Μόνη λύση για την Ευρώπη είναι μία νέα και ισχυρή ομοσπονδία

Σιγά σιγά, γίνεται κατανοητό πως ολόκληρο το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης κινδυνεύει από την οικονομική κρίση, η οποία αμείλικτα αποκαλύπτει όλες τις αδυναμίες της ευρωζώνης. Οι αδυναμίες αυτές ουσιαστικά είναι περισσότερο πολιτικές, παρά οικονομικές

Σιγά σιγά, γίνεται κατανοητό πως ολόκληρο το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης κινδυνεύει από την οικονομική κρίση, η οποία αμείλικτα αποκαλύπτει όλες τις αδυναμίες της ευρωζώνης. Οι αδυναμίες αυτές ουσιαστικά είναι περισσότερο πολιτικές, παρά οικονομικές.

Η συνθήκη του Μάαστριχτ δημιούργησε μια νομισματική ένωση, αλλά η πολική ένωση που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία του κοινού νομίσματος παρέμεινε μια απλή υπόσχεση. Το ευρώ και οι χώρες που το υιοθέτησαν πληρώνουν τώρα αυτό το τίμημα. Η ευρωζώνη βρίσκεται στη σαθρή βάση μιας συνομοσπονδίας κρατών, που έχουν δεσμευτεί τόσο για τη νομισματική ένωση, όσο και για τη διατήρηση της δημοσιονομικής τους κυριαρχίας. Ωστόσο, τίποτα από αυτά δε μπορεί να λειτουργήσει σε περίοδο κρίσης.

Στην αρχή της κρίσης, την περίοδο 2007-2008, τα βασικά μειονεκτήματα της ευρωζώνης θα μπορούσαν να έχουν διορθωθεί αν η Γερμανία συμφωνούσε σε ενιαία αντιμετώπιση της κρίσης. Ωστόσο, οι Γερμανοί αξιωματούχοι προτίμησαν να διατηρήσουν την εθνική τους κυριαρχία και να ακολουθήσουν μια συνομοσπονδιακή προσέγγιση απέναντι στην Ευρώπη.

Ιστορικά, ποτέ δε λειτούργησε καμία συνομοσπονδία, καθώς το ζήτημα της κυριαρχίας (και συνεπώς της εξουσίας και της νομιμότητας) παραμένει άλυτο. Το ίδιο συνέβη και με τις ΗΠΑ. Μετά τη νίκη της ανεξαρτησίας, οι αμερικανικές αποικίες θέλησαν να συνδεθούν χαλαρά σε μία μορφή συνομοσπονδίας. Ωστόσο το σύστημα απέτυχε οικονομικά και σύντομα η χώρα προχώρησε σε ομοσπονδία.

Σήμερα, η Ευρώπη και πιο συγκεκριμένα η ευρωζώνη, αντιμετωπίζει μια παρόμοια κατάσταση, με τη διαφορά ότι οι ιστορικές συνθήκες για μια περαιτέρω ολοκλήρωση είναι πιο περίπλοκη και πιο δύσκολη απ’ ό,τι ήταν στην Αμερική.

Η Ευρώπη έχει τρεις επιλογές. Πρώτον, να συνεχίσει την πολιτική που ακολουθεί μέχρι τώρα, κάτι που θα κλιμακώσει και θα παρατείνει την κρίση. Δεύτερον, να επιτρέψει την κατα΄ρρευση της νομισματικής ένωσης, κάτι που θα οδηγούσε στον όλεθρο το ίδιο το ευρωπαϊκό σχέδιο. Τρίτον, η Ευρώπη θα μπορούσε να προχωρήσει σε μια πραγματική οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση, ένα βήμα που οι σημερινοί ηγέτες δεν έχουν το θάρρος να κάνουν, φοβούμενοι το πολιτικό κόστος.

Όλα δείχνουν, επομένως, πως θα οδηγηθεί σε συνδυασμό της πρώτης και της δεύτερης επιλογής. Στη συνέχεια, και ενώ το ευρωπαϊκό σχέδιο θα βρίσκεται ένα βήμα πριν την καταστροφή, θα μπορούσε να έρθει η στιγμή της ομοσπονδίας. Η άλλη εναλλακτική θα ήταν μια απερίσκεπτη βουτιά στην άβυσσο.

Η αδράνεια της Ευρώπης απέναντι στην κρίση έχει ήδη συνέπειες. Η παθητικότητα των εκλεγμένων ηγετών έχει τροφοδοτήσει τη λαϊκή δυσπιστία. Η κρίση διαβρώνει τα θεμέλια (γαλλογερμανικές και διατλαντικές συνεργασίες) της μεταπολεμικής ευρωπαϊκής τάξης, η οποία είχε εγγυηθεί μια περίοδο ειρήνης και ευημερίας άνευ προηγουμένου στην ιστορία της ηπείρου.

Η πίεση των χρηματοπιστωτικών αγορών έχει φτάσει μέχρι τη Γαλλία και θέτει ένα μεγάλο κίνδυνο. Αν η Γαλλία γονατίσει και η Γερμανία δεν προσφέρει την αμέριστη στήριξή της, η ευρωπαϊκή καταστροφή θα είναι πλήρης και μάλιστα θα γίνει σύντομα. Η Γαλλία δε μπορεί και δε θα εγκαταλείψει την περιοχή της Μεσογείου, έτσι οι φαντασιώσεις για έξοδο από τη μεριά των πλούσιων Βορειοευρωπαίων (κυρίως των Γερμανών) θέτουν σε κίνδυνο το γαλλογερμανικό πυλώνα της ευρωπαϊκής ειρήνης.

Πέρα από τον Ατλαντικό, η δημοσιονομική κρίση της Αμερικής και η ισχνή οικονομική της ανάπτυξη θα την αναγκάσουν να μειώσει τις παγκόσμιες στρατιωτικές δεσμεύσεις της. Επιπλέον, οι ΗΠΑ θα προσανατολίζονται όλο και περισσότερο προς τον Ειρηνικό και όχι προς τον Ατλαντικό. Για τους Ευρωπαίους αυτό παρουσιάζει μια επιπλέον πρόκληση ασφάλειας, για την οποία είμαστε ουσιαστικά και πνευματικά απροετοίμαστοι. Ακόμα και σήμερα, η στρατιωτική αδυναμία της Ευρώπης υπονομεύει τις διατλαντικές σχέσεις.

Μια επιπλέον απειλή για την Ατλαντική Συμμαχία προκύπτει από τη νέα αναδυόμενη παγκόσμια τάξη. Οι επόμενες δεκαετίες θα χαρακτηρίζονται από έναν όλο και πιο επιθετικό δυϊσμό Κίνας και ΗΠΑ, καθώς η Κίνα γίνεται όλο και πιο ισχυρή, ενώ οι ΗΠΑ όλο και πιο αδύναμες. Ενώ αυτή η αντιπαλότητα θα έχει στρατιωτική υπόσταση, όπως αποδεικνύεται από την τεράστια συσσώρευση στρατευμάτων της Κίνας, θα εκδηλωθεί κυρίως στο πλαίσιο των οικονομικών, πολιτικών και κανονιστικών σφαιρών επιρροής. Τον κεντρικό ρόλο θα διαδραματίσει η ανατολική και νοτιοανατολική Ασία, καθώς και ο Ειρηνικός.

Αλλά η Κίνα θα προσπαθήσει να παρασύρει και την Ευρώπη σε αυτό το παγκόσμιο παιχνίδι. Στην πραγματικότητα, έχει ήδη αρχίσει να το κάνει. Οι πρόσφατες επισκέψεις του κινέζου πρωθυπουργού στις χώρες της ευρωπαϊκής κρίσης, στις οποίες πρόσφερε γενναιόδωρη βοήθεια και δάνεια, το κατέδειξαν εντυπωσιακά. Και η αδυναμία της Αμερικής, η όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση των ευρωπαϊκών εξαγωγών από την κινέζικη αγορά και γενικά το δέλεαρ της Άπω Ανατολής, θα γαλουχήσουν μια νέα και πολλά υποσχόμενη προοπτική καθώς μειώνεται ο ατλαντισμός.

Οι ευρωπαϊκές αυταπάτες της Ευρώπης για την Ασία δε θα στρέφονται πλέον στη Ρωσία, η οποία απλά δε θα έχει τίποτα να προσφέρει πέρα από τους φυσικούς της πόρους. Αυτή τη φορά, ο πειρασμός θα είναι η Κίνα, η οποία έχει αντιληφθεί τη σημασία της Ευρώπης στον αναδυόμενο γεωπολιτικό αγώνα της εναντίον των ΗΠΑ.

Η Γαλλία και η Γερμανία, τα δύο θεμέλια της εβδομηκονταετούς ειρήνης στην Ευρώπη, αρχίζουν να τρίζουν. Για να ενισχυθούν, μοναδικός τρόπος είναι η ενίσχυση της ευρωπαϊκής ενότητας, με την Ευρώπη να στέκεται παράλληλα αποφασιστικά στο πλευρό του αμερικανού εταίρου.
* Ο κ.Γιόσκα Φίσερ ήταν υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος της Γερμανίας (1998-2005) και ιστορικό στέλεχος του κόμματος των Πρασίνων.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.