ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Ζούμε για ένα Like: Όταν το φαίνεσθαι νικά το είναι

Ζούμε για ένα Like: Όταν το φαίνεσθαι νικά το είναι 1
Shutterstock

Από τη φωτογραφία του παιδιού με καλυμμένο πρόσωπο, μέχρι τον δημόσιο επικήδειο ενός αγνώστου, ζούμε σε έναν κόσμο που διψά για επιβεβαίωση και ξεχνά την αλήθεια πίσω από τα φίλτρα.

ΑΠΟ ΚΛΑΙΡΗ ΚΑΛΑΝΤΖΗ

Η ζωή μας, δυστυχώς, περιτριγυρίζεται από ένα like στα social media. Ένα μικρό εικονίδιο που μοιάζει να καθορίζει την αξία μας, να επιβεβαιώνει την ύπαρξή μας. Έχω σκέψεις και απορίες που δύσκολα θα εκφράσει κανείς δυνατά, γιατί φοβάται μήπως τον πουν κακό, ζηλιάρη ή «εκτός εποχής». Όμως κάποιες φορές, η σιωπή είναι συνενοχή σε μια ψευδαίσθηση.

Απορώ, λοιπόν, γιατί ένας γονιός ανεβάζει φωτογραφία των ανήλικων παιδιών του στα social media και ταυτόχρονα καλύπτει το πρόσωπό τους. Τι θέλει να δείξει; Ποιο είναι το σημαντικό μήνυμα πίσω από μια εικόνα ενός παιδιού στην παιδική χαρά ή την πρώτη μέρα στο σχολείο; Γιατί μια προσωπική στιγμή, που ανήκει στο παιδί, πρέπει να γίνει θέαμα για τους χρήστες του διαδικτύου;

Το θέμα δεν είναι ότι ανεβάζουν φωτογραφίες — είναι ότι τις ανεβάζουν με καλυμμένο πρόσωπο. Θέλεις να μου δείξεις το παιδί σου, αλλά ταυτόχρονα δεν θέλεις να το δείξω. Εδώ βρίσκεται η μεγάλη αντίφαση. Αν πραγματικά θέλεις να το προστατεύσεις, μην ανεβάζεις καθόλου τη φωτογραφία του. Αν όμως το κάνεις, καλύπτοντας το πρόσωπο, τότε μάλλον δεν πρόκειται για πράξη προστασίας, αλλά για συμβιβασμό μεταξύ του «θέλω να δείξω» και του «φοβάμαι να δείξω». Μια πράξη που φανερώνει την ανάγκη για επιβεβαίωση, μα και τον φόβο της κοινωνικής κριτικής.

Το «τέλειο» χωράει μόνο στην ψηφιακή βιτρίνα, γιατί αυτό θέλουμε να δείξουμε: όχι ποιοι είμαστε, αλλά ποιοι θα θέλαμε να φαινόμαστε.

Το ίδιο συμβαίνει και με άλλες «στιγμές» της διαδικτυακής ζωής. Άνθρωποι γράφουν επικήδειους στα social για κάποιον που έφυγε από τη ζωή, χωρίς καν να τον έχουν γνωρίσει. Αναφέρονται με συγκίνηση σε έναν αποθανόντα, λες και εκείνος μπορεί να τους διαβάσει. Πρόκειται για μια μορφή ψηφιακής θλίψης, που συχνά δεν εκφράζει αληθινό πόνο, αλλά ανάγκη να φανεί η ευαισθησία, να κερδηθεί η συμπάθεια, να μαζευτούν μερικές «καρδούλες». Και έτσι, η στιγμή του πένθους —που κάποτε ήταν ιερή και σιωπηλή— μετατρέπεται σε δημόσιο θέαμα.

Το ίδιο ισχύει και με την επιλεκτική έκθεση της επιτυχίας. Γονείς, θείοι, γιαγιάδες ανεβάζουν με περηφάνια βαθμολογίες των παιδιών, όταν αυτές είναι πάνω από το 18. Κανείς όμως δεν ανεβάζει τις φορές που το παιδί έφερε 11 ή 12. Το «τέλειο» μόνο χωράει στην ψηφιακή βιτρίνα, γιατί αυτό θέλουμε να δείξουμε: όχι ποιοι είμαστε, αλλά ποιοι θα θέλαμε να φαινόμαστε.

Κι έτσι, σιγά σιγά, οικοδομούμε μια κοινωνία όπου το «φαίνεσθαι» υπερισχύει του «είναι». Μια κοινωνία που μετρά την αξία με likes και σχόλια, που αποζητά διαρκώς επιβεβαίωση, που μπερδεύει την αποδοχή με την αγάπη. Και πίσω από όλα αυτά, πίσω από τις φωτογραφίες, τα χαμόγελα, τα φίλτρα και τα hashtags, συχνά υπάρχει μια σιωπηλή μοναξιά. Η ανάγκη να μας βλέπουν, να μας αναγνωρίζουν, να μας πουν πως υπάρχουμε.


Demy: Όρια, φόβοι και η επιστροφή στον πυρήνα

Η Ειρήνη και η Έλενα υποδέχονται στο στούντιο τη Demy για μια ειλικρινή συζήτηση που θα σας αγγίξει περισσότερο από όσο φαντάζεστε.


READ MORE

ΑΠΟΡΡΗΤΟ