ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Εφευρίσκοντας τη Μαρλέν Ντίτριχ: Πώς ένας σκηνοθέτης γέννησε το απόλυτο φετίχ του 20ού αιώνα

Εφευρίσκοντας τη Μαρλέν Ντίτριχ: Πώς ένας σκηνοθέτης γέννησε το απόλυτο φετίχ του 20ού αιώνα 1
Getty/ Ideal Images

Βερολίνο, 1922. Ο σκηνοθέτης Joe May κάνει κάστινγκ για την ταινία Τραγωδία του Έρωτα. Το βλέμμα του σκηνοθέτη πέφτει κατευθείαν σε μία συγκεκριμένη ύπαρξη. Ο May βρήκε την παρουσία της μαγνητική και μη μπορώντας να πάρει τα μάτια του από πάνω της, της έδωσε αμέσως τον ρόλο. Ήταν η Μαρλέν Ντίτριχ, η οποία έφυγε από τη ζωή στις 6 Μαΐου του 1992.

ΑΠΟ ΣΙΝΤΥ ΧΑΤΖΗ

Βερολίνο 1922. Ο σκηνοθέτης Joe May κάνει κάστινγκ για την ταινία του Tragödie der Liebe (Τραγωδία του Έρωτα).

Στην αίθουσα αναμονής νέες Γερμανίδες ηθοποιοί σχηματίζουν ουρά. Το βλέμμα του σκηνοθέτη πέφτει κατευθείαν σε μία από αυτές. Η γυναίκα κρατούσε ένα κουτάβι στην αγκαλιά της και κάπνιζε ένα τσιγάρο με ντελικάτες κινήσεις. Ο May βρήκε την παρουσία της μαγνητική και μη μπορώντας να πάρει τα μάτια του από πάνω της, της έδωσε αμέσως τον ρόλο. Ήταν η Μαρλέν Ντίτριχ.

Βερολίνο 1929. Ο Αυστριακός σκηνοθέτης Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ ετοιμάζει την ταινία Blue Angel. Πρόκειται για την ιστορία μιας αρχετυπικής femme fatale, η οποία εργάζεται ως περφόρμερ σε καμπαρέ της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και παρασύρει τους άντρες- θηράματά της στην καταστροφή.

Όλες οι γνωστές Γερμανίδες ηθοποιοί της εποχής είχαν δείξει ενδιαφέρον για τον συγκεκριμένο ρόλο –όλες εκτός από την Ντίτριχ, η οποία έβρισκε το ρόλο προσβλητικό.

Falling in Love Again - Blue Angel - Marlene Dietrich

Ωστόσο όταν ο φον Στερνμπεργκ παρακολούθησε για πρώτη φορά την Ντίτριχ σε παράσταση που πρωταγωνιστούσε εκείνον τον καιρό, την ερωτεύτηκε αμέσως. Στο παγερό της βλέμμα, λέγεται, πως φαντάστηκε όλες τις δυνατότητες που μπορούσε να δημιουργήσει, όχι μόνο για το συγκεκριμένο ρόλο αλλά και για πολλούς μελλοντικούς. Πολύ περισσότερο είδε την Ντίτριχ από μόνη της ως ημιτελή ρόλο, τον οποίο μπορούσε ο ίδιος να πλάσει στην εντέλεια. Γι' αυτόν η Μαρλέν Ντίτριχ δεν ήταν μια μούσα απλά, αλλά ένας ολόκληρος λευκός καμβάς έτοιμος να δεχτεί όλη του τη δημιουργικότητα, όλα του τα φανταστικά και φαντασιακά οράματα. Έτσι λοιπόν την έπεισε να δεχτεί τον ρόλο.

Η Ντίτριχ γίνεται, έτσι, το δημιούργημα του φον Στερνμπεργκ, ο οποίος την κατασκευάζει και της δίνει πνοή με έναν τρόπο που θυμίζει τον αρχαιοελληνικό μύθο του Πυγμαλίωνα. Το πρόσωπο της Ντίτριχ ήταν φυσικά από τα πιο όμορφα της εποχής, παρ΄όλα αυτά δεν ήταν σε καμία περίπτωση τέλειο. Γι' αυτό, ο σκηνοθέτης ζητά να αλλάξουν τελείως τον τρόπο με τον οποίο την έβαφαν και γενικότερα έβαφαν τις γυναίκες μέχρι τότε.

Κάτω από τα ζυγωματικά της χρησιμοποίησε μια γκρι σκια, για να τα κάνει πιο έντονα στο ασπρόμαυρο φιλμ. Με πινέλο σχημάτισε πάνω στη μύτη της μια ασημί λεπτή γραμμή για να την κάνει να φαίνεται πιο ίσια. Δημιούργησε ένα ολόκληρο σύστημα φωτισμού για να υπογραμμίσει ακόμη περισσότερο τα άγρια, ανδρόγυνα χαρακτηριστικά της. Ένας προβολέας με απαλό φως ακολουθούσε στη σκηνή την κάθε της κίνηση, κάνοντάς την να ξεχωρίζει από όλους τους άλλους ηθοποιούς. Αυτό που δημιουργούσε ήταν κάτι παραπάνω από αυτό που μπορούμε σήμερα με μαρκετινίστικους όρους να χαρακτηρίσουμε ως image making. Δεν έφτιαχνε μια σταρ, γιατί σταρ ήταν έτσι κι αλλιώς τα τελευταία χρόνια για το κοινό που την παρακολουθούσε. Πολύ περισσότερο, έφτιαχνε ένα ολόκληρο σύμβολο. Έναν νέο ορισμό φετιχιστικής σεξουαλικότητας, ανδρόγυνης, σχεδόν άφυλη, σχεδόν υπερβατική.

Η ταινία γίνεται αμέσως επιτυχία και μεταφέρεται και στο Χόλιγουντ στα αγγλικά πάλι με πρωταγωνίστρια την Μαρλέν Ντίτριχ από την Paramount Studios. Όλος ο κινηματογραφικός κόσμος μιλάει γι' αυτήν. Άντρες και γυναίκες την ερωτεύονται. Ο κόσμος της μόδας εμπνέεται από αυτήν.

Λίγα χρόνια αργότερα ο Erich Maria Remarque γράφει για τη Ντίτριχ:

«Το παγερό, φωτεινό πρόσωπο που δεν ζητά τίποτα, που απλώς υπάρχει, περιμένοντας - ήταν ένα άδειο πρόσωπο. Ενα πρόσωπο που μπορεί να αλλάξει με οποιαδήποτε έκφραση. Κάποιος θα μπορούσε να ονειρευτεί μέσα σε αυτό το οτιδήποτε. Ήταν σαν ένα όμορφο άδειο σπίτι που περιμένει μόνο τα χαλιά και τους πίνακες. Είχε όλες τις δυνατότητες-θα μπορούσε να γίνει ένα παλάτι ή ένα μπουρδέλο. Εξαρτάται από τις διαθέσεις εκείνου που θα το γεμίσει. Πόσο περιορισμένα μοιάζανε όλα τα άλλα, τα ολοκληρωμένα κι ορισμένα, σε σύγκριση με αυτό το πρόσωπο;».

Τo ατού της Ντίτριχ ήταν όντως η... «κενότητα» στο πρόσωπό της. Η δυνατότητα να εμφυσήσεις πάνω του ό,τι ήθελες εσύ ως θεατής του, πράγμα που κάνει τις δυνατότητες αυτομάτως άπειρες. Το χάρισμα αυτό καθιστούσε το πρόσωπό της ένα φετίχ, με την καθαρά ψυχαναλυτική έννοια της λέξης. Ένα μη ερωτικό εργαλείο, το οποίο ωστόσο γίνεται ερωτικό με τον τρόπο που χρησιμοποιείται και με τις φαντασιώσεις που φέρει και πραγματώνει. Η Ντίτριχ δεν ήταν σέξι, ήταν το σεξ, χωρίς απαραιτήτως να κάνει κάτι. Όπως είχε πει η ηθοποιός Λιλι Ντάρβας: «Μπορούσε να είναι υπέροχη χωρίς να κάνει τίποτα κι εκεί βρισκόταν όλο της το star quality».

Exit mobile version