και η αποτυχία μιας ικανοποίησης που βιώνεται ως αυθεντική. Ποιος δεν έχει ακούσει να λένε: “Εχω τα πάντα για να είμαι ευτυχής αλλά δεν νιώθω καλά”. Το να λέμε ότι η αναζήτηση της αλήθειας από τον άνθρωπο είναι μια πολυτέλεια είναι σαν να μπαίνουμε στην υπηρεσία μιας ιδεολογίας η οποία ανάγει το λεγόμενο “ανθρώπινο” ον σε σκλάβο ή σε μηχανή στην υπηρεσία του περιρρέοντος λόγου. Το ανθρώπινο ον δεν εξομοιώνεται ποτέ με το σώμα-οργανισμό του και η διάσταση της επιθυμίας είναι διαφορετική από τη διάσταση των αναγκών. Σε ένα αίτημα ανάλυσης, το οποίο σύμφωνα με τον Λακάν δεν είναι πάντα επιθυμία και γι’ αυτό απαιτεί ανάλυση, οι άνθρωποι ρωτούν κατ’ αρχήν πόσο κοστίζει η συνεδρία, τι ακριβώς θα έχει κτλ. Οι άνθρωποι έχουν πλέον αντιδράσεις καταναλωτή».
– Σε τι μας βοηθά τελικώς η ψυχανάλυση;
«”Στο να διαλευκάνουμε το ασυνείδητο του οποίου είμαστε υποκείμενα” απαντούσε ο Λακάν σε κάποιον που του έθεσε το ίδιο ερώτημα. Πρόταση που θα μπορούσαμε να παραφράσουμε με το “να γίνει κανείς ο δρων [l’acteur] της ζωής του”, με ό,τι αυτό προϋποθέτει όχι μόνο ως κέρδος γνώσης για τον εαυτό του αλλά και ως καθορισμό στις σημαντικές πράξεις της ζωής του και ως δυνατότητα αυθεντικών ικανοποιήσεων. Πράγμα που δεν είναι η εγγύηση της συνεχούς ευτυχίας».
Ο κ. Μαρκ Στρος είναι ψυχίατρος και εργάζεται ως ψυχαναλυτής στο Παρίσι. Εχει εργαστεί σε νοσοκομείο με ψυχωτικά παιδιά και στο Ψυχιατρικό Κέντρο του Νοσοκομείου Αγίας Αννας στο Παρίσι. Είναι ιδρυτικό μέλος των Φόρουμ του Λακανικού Πεδίου και της Σχολής του και διδάσκει στο Κλινικό Κολέγιο του Λακανικού Πεδίου στο Παρίσι. Αρθρα του έχουν δημοσιευθεί στη γαλλική, στην ισπανική, στην αγγλική, στην ιταλική και στην ελληνική γλώσσα.
