Κυνηγοί «κεφαλών» για 900.000 ληξιπρόθεσμους οφειλέτες


Ιδιωτικές εταιρείες ρίχνει το υπουργείο Οικονομικών στο κυνήγι 900.000 ληξιπρόθεσμων οφειλετών που χρωστούν συνολικά στο Δημόσιο συνολικό ποσό περίπου 40 δισ. ευρώ.
Οι ιδιώτες – ερευνητές θα επικεντρωθούν σε υποθέσεις οφειλετών του Δημοσίου με χρέη βασικής οφειλής κατά προτίμηση άνω των 150.000 ευρώ με σκοπό τον εντοπισμό επιπλέον περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό των υποχρέων ή συνυποχρέων αυτών, όπως ακινήτων που δεν έχουν δηλωθεί στη φορολογική αρχή ή δεν έχουν μεταγραφεί, απαιτήσεων στα χέρια τρίτων, ειδικών περιουσιακών στοιχείων, περιουσιακών στοιχείων ή επιχειρήσεων που μεταβιβάστηκαν, περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν από τρίτους με χρηματικούς πόρους του υπόχρεου, εικονικών μεταβιβάσεων, εικονικών βαρών, τραπεζικών λογαριασμών στην Ελλάδα και το εξωτερικό κ.λπ.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι παραπάνω πληροφορίες αξιολογούνται ως καλύπτουσες το σκοπό της ανάθεσης και εκπλήρωσης των όρων του έργου μόνον όταν αναφέρονται σε στοιχεία τα οποία δεν είναι ήδη γνωστά στις εφορίες.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου ανάδοχοι δύνανται να ορίζονται ελεγκτικές εταιρείες ή δικηγόροι ή δικηγορικά γραφεία ή κοινοπραξίες αυτών.

Ο ανάδοχος και το προσωπικό αυτού δεν επιτρέπεται να σχετίζεται με οποιονδήποτε τρόπο με την επιχείρηση ή το πρόσωπο του οφειλέτη ούτε να αναλαμβάνει υποθέσεις του για διάστημα τουλάχιστον τριών ετών μετά την ημερομηνία λήξης της σύμβασης.

Ο ανάδοχος, εφόσον είναι εταιρεία, υποχρεούται να γνωστοποιεί στην αναθέτουσα υπηρεσία συγκεκριμένα το διατιθέμενο προσωπικό του ονομαστικά, με πλήρη στοιχεία και ΑΦΜ αυτών, με αναφορά των ειδικοτήτων και της εμπειρίας καθενός βάσει υποβαλλόμενων βεβαιώσεων αυτής (της εταιρείας) και βιογραφικών σημειωμάτων αυτών.

Τα ίδια ως άνω άτομα θα αμείβονται και θα ασφαλίζονται αποκλειστικά και μόνο από τον ανάδοχο.

Οι λοιποί ανάδοχοι υποχρεούνται ομοίως στην υποβολή αντίστοιχων τίτλων και πιστοποιητικών.

Η επιλογή των ληξιπρόθεσμων οφειλετών
Η επιλογή των οφειλετών θα γίνεται με την ακόλουθη διαδικασία: οι προϊστάμενοι των αρμοδίων για τη λήψη μέτρων υπηρεσιών εισηγούνται προς την Επιχειρησιακή Μονάδα της Γενικής Διεύθυνσης Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων για τις υποθέσεις που χρήζουν διερεύνησης. Η Επιχειρησιακή Μονάδα συγκεντρώνει και αξιολογεί τις υποθέσεις και ενημερώνει τους προϊσταμένους των ως άνω υπηρεσιών για τη συνέχιση της περαιτέρω διαδικασίας. Η Επιχειρησιακή Μονάδα έχει το δικαίωμα να προσθέτει και υποθέσεις πέραν αυτών που της έχουν γνωστοποιηθεί από τις Υπηρεσίες.
Επί πλέον για την επιλογή των υποθέσεων πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κριτήρια παλαιότητας της οφειλής, βαθμού επισφάλειας της είσπραξης, πληρότητας λήψης των ληφθέντων μέτρων και άλλων κατά την κρίση της αρμόδιας Αρχής.
Σε περίπτωση που υπάρχουν βεβαιωμένες ανείσπρακτες οφειλές σε περισσότερες από μία Υπηρεσίες, η υπόθεση θα ανατεθεί από την Επιχειρησιακή Μονάδα στην Υπηρεσία που κίνησε πρώτη τη διαδικασία.

Η Ειδική Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης, τουλάχιστον μία φορά κάθε έτος, καλεί με ανακοίνωσή της τους ενδιαφερόμενους να εκδηλώσουν ενδιαφέρον για τη συμμετοχή τους στη διαδικασία που περιγράφεται με την παρούσα. Κατά την πρώτη εφαρμογή, η κλήση των ενδιαφερομένων γίνεται εντός μηνός από την ισχύ της απόφασης αυτής. Με βάση την εκδήλωση ενδιαφέροντος συντάσσεται κατάσταση από την Ειδική Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης στην οποία περιλαμβάνονται όσοι εκδήλωσαν ενδιαφέρον και πληρούν τις προϋποθέσεις που τίθενται με την ανακοίνωση. Οι υποθέσεις που επιλέγονται από την Ειδική Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης ότι πρέπει να ανατεθούν σε ιδιώτες προς περαιτέρω έρευνα κατανέμονται ανά Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο και υποδεικνύεται από την ίδια υπηρεσία ο ανάδοχος που θα αναλάβει την έρευνα. Στη συνέχεια, οι υποθέσεις παραπέμπονται στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. ή Τελωνεία για την υπογραφή της σύμβασης.

Οι ανάδοχοι προσέρχονται στη συνεργαζόμενη υπηρεσία ή υπηρεσίες μετά τη σύναψη της σύμβασης και, αφού παρουσιάσουν στον Προϊστάμενο της αρμόδιας υπηρεσίας τα στοιχεία της νομιμοποίησής τους, παραλαμβάνουν αντίγραφα των φακέλων του οφειλέτη ή των οφειλετών με την υπόθεση ή υποθέσεις που τους ανατίθενται. Αρμόδια υπηρεσία θεωρείται αυτή η οποία επιμελείται την είσπραξη της οφειλής. Αν υπάρχει βεβαιωμένη οφειλή του ίδιου οφειλέτη σε περισσότερες από μία αρμόδιες υπηρεσίες, οι ανάδοχοι υποχρεούνται για την παραλαβή των αντιγράφων των αντίστοιχων φακέλων από κάθε μία από αυτές.

Υποχρεωτική η τήρηση του φορολογικού απορρήτου

Η πρόσβαση του αναδόχου στα στοιχεία των οφειλετών περιορίζεται αυστηρά στην έκταση που επιτρέπουν οι οικείες διατάξεις περί φορολογικού απορρήτου, όπως ισχύουν.

Όσοι με οποιαδήποτε ιδιότητα λαμβάνουν γνώση απόρρητων φορολογικών στοιχείων, υποχρεούνται να τηρούν το φορολογικό απόρρητο και, σε αντίθετη περίπτωση, υπόκεινται στις ποινές του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

Συμφωνία εχεμύθειας

Ο ανάδοχος αναλαμβάνει την υποχρέωση να χειρίζεται με απόλυτη εχεμύθεια κάθε πληροφορία σχετική με το έργο που του ανατίθεται. Κάθε απασχολούμενος ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο εμπλεκόμενος άμεσα ή έμμεσα με το έργο βαρύνεται ομοίως με την ανωτέρω υποχρέωση. Όλα τα πληροφοριακά στοιχεία (σε οποιαδήποτε μορφή) που προέρχονται από υπηρεσία του Υπουργείου και θα περιέλθουν στην αντίληψη του αναδόχου κατά την υλοποίηση του έργου του θεωρούνται εμπιστευτικά και δεν επιτρέπεται να γνωστοποιηθούν ή δημοσιοποιηθούν. Ο ανάδοχος και οι υπηρεσίες του Υπουργείου κρατούν μυστική κάθε πληροφορία που περιέρχεται στην αντίληψή τους από την εκτέλεση της παρούσας απόφασης και δεν αποκαλύπτουν τέτοιες πληροφορίες σε τρίτα πρόσωπα. Ο ανάδοχος δεν δύναται να προβαίνει σε δημόσιες δηλώσεις σχετικά με το έργο χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του Υπουργείου Οικονομικών.

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

Οι διατάξεις του ν. 2472/1997 περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, περιλαμβανομένων εκείνων που προβλέπουν υποχρέωση γνωστοποίησης των τηρούμενων αρχείων στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, έχουν εφαρμογή στα θέματα που ρυθμίζονται από την παρούσα απόφαση.

Αμοιβή

Ο ανάδοχος δικαιούται αμοιβής για κάθε μία από τις αναληφθείσες υποθέσεις μετά τη λήξη της σύμβασης ή της τυχόν παράτασης αυτής που θα συναφθεί εν συνεχεία της παρούσης και αφού προηγουμένως ελεγχθούν και εγκριθούν τα δικαιολογητικά πληρωμής από την αρμόδια Κεντρική Υπηρεσία.

Η αμοιβή διαμορφώνεται ανά υπόθεση κλιμακούμενη κατ’ αύξουσα διαβάθμιση ως οι κατωτέρω περιοριστικά αναφερόμενες 3 περιπτώσεις:

α. Η υπόθεση περατώνεται με τη διαπίστωση αδυναμίας ευρέσεως επί πλέον υποχρέων ή συνυποχρέων και περιουσιακών στοιχείων αυτών ή παροχής κάθε πληροφορίας σχετικής με το υπό εξέταση θέμα. Στην περίπτωση αυτή καταβάλλεται πάγια αποζημίωση 200 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α.

β. Η υπόθεση περατώνεται χωρίς επίτευξη εισπρακτικού αποτελέσματος, πλην όμως παρέχονται στην υπηρεσία πληροφορίες χρήσιμες κατά τη διεξαγωγή μελλοντικών ελέγχων και την περαιτέρω επιδίωξη είσπραξης απαιτήσεων που θα προκύψουν συνεπεία αυτών. Η υπαγωγή του περιεχομένου των παρεχομένων πληροφοριών στις ανωτέρω τιθέμενες προϋποθέσεις εναπόκειται στην αποκλειστική κρίση των αρμοδίων οργάνων του Δημοσίου. Στην περίπτωση αυτή καταβάλλεται πάγια αποζημίωση 500 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α.

γ. Η υπόθεση περατώνεται με την επίτευξη εισπρακτικού αποτελέσματος ή την πλήρη διασφάλιση της οφειλής. Στην περίπτωση αυτή καταβάλλεται πάγια αποζημίωση 1.000 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.