Ένα από τα πολύτιμα κειμήλια της αρχαίας Αιγύπτου χάθηκε οριστικά, ύστερα από κλοπή μέσα στην καρδιά του μουσειακού συστήματος της χώρας. Το Υπουργείο Εσωτερικών της Αιγύπτου επιβεβαίωσε ότι ένα χρυσό βραχιόλι ηλικίας περίπου 3.000 ετών, που ανήκε στον φαραώ Αμενεμόπε, κλάπηκε από εργαστήριο συντήρησης στο Κάιρο και τελικά το έλιωσαν, προκειμένου να εξαχθεί ο χρυσός και να μεταπωληθεί στην αγορά. Κάπως έτσι καταστράφηκε ένα μοναδικό κομμάτι πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το αντικείμενο, διακοσμημένο με χάντρες από λάπις λάζουλι, φυλασσόταν σε ειδικό χρηματοκιβώτιο του εργαστηρίου. Στις 9 Σεπτεμβρίου διαπιστώθηκε η εξαφάνισή του, γεγονός που προκάλεσε άμεση έρευνα με τη συμμετοχή των αρχών αλλά και επιτροπής που ανέλαβε να ελέγξει το σύνολο των αντικειμένων στον χώρο. Οι ανακριτικές διαδικασίες αποκάλυψαν ότι ειδικός συντήρησης του μουσείου είχε αφαιρέσει το βραχιόλι, το οποίο πούλησε αρχικά σε έμπορο αργύρου στην περιοχή Sayyida Zeinab του Καΐρου έναντι περίπου 180.000 αιγυπτιακών λιρών (3.146 ευρώ). Από εκεί το αντικείμενο πέρασε σε χρυσοχοείο και στη συνέχεια σε χυτήριο χρυσού, όπου αναμορφώθηκε μαζί με άλλα μεταλλικά κομμάτια.
Η αστυνομία προχώρησε στη σύλληψη αρκετών υπόπτων και κατέσχεσε τα έσοδα της πώλησης, τα οποία ανήλθαν σε περίπου 194.000 αιγυπτιακές λίρες (4.000 δολάρια). Ταυτόχρονα, εικόνες του χαμένου βραχιολιού διανεμήθηκαν σε τελωνεία, αεροδρόμια και χερσαία σύνορα, προκειμένου να αποτραπεί η πιθανότητα παράνομης διακίνησής του στο εξωτερικό.
Η υπόθεση αναδεικνύει για ακόμη μία φορά τις σοβαρές αδυναμίες στη φύλαξη των αρχαιοτήτων σε μια χώρα που ετοιμάζεται να εγκαινιάσει το Μεγάλο Αιγυπτιακό Μουσείο, έργο-ναυαρχίδα της πολιτιστικής της πολιτικής. Για τους ειδικούς, η απώλεια είναι ανυπολόγιστη: το βραχιόλι δεν αποτελούσε μόνο κόσμημα, αλλά τεκμήριο της 21ης Δυναστείας (περ. 993–984 π.Χ.), μιας περιόδου πολιτικής αστάθειας αλλά και υψηλής καλλιτεχνικής δημιουργίας.
