Το 2018, η Daily Mail χαρακτήρισε τον Ralphie Waplington ως τον «νεότερο ινφλουένσερ» των μέσων κοινωνικής δικτύωσης της Βρετανίας. Ο Ralphie, ο οποίος ήταν τότε δύο ετών, είχε είκοσι χιλιάδες ακολούθους στο Instagram. Οι γονείς του τον φωτογράφιζαν σύμφωνα με τις εντολές που λάμβαναν από εμπορικούς συνεργάτες- τα μέλη της ευρύτερης οικογένειάς του έπρεπε να ζητήσουν έγκριση πριν δημοσιεύσουν τις δικές τους φωτογραφίες με τον Ralphie, μη τυχόν και βλάψουν το εμπορικό σήμα με μια πόζα ενδεχομένως εκτός μηνύματος.
«Ο Ralphie είναι αναμφισβήτητα χαριτωμένος. Αλλά η χαριτωμενιά του επιτείνει μόνο την αίσθηση ανησυχίας που νιώθουμε κάθε φορά που εξετάζουμε τους ινφλουένσερ και την τέχνη τους» σχολιάζει ο Αμερικανός συγγραφέας Laurence Scott σε ένα άρθρο του New Yorker, το 2019 και συνεχίζει βάζοντας τα πράγματα στη θέση τους:
«Σε ένα επίπεδο, ο όρος "ινφλουένσερ" είναι μια ανόητη, εμπορική ταμπέλα, που περιγράφει κάποιον που εκμεταλλεύεται ένα διαδικτυακό κοινό υποστηρίζοντας προϊόντα ή υπηρεσίες -έναν εκπρόσωπο διασημοτήτων για την εποχή των σόσιαλ μίντια».
Τα χρόνια πέρασαν, ο όρος ινφλουένσερ καθιερώθηκε και σήμερα, έρχεται εκ νέου ο φιλόλογος, γλωσσολόγος και καθηγητής Πανεπιστημίου, Γιώργος Μπαμπινιώτης να επαναπροσδιορίσει ένα λεκτικό τικ, με μια ανάρτησή του φέισμπουκ, που έγινε -τι άλλο;- viral.
«Όπως μας υπενθυμίζει ο χαρακτηριστικός, μοντέρνος ισχυρισμός του Φραγκίσκου, η επιρροή δεν χρειάζεται να ευθυγραμμίζεται με τα εταιρικά συμφέροντα» σχολιάζει ο Αμερικανός συγγραφέας Laurence Scott στο ίδιο άρθρο, στο New Yorker, τοποθετώντας τη δράση του ινφλουένσερ στο κέντρο του σύγχρονου, πολυδιάστατου μάρκετινγκ, όπου και κυρίως ανήκει.
