” Σκέφτομαι με την ψυχή “
Πιο ξεκούραστη και πιο όμορφη, με την ωριμότητα της ηλικίας που η ίδια απολαμβάνει, η Αμαλία Μουτούση επανέρχεται ύστερα από δύο χρόνια απουσίας. Πήρε την απόστασή της γιατί το είχε ανάγκη και τώρα που επιθύμησε ξανά το θέατρο μπαίνει ξανά στο παιχνίδι. Από το 1983, οπότε ξεκίνησε την πορεία της, δουλεύει ασταμάτητα. Η κούραση ήταν αναπόφευκτη αλλά και η διάθεση να μείνει με τον εαυτό της σχεδόν επιβεβλημένη. Μακριά από το σανίδι και τη μεγάλη οθόνη, στο σπίτι της ή στο εξοχικό της στη Φολέγανδρο, έβλεπε απλώς τον χρόνο να περνά και έτσι ένιωσε καλύτερα μαζί του, εξοικειώθηκε. Το άγχος έδωσε τη θέση του σε μικρές και μεγάλες καθημερινές απολαύσεις. Και ας ομολογεί ότι «δεν είναι εύκολο να κατεβείς από το τρένο και μετά να ανεβείς ξανά». Εκείνη το τόλμησε. Οχι ότι δεν είχε τους φόβους και τις ανασφάλειές της αλλά δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Δεν το είχε βάλει στο πρόγραμμα, ήρθε μόνο του, κανονικά, και έπρεπε να το ακολουθήσει.
Αυτόν τον καιρό κάνει πρόβες με τον Λευτέρη Βογιατζή για το έργο της Σάρα Κέιν «Cleansd» που θα ανεβεί το 2001 στις «Ροές». Πριν από μερικές εβδομάδες ολοκλήρωσε τα γυρίσματα για τη νέα ταινία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη «Δεκαπενταύγουστος», όπου εμφανίζεται κατάξανθη, σαν Νορβηγίδα, και κάπως ψυχρή. Το καλοκαίρι ετοιμάζεται για τη δεύτερη κάθοδό της στην Επίδαυρο, αυτή τη φορά υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του διεθνούς Ελληνα Γιάννη Κόκκου. Θα είναι η Ηλέκτρα στην «Ορέστεια» και νιώθει πανευτυχής γι’ αυτή τη συνεργασία. «Οταν πήρα τον ρόλο χοροπήδηξα από τη χαρά μου. Ηταν από εκείνες τις σπάνιες στιγμές που αντιδρώ σαν μικρό παιδί και σχεδόν το παίρνω απάνω μου. Οπως τότε που πέρασα στη Σχολή του Κουν ή τότε που πήρα το βραβείο για την ταινία της Ελένης Αλεξανδράκη “Σταγόνα στον ωκεανό” μαζί με τον Μαξ φον Σίντοφ» λέει η Αμαλία Μουτούση και λάμπει το πρόσωπό της. «Είμαι σε μια εποχή που νιώθω μέσα μου ένα πετάρισμα. Ξέρεις, η ηλικία που βρίσκομαι τώρα μου δίνει μια ενέργεια, μια φόρα. Αλλά, κακά τα ψέματα, μαζί με την ενέργεια υπάρχει και μια κούραση. Είναι σαν να ψάχνω άσπρα περιθώρια ανάμεσα στις γραμμένες σελίδες. Και όταν βρω αυτό το περιθώριο νιώθω ότι ανοίγω καινούργιες πόρτες ή σαν να τις ανοίγω για πρώτη φορά ενώ την ίδια στιγμή έχω και μια διάθεση να τα πετάξω όλα».
Χωρίς να βρίσκεται υπό την σκέπη της ομάδας «Διπλούς Ερως» μπαίνει σε νέες θεατρικές περιπέτειες. «Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ανήκω στην ομάδα. Απλώς δεν είναι πια απαραίτητο να παίζω εκεί συνέχεια, κάτι που ήταν ως τώρα αυτονόητο. Φθάνεις κάποια στιγμή στο σημείο να θέλεις να καλύψεις και άλλες πλευρές αυτού που είσαι. Μια πολύ ουσιαστική πλευρά νομίζω ότι μπορώ να την εκφράζω πάντα κοντά στον Μιχαήλ Μαρμαρινό και στους ανθρώπους με τους οποίους δουλεύουμε μαζί».
Για τον εαυτό της διατηρεί αυτή την ευαίσθητη ισορροπία, αν και δίνει την εντύπωση ότι βιώνει δύσκολα τα πράγματα, ότι επιλέγει τους δύσκολους και επίπονους δρόμους. «Είναι αλήθεια» λέει η Αμαλία Μουτούση. «Μου αρέσει το μυαλό, μου αρέσει η σκέψη. Πολλές φορές με εμποδίζει αλλά γενικά μου αρέσει. Νομίζω ότι ένα μεγάλο κομμάτι της ψυχής μου είναι στο μυαλό μου. Η ψυχή μου σκέφτεται. Είμαι ένας άνθρωπος που πιστεύω στον πόνο, αν και πόθος μου είναι η χαρά. Αλλά για ποια χαρά μιλάμε και τι ποιότητα έχει αυτή η χαρά; Εγώ πάντως ψάχνω να βρω τη δική μου».
Πίσω από την εύθραυστη φυσιογνωμία της κρύβει έναν δυνατό άνθρωπο, μέσα από κάτι πολύ μαλακό που αναδύει βγάζει τη δύναμή της. «Υπάρχει και ο κόσμος της Αμαλίας. Μην ξεχνάμε ότι ο καθένας βγάζει προς τα έξω αυτό που επιλέγει. Το ίδιο κάνω και εγώ. Οταν είμαι στην πρώτη γραμμή θέλω να το κάνω καλά. Και νομίζω ότι μπορώ». Κινείται διακριτικά και, όταν μια παράσταση στην οποία παίζει προκαλεί, η ίδια βλέπει τον εαυτό της να μένει σχεδόν ανέπαφος από τις βολές. «Οταν όμως βάλλεται μια παράσταση στην οποία συμμετέχω, δεν καταλαβαίνω πώς εμένα με ξεχωρίζουν. Ή μάλλον ξέρω γιατί γίνεται αυτό. Γιατί τελικά δεν είναι θέμα παράστασης αλλά ενός προσώπου, του Μιχαήλ Μαρμαρινού. Οσο ανέβαζε παραστάσεις στον χώρο του, ήταν καλός, “παιδί-θαύμα”. Αλλά πού ακούστηκε να πάει και στην Επίδαυρο; Τι είναι, δηλαδή, ο καταστροφέας; Μα τα πράγματα εδώ και χρόνια έχουν χαλάσει. Την πατσαβούρα που τρώει τώρα ο Μαρμαρινός δεν θα τη φάνε κάποιοι άλλοι αργότερα. Αλλά γιατί δεν αφήνουμε τον χρόνο να κρίνει τα πράγματα; Υπάρχουν κάποιοι, πέντε-δέκα, άνθρωποι που θέλουν να επιβάλλονται και αυτό που καταφέρνουν είναι να σου κόβουν τα φτερά. Νιώθω ότι δεν έχει έρθει ακόμη η ώρα μου αλλά δεν νομίζω ότι είναι δυνατόν να μη συγκρουστώ κάποια στιγμή με αυτόν τον περίγυρο. Διότι αυτή η χώρα δεν προβλέπει ούτε το ιδιόρρυθμο ούτε το διαφορετικό» λέει και ο τόνος της φωνής της εκφράζει μια προσωπική αγανάκτηση. Περισσότερο εσωτερική. Αλλωστε δεν ήρθε ακόμη η ώρα της, επιμένει.
Μαλακώνει όμως όταν σκέφτεται το κοινό: «Εμένα χαρά μου δίνει το κοινό, οι άνθρωποι στους οποίους παίζω, αυτοί που δεν ξέρω και δεν θα μάθω ποτέ. Από νωρίς που άρχισαν να γράφονται καλά σχόλια για εμένα ένιωσα προστατευμένη και αυτό με έκανε να πατήσω στα πόδια μου, να αποκτήσω μια αυτοπεποίθηση. Πρέπει όμως συνέχεια να είσαι στην τσίτα για να μην την ψωνίσεις και να μη χάσεις τον εαυτό σου».
