Η υιοθεσία στην Ελλάδα παραμένει ένας θεσμός που προκαλεί έντονα συναισθήματα, κοινωνική ευαισθησία και πολιτικές φιλοδοξίες, όμως πίσω από τις επίσημες ανακοινώσεις και τους αριθμούς απλώνεται ένα συστηματικό πεδίο δυσκολιών που σπάνια γίνεται ορατό στο ευρύ κοινό. Η εικόνα που κυριαρχεί δημόσια – εκείνη του παιδιού που βρίσκει μια οικογένεια και του ζευγαριού που αγκαλιάζει ένα νέο μέλος – σκιάζει τη σύνθετη πραγματικότητα των διαδικασιών, των χρονικών καθυστερήσεων, των νομικών περιορισμών, των κενών στην κρατική μέριμνα και των θεσμικών αντιφάσεων.
Παρά το γεγονός ότι η ΕΛΣΤΑΤ καταγράφει αύξηση των υιοθεσιών το 2024 και παρά την πολιτική προσπάθεια των τελευταίων ετών να «εξορθολογιστεί» ο μηχανισμός μέσω των εθνικών μητρώων, η αλήθεια είναι ότι η διαδικασία εξακολουθεί να επιβαρύνει υποψήφιους γονείς και παιδιά με χρόνους που αγγίζουν το όριο της ψυχικής αντοχής. Οι πολλαπλές φάσεις αξιολόγησης, οι δικαστικές εκκρεμότητες, η έλλειψη επαρκούς ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και η χρόνια γραφειοκρατική δυσλειτουργία δημιουργούν ένα σύστημα στο οποίο οι καλές προθέσεις δεν αρκούν για να εξασφαλίσουν ότι κάθε παιδί θα φτάσει γρήγορα και με ασφάλεια σε μια οικογένεια. Πρόκειται για έναν θεσμό που λειτουργεί μεν, αλλά όχι με τους ρυθμούς και τη διαφάνεια που απαιτεί η σύγχρονη παιδική προστασία, αφήνοντας σημαντικά ζητήματα αθέατα πίσω από το αφήγημα της «βελτίωσης».

Τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2024 επιβεβαιώνουν ότι οι πράξεις υιοθεσίας ανήλθαν σε 301, παρουσιάζοντας αύξηση 6% έναντι του 2023. Ωστόσο, οι αριθμοί αυτοί δεν αποτυπώνουν μια συνολικά υγιή εικόνα. Σχεδόν οι μισές υιοθεσίες αφορούν παιδιά ηλικίας έως πέντε ετών, ενώ παρατηρείται ταυτόχρονα άνοδος στις υιοθεσίες ενηλίκων, γεγονός που φανερώνει ότι μέρος των διαδικασιών συνεχίζει να παρακάμπτει τις ανάγκες των ανηλίκων που μεγαλώνουν σε ιδρύματα. Η ανομοιομορφία των κατηγοριών των παιδιών, οι ηλικιακές προτιμήσεις, οι ιδιαιτερότητες των φακέλων και η διάκριση ανάμεσα σε «εύκολες» και «δύσκολες» περιπτώσεις, διαμορφώνουν μια σκιώδη πραγματικότητα, όπου τα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας, όσα έχουν ιδιαίτερες ανάγκες ή προέρχονται από πιο περίπλοκες κοινωνικές ιστορίες, μένουν συχνά εκτός της διαδικασίας για χρόνια. Ακόμη και στις κατηγορίες των θετών γονέων εντοπίζονται τάσεις που δείχνουν ανακατατάξεις: πτώση στα ζευγάρια που προχωρούν σε υιοθεσία, αύξηση των μονογονεϊκών πράξεων με θετό γονέα τη μητέρα, αλλά και καταγεγραμμένες περιπτώσεις όπου δεν αναφέρονται καν βασικά στοιχεία του παιδιού, όπως το φύλο.




