Η Pamela Denise Anderson γεννήθηκε την 1η Ιουλίου του 1967 σε μια μικρή παραλιακή πόλη του Καναδά, το Ladysmith της Βρετανικής Κολομβίας. Η μητέρα της εργαζόταν ως σερβιτόρα κι ο πατέρας της ως επισκευαστής φούρνων. Το σπίτι ήταν αυστηρό, σχεδόν πουριτανικό. Η ηθοποιός αφηγείται με ωμότητα και λεπτομέρεια τις εμπειρίες σεξουαλικής κακοποίησης που βίωσε σε τρεις διαφορετικές φάσεις της παιδικής και εφηβικής της ηλικίας. Στα απομνημονεύματά της (Love, Pamela, 2023) και στο ντοκιμαντέρ του Netflix (Pamela, A Love Story), δεν αφήνει αμφιβολία για το πόσο καθοριστικές ήταν αυτές οι εμπειρίες.
Σε ηλικία έξι ετών, κακοποιήθηκε σεξουαλικά από μια babysitter, γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας. Αυτό ήταν κάτι, που όπως εξηγεί, συνέβαινε επανειλημμένα. Η κακοποίηση συνεχίστηκε για καιρό και η ίδια δεν είχε καν τα λόγια να περιγράψει τι της συνέβαινε. Ένιωθε ενοχές, σύγχυση και βαθιά απομόνωση. Σε μια συγκλονιστική αναφορά, λέει ότι είχε ευχηθεί να πεθάνει η νταντά της, προκειμένου να τελειώσει ο εφιάλτης που περνούσε. Όταν η μεγαλύτερη αυτή γυναίκα πράγματι πέθανε, η Pamela ένιωσε ότι εκείνη ευθυνόταν. Αυτό ήταν ένα βάρος που κουβαλούσε για χρόνια, χωρίς να το μοιραστεί με κανέναν.

Στα δώδεκά της, την κακοποίησε ένα αγόρι μεγαλύτερης ηλικίας, το οποίο εμπιστευόταν. Το αγόρι αυτό τη βίασε και το γεγονός αυτό της διέλυσε, όπως λέει, την αίσθηση ότι μπορούσε να έχει έλεγχο στο σώμα της ή να αποφασίζει η ίδια για τη σεξουαλικότητά της. Είχε ήδη προηγηθεί η τραυματική εμπειρία με τη babysitter, και αυτή η δεύτερη πράξη βίας λειτούργησε σαν επιβεβαίωση πως η θέλησή της δεν είχε καμία σημασία.
Η πιο βίαιη και σοκαριστική εμπειρία ήρθε στα δεκαπέντε, όταν έπεσε θύμα ομαδικού βιασμού από μια ομάδα αγοριών. Η ίδια περιγράφει το γεγονός ως το απόλυτο σχίσμα: εκείνο το σημείο στο οποίο κατέρρευσε οριστικά οποιαδήποτε αίσθηση παιδικής ασφάλειας και αθωότητας. Δεν ήταν απλώς ένα μεμονωμένο τραύμα, αλλά η κορύφωση μιας αλυσίδας σεξουαλικών επιθέσεων που την έκαναν να νιώθει ότι το σώμα της δεν της ανήκε. Αν και προσπάθησε να θάψει αυτά τα γεγονότα, δεν έπαψαν ποτέ να καθορίζουν τη συμπεριφορά της και τη σχέση της με το σώμα της. Η σεξουαλικότητα για εκείνη, έγινε ταυτόχρονα πεδίο ελέγχου και άμυνας, ένα μέσο για να επιβιώσει μέσα σε έναν κόσμο που την κοίταζε μονίμως με τρόπο σεξουαλικοποιημένο.