Πολλές δίκες, λίγα προδικαστικά ερωτήματα

Στην Ελλάδα, παρότι διεξάγονται πολλές δίκες, τα προδικαστικά ερωτήματα που αποστέλλονται στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ελάχιστα

Πολλές δίκες, λίγα προδικαστικά ερωτήματα

Ο μηχανισμός προδικαστικής παραπομπής του άρθρου 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ») αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του ευρωπαϊκού δικαιϊκού συστήματος, καθώς διασφαλίζει την ενιαία ερμηνεία και εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Μέσω του μηχανισμού αυτού, κάθε εθνικό δικαστήριο που αντιμετωπίζει ζήτημα ερμηνείας ή κύρους του ενωσιακού δικαίου μπορεί (ή και υποχρεούται) να απευθυνθεί στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΔΕΕ»), προκειμένου να λάβει δεσμευτική καθοδήγηση.

Η παραπομπή είναι προαιρετική για τα κατώτερα δικαστήρια (εκτός αν τίθεται ζήτημα κύρους του ενωσιακού δικαίου), αλλά υποχρεωτική για τα δικαστήρια των κρατών μελών των οποίων οι αποφάσεις δεν υπόκεινται σε ένδικα μέσα, όπως εν Ελλάδι λ.χ. ο Άρειος Πάγος και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Το ΔΕΕ δεν αποφαίνεται επί της ουσίας της διαφοράς, αλλά παρέχει την αυθεντική ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, την οποία στη συνέχεια εφαρμόζει το εθνικό δικαστήριο στην ενώπιόν του υπόθεση.

Η σημασία του μηχανισμού για τα κράτη μέλη είναι μεγάλη, καθώς εξασφαλίζει την ομοιόμορφη εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου και προωθεί την ασφάλεια δικαίου. Παράλληλα, ενισχύει τη συνεργασία μεταξύ του ΔΕΕ και των εθνικών δικαστηρίων, εγκαθιδρύοντας έναν ουσιαστικό δικαστικό διάλογο.

Για τους πολίτες, η προδικαστική παραπομπή αποτελεί βασική εγγύηση προστασίας των δικαιωμάτων τους, αφού μέσω αυτής μπορούν, έστω έμμεσα, να ζητήσουν την ερμηνεία κανόνων της Ένωσης που τους αφορούν και να αμφισβητήσουν το κύρος τους. Έτσι εξασφαλίζεται ότι οι ίδιοι κανόνες ισχύουν και εφαρμόζονται ομοιόμορφα σε όλη την Ένωση, ανεξαρτήτως του κράτους μέλους στο οποίο οι πολίτες διαμένουν, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη και τη συνοχή του ευρωπαϊκού νομικού συστήματος.

Η θεωρία πείθει. Στην πράξη, ωστόσο, προβληματίζει το εξής. Στην Ελλάδα, παρότι διεξάγονται πολλές δίκες, τα προδικαστικά ερωτήματα που αποστέλλονται στο ΔΕΕ είναι ελάχιστα. Βάσει επίσημης έκθεσης του ΔΕΕ, η Ελλάδα τα τελευταία τέσσερα χρόνια απέστειλε συνολικά μόλις 19 (!!) προδικαστικά ερωτήματα. Χώρες αντίστοιχου μεγέθους έστειλαν πολύ περισσότερα, λ.χ. η Βουλγαρία 218 προδικαστικά, το Βέλγιο 168, η Ουγγαρία 94 και η Ολλανδία 113.

Ξέρω τι θα σκεφτεί ο αναγνώστης σε αυτό το σημείο: και άλλη καθυστέρηση; Ήδη είμαστε πολύ πίσω σε αυτόν τον τομέα παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, και οι δίκες συχνά ξεπερνούν τον εύλογο χρόνο.

Τρεις απαντήσεις θα έδινα σε αυτό. Πρώτον, η προδικαστική παραπομπή θα γίνεται μόνο αν είναι αναγκαία κατά την κρίση του Έλληνα δικαστή ή αν είναι υποχρεωτικό βάσει του ενωσιακού δικαίου. Δεν είναι φυσικά σκοπός μας απλώς να … βελτιώσουμε τα στατιστικά μας per se! Δεύτερον, επιτρέπεται η κατεπείγουσα εκδίκαση ενός προδικαστικού ερωτήματος ενώπιον του ΔΕΕ αν ζητηθεί από το ελληνικό δικαστήριο, λόγω χάριν όταν υπάρχει προσωρινή κράτηση. Τρίτον, ας είμαστε ειλικρινείς, στις περισσότερες περιπτώσεις δε θα είναι η προδικαστική παραπομπή ο λόγος που θα επέλθει υπέρβαση του εύλογου χρόνου. Συνεπώς, αν οι εθνικές δικαστικές διαδικασίες διεκπεραιώνονται γενικώς εντός εύλογου χρόνου, τότε η καθυστέρηση λόγω της αναμονής απάντησης από το ΔΕΕ δε θα είναι αυτή καθαυτή λόγος υπέρβασης της εύλογης διάρκειας.

Ίσως ήρθε η ώρα να ανοίξει σοβαρός τριμερής διάλογος (Υπουργείο-δικαστές-δικηγόροι) περί πιθανής νομοθετικής παρέμβασης-κινητροδότησης, με σκοπό την αποστολή περισσότερων προδικαστικών ερωτημάτων, όταν αυτό πράγματι είναι αναγκαίο (πολλώ δε μάλλον όταν είναι υποχρεωτικό).

*Ο κ. Δημήτριος Κυριαζής είναι Επ. Καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου της Νομικής Σχολής ΑΠΘ.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version