Πριν λίγο καιρό, η Ιωάννα Τούνη δημοσίευσε ένα βίντεο που προκάλεσε αρνητικές αντιδράσεις και χλευασμό. Στο βίντεο έλεγε πως πάσχει από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (OCD): «Σας έχω πει ότι έχω λίγο OCD και θέλω πάντα τα πράγματα όπως τα έχω στο μυαλό μου, αλλιώς δεν μπορώ να βρω ηρεμία;». Στη συνέχεια, εξηγούσε τον ιδεοψυχαναγκασμό της, λέγοντας ότι πάντα είχε πρόβλημα με «τα βετέξ που είναι τόσο πολύχρωμα και άσχημα»;! Από κάτω πολλοί χρήστες εξήγησαν πόσο άκυρη ήταν η διάγνωση και, ταυτόχρονα, προσβλητική για τους πάσχοντες.
Η Sabrina Carpenter στο τραγούδι Never Getting Laid, του νέου της δίσκου Man’s Best Friend, απευθύνεται στον πρώην της, που την άφησε πληγωμένη και ψυχικά τραυματισμένη. Για αυτό, τον καταριέται: «Ελπίζω κάποτε να πάθεις αγοραφοβία». Οι στίχοι προκάλεσαν αντιδράσεις με πολλούς να σχολιάζουν ότι μια τόσο σοβαρή ψυχική νόσος, που καθιστά τα άτομα συχνά ανήμπορα να έχουν κάποια φυσιολογική κοινωνική ζωή, δε θα έπρεπε να ευτελίζεται. Άλλοι πάλι, μεταξύ των οποίων και αγοραφοβικοί, υποστήριξαν ότι χάρηκαν που άκουσαν τη διάγνωσή τους στους στίχους ενός ποπ τραγουδιού. «Ναι, η αγοραφοβία είναι απαίσια. Δε μπορούσα να βγω από το σπίτι μου για βδομάδες. Είναι από τα χειρότερα πράγματα που μπορείς να έχεις και γιαυτό ΦΥΣΙΚΑ και θα το ευχόμουν σε έναν πρώην που μου έκανε κακό. Θα ευχόμουν και πολύ χειρότερα» σχολίασε ένας χρήστης.
Το 2019, διαγνώστηκα με γενικευμένη αγχώδη διαταραχή και έλαβα αγωγή. Ένας γνωστός μου είχε σχολιάσει τότε ότι δεν είναι «κάτι», αφού «όλοι πάσχουμε από αυτό». Τότε είχα εκνευριστεί πολύ με την επιπολαιότητα της συλλογιστικής, αλλά πλέον την καταλαβαίνω εν μέρει. Οι αγχώδεις διαταραχές, όπως και άλλες ψυχικές ασθένειες, είναι το σύμπτωμα της εποχής. Είναι άμεσα συνδεδεμένες με την καταπιεστική ρουτίνα στην οποία ζούμε, όπου δουλεύουμε καθημερινά μπροστά σε οθόνες. Τρώμε ώρες αγνής, πολύτιμης, ιερής ζωής από και προς τη δουλειά μας. Όταν φτάνουμε στα σπίτια μας, είναι πλέον τόσο αργά, που δεν έχουμε χρόνο να κάνουμε τίποτα παραπάνω, από το να καλύψουμε τις βασικές μας ανάγκες και ίσως να σκρολάρουμε στα social media. Το να είμαστε σε επαφή με τη φύση δε θα έπρεπε να είναι πολυτέλεια. Ούτε θα έπρεπε να μου παίρνει μερικά λεπτά για να θυμηθώ πότε ήταν η τελευταία φορά που απόλαυσα το μωβ, το μπλε, το ροζ του ουρανού.
Παράλληλα, όμως, δεν έχουν όλοι γενικευμένη αγχώδη διαταραχή. Δε βιώνουν όλοι άγχος πριν μπουν για ντουζ, πριν βγουν με τους φίλους τους, πριν μαγειρέψουν ένα γεύμα, πριν μπουν στο λεωφορείο. Δε θυμάμαι ποτέ κάποια στιγμή που να μη συνοδεύεται η κάθε μου κίνηση από άγχος. Είναι σαν μια μουσική που παίζει στο background του μυαλού μου. Εδώ και κάποιο καιρό, έχω καταφέρει να τη χαμηλώσω. Παρόλαυτα, είναι πάντα εκεί.
Πού τραβάμε λοιπόν τα όρια (γλωσσικά, πολιτισμικά, κοινωνικά) μεταξύ των ψυχικών διαταραχών και των φυσικών ψυχικών αντιδράσεων; Και, τελικά, πόσο καλό ή κακό μας κάνει αυτή η νέα τάση για αυτοδιάγνωση.
Ναρκισσιστές πρώην, σχιζοφρενείς δολοφόνοι και καταθλιπτικοί καιροί
Όροι όπως «διπολικός», «σχιζοφρενής», «αυτιστικός», «ψυχαναγκαστικός» έχουν εισέλθει αθόρυβα στον καθημερινό λόγο μας. Χρησιμοποιούνται σαν επίθετα, σαν κωμικά σχόλια για χαρακτήρες ή συμπεριφορές. Ο γείτονας που κρατά το σπίτι του πάντα πεντακάθαρο «έχει OCD». Ο αμήχανος συνάδελφος «είναι αυτιστικός». Ο καιρός δεν είναι απλώς άστατος, είναι «διπολικός». Ξαφνικά, όλοι έχουμε έναν ναρκισσιστή πρώην ή γονέα, τι κι αν η ναρκισσιστική διαταραχή απαντάται σε 0.5% με 6.2% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Το φαινόμενο αυτό δεν είναι νέο, αλλά η συχνότητά του έχει εκτοξευθεί. Στη Βρετανία, έρευνες έχουν δείξει ότι περίπου το 11% των αναφορών στη λέξη «σχιζοφρένεια» στον Τύπο χρησιμοποιούνται μεταφορικά, ενώ η αντίστοιχη λέξη για καρκίνο εμφανίζεται σε μεταφορική χρήση μόλις στο 0,02% των περιπτώσεων. Στις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Ελβετία τα ποσοστά μεταφορικής χρήσης φτάνουν το 28%, 58% και 31% αντίστοιχα. Η γλώσσα της ψυχικής υγείας έχει γίνει εύκολο εργαλείο για σχόλια, αστεία και αναλογίες, αλλά με πραγματικές συνέπειες.
Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η ελαφρότητα με την οποία χρησιμοποιούνται οι όροι αυτοί, θολώνει τις έννοιες γύρω από σοβαρές διαταραχές και συντηρεί το στίγμα. Ο ψυχίατρος Arun Chopra θυμάται μια μητέρα ενός σχιζοφρενούς παιδιού, που ξέσπασε σε κλάματα διαβάζοντας ένα άρθρο που χαρακτήριζε τον καιρό «σχιζοφρενικό». «Κανείς δεν θα έλεγε ποτέ “είναι λίγο διαβητικός”», λέει, «αλλά η ψυχική ασθένεια αντιμετωπίζεται σαν αστείο».
Ξαφνικά, όλοι έχουμε έναν ναρκισσιστή πρώην ή γονέα, τι κι αν η ναρκισσιστική διαταραχή απαντάται σε 0.5% με 6.2% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Κι όμως, η χρήση αυτών των όρων δεν ενοχλεί όλους. Ορισμένοι, όπως η αρθρογράφος Bryony Gordon, που πάσχει από OCD, βλέπουν τη μεταφορική χρήση σαν μια αφορμή συζήτησης. «Δεν με προσβάλλει όταν το λένε ελαφρά. Τουλάχιστον αναγνωρίζεται ότι υπάρχει», λέει. Αλλά οι περισσότεροι ακτιβιστές, όπως ο Andrew McCulloch από το Mental Health Foundation, αντιτείνουν ότι η μεταφορική χρήση διαιωνίζει τη σύγχυση, αν όχι το στίγμα: «Όλες οι λέξεις αρχίζουν να σημαίνουν το ίδιο και καταλήγουν εξίσου προσβλητικές με το να αποκαλείς κάποιον “τρελό”».
Η πρόοδος στην ευαισθητοποίηση είναι σαφής: η συζήτηση πλέον είναι πιο ανοιχτή από ποτέ κι ο κόσμος αρχίζει να μαθαίνει για τις ψυχικές διαταραχές. Είναι όμως αυτό αρκετό; Η ισορροπία είναι εύθραυστη: η γλώσσα μπορεί να προσελκύσει την προσοχή, να διδάξει, να προειδοποιήσει ή να βλάψει. Όπως λέει ο Joel Rose, διευθυντής του OCD Action: «Πριν πέντε χρόνια, αν έλεγες “OCD”, λίγοι ήξεραν τι εννοείς. Τώρα ξέρουν περίπου, αλλά όχι πραγματικά. Τα επόμενα πέντε χρόνια πρέπει να εκπαιδεύσουμε τον κόσμο, ώστε να καταλάβει πόσο σοβαρή και εξαντλητική μπορεί να είναι η διαταραχή».
Η γλώσσα των ψυχικών νοσημάτων, λοιπόν, δεν είναι απλώς εργαλείο επικοινωνίας. Είναι καθρέφτης της κοινωνίας μας: πόσο εύκολα γίνονται αστεία οι ανθρώπινες δυσκολίες, πόσο συχνά συγχέουμε την ιδιοσυγκρασία με την πάθηση, και πόσο ορίζουμε την πραγματικότητα μέσα από λέξεις που υποδηλώνουν πόνο και πάλη.
Διαγνωστικός πληθωρισμός
Τα τελευταία χρόνια, η συζήτηση γύρω από τις ψυχικές διαταραχές έχει γίνει αδιάκοπη. Αν κάποιος σου πει σήμερα ότι έχει κατάθλιψη ή αγχώδη διαταραχή, δεν είναι πια μια αποκλειστικά ιατρική πληροφορία· είναι μια δήλωση που ακουμπά την κοινωνική μας πραγματικότητα, τα social media, την κουλτούρα της ευαισθητοποίησης.
Μια επισκόπηση του 2021 στο The Lancet κατέγραψε αύξηση 26% στις αγχώδεις διαταραχές και 28% στις καταθλιπτικές μόνο μέσα στον πρώτο χρόνο της πανδημίας. Και όμως, οι αυξημένες διαγνώσεις δεν προέκυψαν μόνο από τα lockdowns ή τη μοναξιά· υπήρχε ήδη μια τάση που ερμήνευε τη θλίψη, το στρες, την κόπωση σαν ένδειξη ψυχικής ασθένειας. Πόσο χρήσιμο είναι, όμως, να ιατρικοποιούμε αρνητικά αισθήματα, τα οποία είναι προϊόντα της ζοφερής καθημερινότητας που μας επιβάλλεται από το οικονομικο-πολιτικό σύστημα στο οποίο ζούμε;
Η κοινωνία μας έχει εκπαιδευτεί να βλέπει τα αρνητικά συναισθήματα σαν «διακόπτες»: είτε έχεις διαταραχή, είτε όχι. Το να νιώθεις άσχημα, σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά. Η ψυχική δυσφορία αντιμετωπίζεται σαν ασθένεια, αντί για φυσιολογική αντίδραση σε δύσκολες συνθήκες.
Αν κάποιος σου πει σήμερα ότι έχει κατάθλιψη ή αγχώδη διαταραχή, δεν είναι πια μια αποκλειστικά ιατρική πληροφορία· είναι μια δήλωση που ακουμπά την κοινωνική μας πραγματικότητα, τα social media, την κουλτούρα της ευαισθητοποίησης.
Οι Allan V. Horwitz και Jerome C. Wakefield το ονόμασαν «διαγνωστικό πληθωρισμό»: συγχέουμε τη φυσιολογική λύπη με την κλινική κατάθλιψη, επειδή η κοινωνία θεωρεί ότι το να νιώθεις άσχημα είναι «κακό». Όμως, όπως αναρωτιόταν ήδη από τη δεκαετία του ’50 ένα ακαδημαϊκό κείμενο κοινωνικής ψυχολογίας: «Κακό για ποιον; Για τη μεσαία τάξη; Για τη δημοκρατία; Για την ευτυχία του ατόμου; Για τη διατήρηση του status quo;». Στην πραγματικότητα, ο πόνος ή η δυσφορία είναι συχνά σήμα προστασίας του σώματος. Το ίδιο και η ψυχική δυσφορία: πολλές φορές είναι ένδειξη ότι κάτι μας πιέζει ή ότι χρειαζόμαστε φροντίδα, όχι απαραίτητα διάγνωση.
Αυτή η δυαδική αντίληψη (είτε έχεις διαταραχή είτε όχι) είναι ακόμα πιο προβληματική στα ψυχικά νοσήματα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι το 2019, ένας στους οκτώ ανθρώπους παγκοσμίως ζούσε με κάποια ψυχική διαταραχή. Αλλά πώς καθορίζεται ποιος ανήκει στους οκτώ και ποιος όχι; Αν κάνεις οποιοδήποτε online τεστ κατάθλιψης, σχεδόν σίγουρα θα βγεις «θετικός». Όμως αυτό σημαίνει ότι έχεις κατάθλιψη; Εξαρτάται ποιον ρωτάς και πόσο κρίνουν ότι τα συμπτώματα «επηρεάζουν υπερβολικά» τη ζωή σου.
Πολλοί ερευνητές επισημαίνουν πια το κόστος αυτής της νοοτροπίας. Το στρες και η θλίψη, λένε, είναι απολύτως φυσιολογικά και συχνά ωφέλιμα. Εξελικτικά υπάρχουν για να μας βοηθούν να προσαρμοζόμαστε και να ανταποκρινόμαστε. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές φορές δεν θέλουμε καν να «νιώθουμε καλά». Θέλουμε να θυμώσουμε, να θρηνήσουμε, να αντιδράσουμε.
Το ΑΙ είναι ο ψυχολόγος μου
Η υπερδιάγνωση δεν είναι το μόνο πρόβλημα. Υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που δεν έχουν πρόσβαση σε βασική ψυχική φροντίδα. Η υποδιάγνωση συνυπάρχει με την υπερδιάγνωση. Ο ψυχίατρος Robert Waldinger του Χάρβαρντ υπενθυμίζει ότι η ψυχική υγεία χρειάζεται συντήρηση, όπως και η σωματική. Δεν σημαίνει ότι είσαι άρρωστος· σημαίνει ότι χρειάζεσαι φροντίδα και προσοχή.
Κι όμως, το διαδίκτυο έχει εισχωρήσει δυναμικά σε αυτή τη συζήτηση. Οι εφαρμογές αυτοδιάγνωσης και τα βίντεο τύπου «Τεστ Άγχους» ή «Διπολική Διαταραχή Check» προσφέρουν στους ανθρώπους γρήγορη επιβεβαίωση (ή ψευδή βεβαίωση) ότι «κάτι δεν πάει καλά μαζί τους». Στα παραπάνω, έρχεται να προστεθεί το ΑΙ, με όλο και περισσότερο κόσμο να υποστηρίζει ότι χρησιμοποιεί το ChatGPT ως θεραπευτή του. Δεν είναι ιδανικό αλλά είναι καλύτερο από το να μη μιλήσεις σε κανέναν; Η Claire Eastham και η Lucy Nichol επισημαίνουν ότι, παρά τον κίνδυνο υπερβολής, η διαθεσιμότητα πληροφοριών δημιουργεί ασφαλέστερους χώρους για όσους ζουν με ψυχικές διαταραχές. Το διαδίκτυο, ενώ διασπείρει συχνά σύγχυση, μπορεί επίσης να προσφέρει εκπαίδευση και αίσθηση κοινότητας.
Η υποδιάγνωση συνυπάρχει με την υπερδιάγνωση.
Η ουσία είναι σαφής: το άγχος, η κατάθλιψη, η διπολική διαταραχή δεν είναι τρεντ, ούτε μεταφορικά επίθετα. Δεν είναι μια «κακή μέρα», «μια φάση» ή μια «ιδιοτροπία». Είναι σοβαρές εμπειρίες ζωής που απαιτούν προσοχή, ευαισθησία και ακριβή γλώσσα. Κι όσο εμείς συγχέουμε το καθημερινό στρες με κλινικές διαταραχές, τόσο η πραγματικότητα των ανθρώπων που υποφέρουν σοβαρά μειώνεται σε αστείο ή μεταφορά.
Η αυξημένη αυτοδιάγνωση δεν είναι τυχαία. Το δημόσιο σύστημα υγείας παρέχει κάποια (ανεπαρκή) εργαλεία, αλλά παράλληλα κυκλοφορούν δεκάδες μη ρυθμιζόμενες εφαρμογές, βίντεο και online τεστ που ισχυρίζονται ότι μπορούν να αναγνωρίσουν ή να «θεραπεύσουν» ψυχικές διαταραχές. Το πρόβλημα δεν είναι η αυτοδιάγνωση καθεαυτή· είναι η αίσθηση ότι οι μη ειδικοί γίνονται μέρος της διαδικασίας διάγνωσης, προσδίδοντας βαρύτητα σε αμφίβολες πληροφορίες.
Όπως λέει ο καθηγητής John Powell, «υπάρχει η φράση ‘κυβερνοϋποχονδρία’ — οι άνθρωποι πηγαίνουν online και αποφασίζουν ότι έχουν κάθε λογής φρικτό νόσημα». Παράλληλα, όμως, η ψηφιακή αυτοβοήθεια έχει και τα θετικά της. Μπορεί να προσφέρει υποστήριξη σε ανθρώπους που δεν χρειάζονται κλινική παρέμβαση ή που δεν έχουν πρόσβαση σε τετ-α-τετ θεραπεία, προσφέροντάς τους στρατηγικές διαχείρισης άγχους και στρες.
Παράλληλα, η σύγχυση παραμένει. Το καθημερινό στρες, η λύπη, η νευρικότητα, όλα αυτά τα συναισθήματα που συνήθως βιώνουμε, δεν αποτελούν ψυχικές διαταραχές. Ο καθηγητής Powell υπενθυμίζει ότι η κατάσταση είναι λιγότερο δυαδική από ό,τι πολλοί πιστεύουν: δεν πρόκειται για καλό ή κακό, σωστό ή λάθος. Το διαδίκτυο και τα social media δεν πρόκειται να σταματήσουν· έτσι ζούμε τώρα, σε έναν κόσμο όπου η ψυχική υγεία περνά μέσα από ψηφιακά φίλτρα, αλγόριθμους και κοινότητες.
@psychdoc_amira Medical Quiz: Psychiatry Edition 🧠 Pt. 1 Bipolar Disorder #quiz #challenge #medicalquiz #medstudent #doctor #nurse #premed #psychiatry #mentalhealth #bipolar #blackdoctors #fyp #foryoupage ♬ Game Show - Michael Andrew MacLennan
«Όλοι πάσχουμε από αυτό»
Η πρόκληση, λοιπόν, είναι διπλή: από τη μία, να εκμεταλλευτούμε τις δυνατότητες της ψηφιακής αυτοβοήθειας· από την άλλη, να μην αφήσουμε την επιπολαιότητα στη γλώσσα και την υπερδιάγνωση να υποβαθμίσουν τη σοβαρότητα των πραγματικών ψυχικών διαταραχών. Η διαφορά μεταξύ άγχους και αγχώδους διαταραχής, μεταξύ θλίψης και κατάθλιψης, μεταξύ κακής μέρας και ψυχικής νόσου, είναι κρίσιμη, όχι μόνο για την ατομική κατανόηση, αλλά και για την κοινωνική αντίληψη και το στίγμα γύρω από την ψυχική υγεία.
Στο τέλος, η συζήτηση γύρω από τις ψυχικές διαταραχές δεν είναι απλώς θέμα ιατρικής ακριβείας· είναι ζήτημα γλώσσας, κουλτούρας και συλλογικής συνείδησης. Οι ψυχιατρικοί όροι έχουν γίνει τόσο κοινόχρηστοι, που συχνά χάνουν τη σημασία τους και συγχέονται με καθημερινές ενοχλήσεις ή ιδιοτροπίες. Το αποτέλεσμα είναι διπλό: από τη μία υπερδιάγνωση, από την άλλη υποτίμηση των πραγματικών ασθενών.
Αλλά δεν μπορούμε να μιλάμε για ψυχική υγεία χωρίς να μιλήσουμε για το κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο. Η ψηφιακή εποχή, η αέναη πίεση για παραγωγικότητα, η ανασφάλεια της εργασίας, η επιβολή της εικόνας και της κατανάλωσης: όλα συμπιέζουν την ψυχή μας. Το άγχος, η κατάθλιψη, η εξουθένωση δεν είναι ατομικές αποτυχίες· είναι συμπτώματα ενός συστήματος που μετατρέπει τη ζωή σε διαρκή αγώνα επιβίωσης και θέλει τον άνθρωπο υποταγμένο, απομονωμένο, ποσοτικά μετρήσιμο και συνεχώς συγκρινόμενο.
Η συζήτηση γύρω από τις ψυχικές διαταραχές δεν είναι απλώς θέμα ιατρικής ακριβείας· είναι ζήτημα γλώσσας, κουλτούρας και συλλογικής συνείδησης.
Κανένα βίντεο στο YouTube, καμία εφαρμογή ή post στο Instagram δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη διάγνωση ειδικού ή την κοινωνική προστασία που λείπει. Η πρόκληση δεν είναι να απαγορεύσουμε τη συζήτηση ή να στιγματίσουμε όσους μιλούν για το στρες και τη θλίψη τους αλλά να αναγνωρίσουμε ότι η ψυχική δυσφορία είναι και πολιτική.
Η ψυχική «υπερκόπωση» που βιώνουμε, είτε είμαστε ψυχικά ασθενείς είτε όχι, είναι αποτέλεσμα κοινωνικο-πολιτικών δομών που εκμεταλλεύονται το χρόνο, την ενέργεια και την ψυχή μας. Οφείλουμε να εκπαιδεύσουμε τους εαυτούς μας και τα παιδιά μας, ώστε να βλέπουν τα συναισθήματα ως κομμάτια της ανθρώπινης εμπειρίας, αλλά και ως δείκτη των κοινωνικών ανισοτήτων που τα προκαλούν.
@amicharlize Little reminder for those struggling. you can get through anything trust me 🫶🏼
♬ origineel geluid - fiona
Η ευθύνη είναι συλλογική. Κάθε λέξη που χρησιμοποιούμε, κάθε post που κοινοποιούμε, κάθε τεστ που διαδίδουμε online συμμετέχει στη διαμόρφωση της κοινής αντίληψης για την ψυχική υγεία. Αν θέλουμε να μειώσουμε το στίγμα και να προστατεύσουμε όσους υποφέρουν, δεν αρκεί η ατομική φροντίδα· χρειάζεται συλλογική αντίσταση σε ένα σύστημα που μας εξουθενώνει.
Στο τέλος, η ψυχική υγεία δεν είναι trend, ούτε hashtag. Είναι ανθρώπινη κατάσταση, πολυδιάστατη και εύθραυστη, που απαιτεί σεβασμό, ακρίβεια και πάνω απ’ όλα πολιτική συνείδηση. Η δύναμη της γλώσσας είναι τεράστια: μπορεί να θεραπεύσει ή να τραυματίσει, να ανοίξει δρόμους κατανόησης ή να αποσιωπήσει την πραγματικότητα. Το ερώτημα είναι αν θα την αφήσουμε να μας καθορίσει ή αν θα την χρησιμοποιήσουμε για να πούμε την αλήθεια όπως είναι: πολύπλοκη, ανθρώπινη, και σαφώς πολιτική.


