Αναζητώντας ίχνη σπάνιας ζωής

Αρχιζε να σουρουπώνει στον Εθνικό Δρυμό Οίτης. Η ομάδα των τριών ορνιθολόγων είχε μόλις φτάσει στην περιοχή όπου πίστευε ότι ζει ακόμη ένα σπάνιο νυκτόβιο αρπακτικό, ο αιγωλιός (Aegolius funereus).

Αρχιζε να σουρουπώνει στον Εθνικό Δρυμό Οίτης. Η ομάδα των τριών ορνιθολόγων είχε μόλις φτάσει στην περιοχή όπου πίστευε ότι ζει ακόμη ένα σπάνιο νυκτόβιο αρπακτικό, ο αιγωλιός (Aegolius funereus). Καθώς το σκοτάδι γινόταν όλο και πιο πυκνό, οι επιστήμονες έβαλαν στο μαγνητόφωνο να παίζει το… τραγούδι του. Καμία ανταπόκριση όμως από το αρπακτικό.
Αλλαξαν θέση και δοκίμασαν ξανά. Και πάλι, κανένα σημάδι δεν μαρτυρούσε την παρουσία του αιγωλιού. Οι ορνιθολόγοι ανέβηκαν πιο ψηλά, στο ανώτατο όριο όπου αναπτύσσεται το δάσος στην Οίτη,στα 1.850 μέτρα. Εκεί προσπάθησαν για άλλη μια φορά, κρατώντας την ανάσα τους. Τότε ακούστηκε δύο φορές το κάλεσμα του αιγωλιού. Οι ερευνητές συνέχισαν να παίζουν το «τραγούδι», με διαλείμματα ώστε να ακούν καλύτερα, και η απάντηση του αρπακτικού ακούστηκε συνολικά πέντε φορές. Ετσι επιβεβαιώθηκε στις 6 Νοεμβρίου του 2013 ότι ο αιγωλιός φωλιάζει ακόμη σε αυτές τις εκτάσεις.
Η Βερόνικα των τριών εβδομάδων


Η ομάδα, όπως λέει στο «Βήμα» ο ορνιθολόγος κ. Χαράλαμπος Αλιβιζάτος, αναζητούσε επί έναν ολόκληρο χρόνο ίχνη του σπάνιου αρπακτικού. Στην Ελλάδα το είδος έχει εντοπιστεί μόνο σε επτά περιοχές. Στην Οίτη έχει καταγραφεί μία φορά, από τονFritz Peusτο1954, σε δάση ελάτης και μαύρης πεύκης, σε μεγάλο υψόμετρο. Από τότε υπάρχει μόνο μία αναφορά, το 2010.«Θα χρειαστεί αρκετή δουλειά για να μπορέσει να γίνει εκτίμηση του πληθυσμού του. Υποθέτουμε ότι στην Οίτη ζουν σήμερα λίγα ζευγάρια» λέει ο κ. Αλιβιζάτος.
Η ανακάλυψη του αιγωλιού στην Οίτη έγινε στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού πενταετούς προγράμματος (2012 – 2017) με τίτλο «For Open Forests» για τα δάση και τα δασικά ανοίγματα στον Εθνικό Δρυμό Οίτης και στο Καλλίδρομο. Οι 40 επιστήμονες που συμμετέχουν σε αυτό μελετούν από τον Σεπτέμβριο του 2012 συστηματικά την πανίδα και τη χλωρίδα στις δύο προστατευόμενες περιοχές.
Ετσι, βρήκαν και τη μικροσκοπικήVeronica oetaea, ένα φυτό το οποίο επιβιώνει στα τρία εποχικά λιμνία της Οίτης, σε μεγάλο υψόμετρο. Πρόκειται για είδος ενδημικό, καθώς απαντάται μόνο σε δύο τοποθεσίες στον πλανήτη: στο οροπέδιο Λειβαδιές και στην κορυφή Γρέβενο του Εθνικού Δρυμού Οίτης.
Αλλά έχει κι άλλα χαρακτηριστικά που το κάνουν να ξεχωρίζει. Σύμφωνα με τις μελέτες των ειδικών, έχει μικρό κύκλο ζωής, δύο – τριών εβδομάδων, και είναι πιθανό να πρόκειται για τον μικρότερο που έχει παρατηρηθεί σε φυτό στον πλανήτη, αν και αυτό αναμένεται να τεκμηριωθεί επιστημονικά την ερχόμενη άνοιξη.
Οι επιστήμονες, στο πλαίσιο του προγράμματος, έκαναν επίμονες προσπάθειες να αναπαραγάγουν τη Veronica oetaea στο εργαστήριο, αλλά δεν τα κατάφεραν. Γι’ αυτό έχουν εγκαταστήσει δύο μετεωρολογικούς σταθμούς προκειμένου να μελετήσουν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες φύεται.
Και καφέ αρκούδα στην Οίτη


Αναζητώντας τα ίχνη της καφέ αρκούδας (Ursus arctos), οι επιστήμονες του «Αρκτούρου» που συμμετέχουν στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα «For Open Forests» επιβεβαίωσαν την παρουσία αυτού του μεγάλου σαρκοφάγου θηλαστικού στην Οίτη. Μάλιστα, το γεγονός ότι βρέθηκαν ίχνη του ζώου σε χιόνι, στα τέλη Νοεμβρίου, καταδεικνύει ότι πιθανώς διαχειμάζει στις εκτάσεις αυτές, γεγονός που καθιστά την Οίτη ως το νοτιότερο όριο εξάπλωσης της αρκούδας στην Ευρώπη.
Στις σχεδιαζόμενες δράσεις περιλαμβάνεται εκπαίδευση των ντόπιων και δωρεάν παροχή ηλεκτροφόρων περιφράξεων σε μελισσοκόμους και κουταβιών ελληνικού ποιμενικού σκύλου σε κτηνοτρόφους. Ηδη τα πρώτα 12 κουτάβια παραδόθηκαν στις αρχές του περασμένου Νοεμβρίου.
Υπερβόσκηση και συνέπειες


Στα ορεινά λιβάδια της Οίτης αλλά και του Καλλιδρόμου οι κτηνοτρόφοι βοσκούσαν στο παρελθόν τα κοπάδια τους, μετακινώντας τα σε διαφορετικές τοποθεσίες. Σήμερα, εξαιτίας των απαγορεύσεων, η βόσκηση είναι μειωμένη.
Πλέον και στις δύο περιοχές παρατηρείται επέκταση της θαμνώδους βλάστησης. Θάμνοι, κυρίως έρποντεςJuniperusnana,έχουν εισχωρήσει στα λιβάδια και λειτουργούν ως «υπόστρωμα» για την αναγέννηση της Κεφαλληνιακής Ελάτης.
Αυτός ο πολλαπλασιασμός του δάσους περιορίζει τον ζωτικό χώρο τόσο των ορεινών λιβαδιών όσο και των εποχικών λιμνίων και δημιουργεί ένα αφιλόξενο περιβάλλον για πολλά είδη χλωρίδας και πανίδας, όπως για τη Veronicaoetaea και την πετροπέρδικα.
Την ίδια στιγμή, η υπερβόσκηση, η οποία πλέον παρατηρείται σε λίγες τοποθεσίες, εμποδίζει τη δασική αναγέννηση, ειδικά μετά από μια δασική πυρκαγιά ή σε μια πρόσφατα υλοτομημένη περιοχή. Το γεγονός αυτό απειλεί τρία είδη δρυοκολαπτών (μαύρος, σταχτής και λευκονώτης) και τον αιγωλιό.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι πλέον προφανές ότι η διατήρηση της βιοποικιλότητας στην Οίτη και το Καλλίδρομο απαιτεί έλεγχο της επέκτασης του δάσους με διαχείριση της βόσκησης ώστε να διατηρηθούν τόσο τα δάση όσο και τα δασικά ανοίγματα.
Για να γίνει αυτό θα πρέπει πρώτα να συλλεχθούν τα απαραίτητα στοιχεία. Ετσι, στο πλαίσιο του προγράμματος, θα τοποθετηθούν σε ένα κοπάδι ειδικά μικροτσίπ τα οποία, μέσω δορυφόρου, θα δίνουν πληροφορίες για την ένταση της βόσκησης.
Συντονιστής του προγράμματος «For Open Forests» είναι η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης και συμμετέχουν το Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός «ΔΗΜΗΤΡΑ», το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Ερευνας, η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.