Στην πιο «αστεία» σκηνή της ταινίας το καθαρτικό διαλύει το στομάχι ενός υποψηφίου για μονομαχία ο οποίος μη μπορώντας να συγκρατηθεί αφοδεύει μέσα σε ένα καπέλο. Η σκηνή κρατά αρκετά σε διάρκεια συνοδευόμενη φυσικά από όλους τους παραστατικότατους ήχους της πράξης. Και εν συνεχεία, για να σε αποτελειώσει –διότι ειλικρινά δεν βρίσκω άλλη εξήγηση -, τα περιττώματα χύνονται πλουσιοπάροχα από το καπέλο. Λες ή όχι έλεος; Σε μια άλλη σκηνή ο κακός της ιστορίας –ομολογουμένως επιτυχημένη η επιλογή του Λίαμ Νίσον –καταλήγει με τα παντελόνια κατεβασμένα και με μια μαργαρίτα στον πισινό. Και σε μία ακόμη σκηνή ο κεντρικός ήρωας είναι έτοιμος να δεχτεί στη μούρη κόπρανο προβάτου. Και το βλέπουμε!
Μα γιατί; Ποιος ο λόγος να το φτάσεις ως εκεί που ο θεατής θα θελήσει να κοιτάξει αλλού για να μην κάνει εμετό; Δεν ηθικολογώ, το πρόβλημά μου είναι καθαρά αισθητικό. Και είναι πραγματικά κρίμα γιατί αυτή η τόσο μα τόσο αυτοκαταστροφική ταινία, στην οποία ο Σεθ Μακ Φαρλέιν (σκηνοθέτης και σεναριογράφος επίσης) υποδύεται τον δειλό που βρίσκει τον τρόπο να σηκώσει κεφάλι, θα μπορούσε να είναι μια πραγματικά επιτυχημένη παρωδία κινηματογραφικού γουέστερν.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
