Μαύρη σελίδα στην ιστορία της Wall Street χαρακτηρίστηκε η εβδομάδα που μας πέρασε καθώς σε διάστημα λίγων ωρών κατέρρευσαν προτάσεις εξαγορών και συγχωνεύσεων αξίας 100 δισ. δολαρίων, εγείροντας ανησυχίες για την ισορροπία του ρυθμού των συναλλαγών που κινείται με σταθερότητα όλο το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους.
Η αρχή έγινε με την απόφαση της 21st Century Foxνα αποσύρει την προσφορά της για εξαγορά της Time Warner αντί 80 δισ. δολαρίων περίπου μετά την απόρριψή της από το διοικητικό συμβούλιο της δεύτερης. Επειτα από τρεις εβδομάδες ο κολοσσός των μέσων μαζικής ενημέρωσης του Ρούπερτ Μέρντοχ ανακοίνωσε ότι υπαναχωρεί από τις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη μιας συμφωνίας που θα αναδιαμόρφωνε την παγκόσμια βιομηχανία των media «εξαιτίας της αδυναμίας της Time Warner να αξιολογήσει μια εξαιρετικά ελκυστική προσφορά».
Η προσφορά είχε γίνει αρχικά τον περασμένο Ιούνιο για να λάβει τυπική μορφή μέσω επίσημης αποστολής τον Ιούλιο. Ωστόσο η Time Warner απέρριψε την πρόταση διά στόματος του διευθύνοντος συμβούλου της Τζεφ Μπιουκς, ο οποίος χαρακτήρισε μια συναλλαγή με την 21st Century Fox «ασύμφορη» και την ίδια την πρόταση «υποτιμητική ως προς την πραγματική αξία της εταιρείας» του.
Η είδηση της απόσυρσης της 21st Century Fox έφερε ένα πρόωρο τέλος σε μια διαδικασία που, κατά τους αναλυτές, είχε όλα τα φόντα για να εξελιχθεί σε μια μακρά και ενδιαφέρουσα μάχη ανάμεσα σε δύο από τα μεγαλύτερα ονόματα του κλάδου. «Οι αντιδράσεις στην τιμή της μετοχής μας καθιστούν τη συναλλαγή ασύμφορη για τους μετόχους της Fox» δήλωσε ο μεγιστάνας των ΜΜΕ αναφερόμενος στις αντιδράσεις της αγοράς όταν δημοσιεύθηκε το ενδιαφέρον της 21st Century Fox. Η μετοχή της εταιρείας σημείωσε πτώση κατά 11% όταν κατατέθηκε η πρόταση για την εξαγορά της Time Warner, ενώ, αντίθετα, μόλις ανακοινώθηκε η υπαναχώρησή της η μετοχή έκλεισε με άνοδο 8%. Αλλά και η μετοχή της Time Warner εκτινάχθηκε σε ποσοστό άνω του 22%, καθώς οι περισσότεροι αναλυτές ανέμεναν τον Μέρντοχ να επιστρέψει με μια βελτιωμένη προσφορά μετά την πρώτη απόρριψη της πρώτης. Ωστόσο, πηγές που βρίσκονταν κοντά στις διαπραγματεύσεις δήλωσαν στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ότι δεν επίκειται καμία νέα προσφορά.
Λίγες ώρες μετά το ναυάγιο της συμφωνίας μεταξύ των δύο μιντιακών κολοσσών φήμες άρχισαν να αναδύονται ότι η Sprint, η τρίτη μεγαλύτερη εταιρεία κινητής τηλεφωνίας και Internet των ΗΠΑ, που ελέγχεται από τον ιάπωνα δισεκατομμυριούχο Μασαγιόσι Σον, απέσυρε την άτυπη προσφορά ύψους περίπου 30 δισ. ευρώ που είχε καταθέσει για να αποκτήσει έναν ανταγωνιστικό φορέα, την αμερικανική T-Mobile US.
Παρά το γεγονός ότι δεν είχε γίνει καμία επίσημη πρόταση από τον Σον, οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ δεν έβλεπαν με καλό μάτι τη συγχώνευση των δύο εταιρειών τηλεπικοινωνίας καθώς εγείρονταν θέματα αντιμονοπωλιακής πρακτικής. Μια συμφωνία που θα συνδύαζε δύο από τους μεγαλύτερους ιδιωτικούς παρόχους της χώρας θα μπορούσε να αφήσει τους καταναλωτές με λιγότερες επιλογές για τις ασύρματες υπηρεσίες Διαδικτύου και τηλεφωνίας.
Σύμφωνα μάλιστα με τη «Wall Street Journal», σε συνάντηση του πολυεκατομμυριούχου ιδιοκτήτη της Sprint –ο οποίος ηγήθηκε ο ίδιος των διαπραγματεύσεων από πλευράς Sprint –με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης έγινε ξεκάθαρο το γεγονός ότι η επίτευξη της συγκεκριμένης συμφωνίας θα αντιμετωπίσει μεγάλα προβλήματα.
Παράλληλα η Sprint προχώρησε στην αντικατάσταση του διευθύνοντος συμβούλου της Νταν Χεζ με τον δισεκατομμυριούχο επιχειρηματία Μαρτσέλο Κλάουρε. Ο Κλάουρε διαθέτει δική του επιχείρηση παροχής ασύρματων υπηρεσιών με ακαθάριστα έσοδα που ξεπερνούν τα 10 δισ. δολάρια.
Η αξία των συναλλαγών το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους στην παγκόσμια αγορά των εξαγορών και των συγχωνεύσεων (Μ&Α) έχει ξεπεράσει μέχρι στιγμής τα 2 τρισ. δολάρια. Μπορεί οι ακυρώσεις των δύο αυτών μεγάλων συμφωνιών να κλόνισαν τη Wall Street, ωστόσο οι αναλυτές εκτιμούν ότι αρκεί μια είδηση για ένα μεγάλο ντιλ ώστε να καθησυχάσει τις αγορές και να επαναφέρει το θετικό αίσθημα στους επενδυτές
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
