Η Βουγιουκλάκη έτσι όπως ήταν…

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Η Βουγιουκλάκη έτσι όπως ήταν... Οι άνθρωποι που την ανακάλυψαν και την ανέδειξαν, που τη λάτρεψαν και τη μίσησαν, που την έκαναν μύθο Της ΤΙΝΑΣ ΠΟΛΙΤΗ Η Αλίκη ήταν ένας άνθρωπος με χιούμορ. Πολλές φορές αυτό το χιούμορ ήταν και μαύρο. Οπως τότε που είχε πεθάνει η Τζένη Καρέζη, η «αντίπαλος», αλλά στην πραγματικότητα πολυαγαπημένη της φίλη: «Πήρα μια γεύση πώς θα είναι η κηδεία μου», είπε.

Οι άνθρωποι που


την ανακάλυψαν και


την ανέδειξαν, που


τη λάτρεψαν και τη μίσησαν, που την έκαναν μύθο


Η Αλίκη ήταν ένας άνθρωπος με χιούμορ. Πολλές φορές αυτό το χιούμορ ήταν και μαύρο. Οπως τότε που είχε πεθάνει η Τζένη Καρέζη, η «αντίπαλος», αλλά στην πραγματικότητα πολυαγαπημένη της φίλη: «Πήρα μια γεύση πώς θα είναι η κηδεία μου», είπε.


Υπήρξαν θάνατοι που την είχαν ταράξει: Του Μαλαβέτα, του Χατζιδάκι, της Μελίνας, της Καρέζη και πέρυσι τον Αύγουστο του πιο στενού της φίλου, του Μαρίνου Κουσουμίδη, του ανθρώπου που τη φωτογράφιζε συνέχεια, που είχε τα δικά του σερβίτσια στο σπίτι της, που τη φιλοξενούσε εκείνη και τους φίλους της στο σπίτι του στο Λονδίνο, που ήξερε όλα της τα μυστικά, που τη λάτρευε και είχε φτιάξει και ένα βιβλίο γι’ αυτήν.


Η Αλίκη δεν είχε σημασία τι έλεγε στις συνεντεύξεις της. Εκεί το πάλευε. Εψαχνε να βρει τι απαιτούσε η στιγμή. Ηξερε πολύ καλό μάρκετινγκ. Στους φίλους της μιλούσε ελεύθερα. Είχε ανάγκη να ανοίγει την ψυχή της και να ξεφεύγει από τα κλισέ που επέβαλλε ο ρόλος της σταρ.


Στην πραγματικότητα η Αλίκη ήταν ένα κορίτσι με πολύ ταλέντο που ήθελε οπωσδήποτε να ξεχωρίσει και να γίνει ηθοποιός. Δύσκολα χρόνια στις αρχές της δεκαετίας του ’50. Από πολύ μικρή επωμίσθηκε τον ρόλο του αρχηγού της οικογένειας, αφού τον πατέρα τον είχαν σκοτώσει οι κομμουνιστές και η μάνα είχε μείνει με την Αλίκη και δύο αγόρια μόνη, χωρίς σύντροφο.


Ο Δημήτρης Ροντήρης ήταν ένας πολύ αυστηρός σκηνοθέτης και διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, που δεν έκανε χατίρια σε κανέναν. Την Αλίκη την ξεχώρισε από τη Δραματική Σχολή και δέχθηκε να παίξει τον ρόλο της Λουιζόν στον «Κατά φαντασίαν ασθενή» του Μολιέρου, όταν ακόμη ήταν μαθήτρια. Δεν θα το έκανε αν η Αλίκη δεν είχε ταλέντο. Την πίστη του στο ταλέντο της μου την είχε διαβεβαιώσει ο ίδιος, με την προσθήκη πως αυτό το ταλέντο δεν το αξιοποίησε όπως έπρεπε και το θυσίασε στον βωμό της σταρ. Τα ίδια έλεγε ο Ροντήρης και για δύο ακόμη μαθητές του, που δεν τους συγχώρεσε τη μη αξιοποίηση του ταλέντου τους, σύμφωνα με τις δυνατότητες που είχαν: τη Μελίνα και τον Τάκη Χορν.



Η Αλίκη ήταν ένα ζωηρό κοριτσάκι που του άρεσαν τα φλερτ και οι έρωτες. Μου είχε πει πως, όταν ήταν νεαρές, έκαναν παρέα με την Καρέζη και τους άρεσε να πηγαίνουν στο σινεμά και να κάθονται πίσω πίσω για να διασκεδάζουν με αυτούς που, αντί να βλέπουν την ταινία, γύριζαν πίσω και τις φλερτάριζαν. Ημουν «ερωτιάρα», μου είχε πει και μου είχε εξομολογηθεί πως ο πρώτος άνδρας της ζωής της ήταν ο Αλέξης Σολομός, που την προώθησε και στον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο. Ηταν το 1954 και η Αλίκη μόλις είχε τελειώσει το δεύτερο έτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Ο Σολομός είχε σκηνοθετήσει το έργο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» για τον θίασο του Νίκου Χατζίσκου, που στεγαζόταν τότε μέσα στον Εθνικό Κήπο. Ιουλιέτα η Αννα Συνοδινού. Αρρώστησε όμως και χρειαζόταν άμεση αντικατάσταση. Ο Σολομός έφερε την Αλίκη. Ετσι άρχισε η καριέρα της νεαρής μελαχρινής, για να εκτιναχθεί στα ύψη από τον δεύτερο μέντορά της, τον Μάριο Πλωρίτη, που τη μετέτρεψε σε ξανθιά, αθώα και ελαφρώς σέξι.


Ο Πλωρίτης τη σύστησε στον Κώστα Μουσούρη, που το θέατρό του της πλατείας Καρύτση φημιζόταν για την καταπληκτική παραγωγή πρωταγωνιστριών. Πρωταγωνίστρια στου Μουσούρη σήμαινε καθιέρωση. Εκεί καθιερώθηκαν η Βάσω Μανωλίδου, η Ελλη Λαμπέτη, η Αντιγόνη Βαλάκου και πολλές άλλες. Για τη θεατρική Αθήνα ήταν έκπληξη το πώς ο Μουσούρης πήρε μια εμπορική ηθοποιό, όπως ήταν η Αλίκη, για πρωταγωνίστρια, αλλά ο Πλωρίτης ήξερε τι σύστηνε. Οι επιτυχίες ήταν φοβερές. Η Αλίκη αλώνιζε στο θέατρο Μουσούρη ταράζοντας τα αυστηρά του ήθη και τους παλιούς του συνεργάτες. Ηταν ένα ζουμερό κορίτσι, που ήξερε να χρησιμοποιεί την τσαχπινιά του. Τότε ήταν της μόδας η Μπριζίτ Μπαρντό. Η Αλίκη την αντέγραψε στο πιο αθώο. Ως και το φόρεμα που φορούσε η γαλλίδα σούπερ σταρ στο έργο «Παριζιάνα» αντιγράφτηκε για την Αλίκη, που το φόρεσε στη «Μουσίτσα» και τραγούδησε μοναδικά το «Ρίκο, ρίκο, ρίκοκο»!


Η ελληνίδα σταρ είχε γεννηθεί και με τις μετέπειτα επιτυχίες της πήρε τον τίτλο της «εθνικής». Η ίδια έχει πει πως η επιτυχία της οφειλόταν στο χαμόγελο που προσέφερε στους Ελληνες, οι οποίοι είχαν μπουχτίσει από τις πίκρες του πολέμου και του Εμφυλίου.


Οι έρωτες διαδέχονταν ο ένας τον άλλον και μάλιστα με επώνυμους. Την εποχή του θριάμβου της ως άτακτης μαθήτριας την ερωτεύθηκε ο Νάσος Μπότσης της «Ακρόπολης» και της «Απογευματινής» και έθεσε το εκδοτικό του συγκρότημα στη διάθεσή της. Λέγεται ότι εκείνη του έκανε πολλά «γυμνάσια» και ένα βράδυ τον ξύπνησε στις 3 για να της αγοράσει ένα βραχιόλι από τον Αθηνιωτάκη. Του είπε «τώρα το θέλω». Και εκείνος με τη σειρά του ξύπνησε τον Αθηνιωτάκη για να φέρει στην καλή του το βραχιόλι. Οταν την είχα ρωτήσει γι’ αυτό το περιστατικό, μου είχε πει: «Τι λες; Αυτός μου έφερνε πανάκριβα δώρα και του τα πέταγα από το παράθυρο»!


Ο Μπότσης είχε μία αδελφή, την κυρία Τούλα Λεβίδη, που ήταν στην Αυλή της Φρειδερίκης. Λέγεται, λοιπόν, πως από τους κύκλους του Μπότση η Αλίκη γνώρισε τον τότε διάδοχο Κωνσταντίνο. Ο έρωτας υπήρξε κεραυνοβόλος. Ο Κωνσταντίνος ξετρελάθηκε με τη «γατούλα» και μόλις η Αλίκη έμπαινε στο αυτοκίνητό του αυτομάτως ακουγόταν το σουξέ της «Νιάου νιάου, βρε γατούλα». Η Αλίκη μού είχε εξομολογηθεί ότι ο Κωνσταντίνος ήταν σπουδαίος εραστής και όταν της είχα δείξει ένα ξένο περιοδικό με φωτογραφίες από τα γενέθλιά του πριν από λίγα χρόνια, βλέποντας την Αννα Μαρία είπε: «Μου έφαγε τον άνδρα». Τα τελευταία χρόνια τον χαρακτήριζε βλάκα και δεν είχε διστάσει να λάβει ενεργό μέρος στον αγώνα εναντίον του βασιλιά στο δημοψήφισμα που έγινε μετά τη μεταπολίτευση για την κατάργηση της βασιλείας στην Ελλάδα. Οπως όμως μου είχε εξομολογηθεί, τον έβλεπε ακόμη σε κάποια ταξίδια της στο Λονδίνο για έναν καφέ, για μια κουβεντούλα, μόνον που και οι δύο σε αυτές τις φιλικές συναντήσεις ήταν πολύ τρακαρισμένοι. Η Αλίκη δεν έπαυε να λέει πως αν ο Κωνσταντίνος την είχε παντρευτεί δεν θα είχε χάσει τον θρόνο του. Θα τον είχε προφυλάξει από απερίσκεπτες κινήσεις.


Οταν έγινε γνωστός ο δεσμός του Τρίτση με τη Μιμή Ντενίση, μου είχε πει: «Μπα, είναι και οι δύο βεντέτες, αποκλείεται να ταιριάξουν. Ποιος θα θελήσει να γίνει δεύτερος; Και εμένα με ήθελε ο βασιλιάς και άλλοι μεγαλοσχήμονες, αλλά θα έπρεπε να αφήσω την καριέρα μου και να μπω στη σκιά τους. Δεν το θέλησα. Προτίμησα να είμαι η Αλίκη Βουγιουκλάκη»! Πληγωμένος εγωισμός;


Στην πραγματικότητα η Φρειδερίκη πέτυχε να διακόψει τον δεσμό του γιου της και του έφερε τη μικρή Δανέζα Αννα – Μαρία για να τον κάνει να ξεχάσει την κοινή θνητή Αλίκη. Η συνάντηση με τον Παπαμιχαήλ


Οι κινηματογραφικές επιτυχίες του ζεύγους Βουγιουκλάκη – Παπαμιχαήλ τους οδήγησαν στη δημιουργία θιάσου στο θέατρο της πλατείας Κολοκοτρώνη «Κεντρικόν». Τότε ο Παπαμιχαήλ είχε ερωτικό δεσμό πολλών ετών με τη Δέσπω Διαμαντίδου, η οποία και μετείχε στον θίασο. Πρώτο έργο που ανέβασαν ήταν η «Κολόμπ» του Ανούιγ. Η Δέσπω ήταν γραφτό σε τούτο το έργο να πάθει το σοκ της ζωής της. Επί σκηνής η Αλίκη και ο Δημήτρης φλερτάριζαν ανοικτά και αντήλλασσαν φιλιά που μπορούν άνετα να χαρακτηρισθούν τα πιο καυτά που έχουν δοθεί επί σκηνής ελληνικού θεάτρου. Από τις εφημερίδες πληροφορήθηκε ότι τα παιδιά παντρεύονται. Ο Παπαμιχαήλ ήταν λαϊκό παιδί από τον Πειραιά που είχε άλλες απόψεις για τον ρόλο της γυναίκας συζύγου. Την ήθελε υποταγμένη και φυσικά αυτός να έχει τον πρώτο λόγο. Η Αλίκη ήταν αντράκι και δεν σήκωνε τέτοια. Παρ’ όλα αυτά, παντρεύτηκαν και ο κουμπάρος τους Αλέκος Σακελλάριος μάς είχε διηγηθεί πως το πρώτο βράδυ του γάμου τους, που είχε γίνει στους Δελφούς, και ενώ τους περίμεναν για το γαμήλιο τραπέζι, αυτοί τσακώθηκαν και ο Παπαμιχαήλ κόντευε να τη ρίξει από το μπαλκόνι του δωματίου τους στο ξενοδοχείο!



Οι καβγάδες τους ήταν ομηρικοί, γιατί η Αλίκη ήταν ατίθαση και ο Παπαμιχαήλ δεν δίσταζε να ρίχνει ως και μπουνιές. Αιμόφυρτη είχε πάει ένα βράδυ η Αλίκη στην Αστυνομία για να καταγγείλει ξυλοδαρμό της. Η κατάσταση δεν βελτιώθηκε ούτε όταν απέκτησαν επιτέλους το πολυπόθητο παιδί, που η Αλίκη ονειρευόταν νύχτα μέρα και κατόρθωσε να γεννήσει με τη βοήθεια του καθηγητή Νίκου Παπανικολάου, μια και δεν σταμάτησε να παίζει και η εγκυμοσύνη της απαιτούσε ανάπαυση. Μπορεί να ήθελε να γίνει μάνα, αλλά και η καριέρα καριέρα. Οταν είδε και απόειδε ότι δεν γινόταν διαφορετικά, ακολούθησε τις συμβουλές του κ. Παπανικολάου και γεννήθηκε ο Γιάννης που λάτρεψε όσο τίποτα στη ζωή της.


Μια φορά μου είχε πει: «Λέω στον εαυτό μου: Μπράβο, Αλίκη, τα κατάφερες. Εκανες και ένα γιο, τι άλλο θέλεις;».


Οταν η Αλίκη άρχισε να βγαίνει ανοιχτά με τον Νίκο Μομφερράτο, εκδότη της «Απογευματινής» και υπουργό Βιομηχανίας επί χούντας, ο Παπαμιχαήλ έγινε έξαλλος. Το ξύλο έπεφτε σύννεφο και η ρήξη ήταν αναπόφευκτη.


Ο Παπαμιχαήλ άρχισε να πίνει, να παχαίνει, να πέφτει ψυχολογικά. Η Αλίκη, για όσους ξέρουν το ζευγάρι από κοντά, υπήρξε και είναι ο μεγάλος έρωτας της ζωής του που δεν πρόκειται να ξεπεράσει ποτέ. Την αγάπησε παράφορα, αλλά δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το σταριλίκι της σαν γνήσιο αρσενικό που ήταν. Οπως μου είχε πει και η ίδια η Αλίκη, «με κοντράριζε συνέχεια. Ο,τι έκανα εγώ ήθελε να το κάνει και αυτός. Τραγουδούσα εγώ, τραγουδούσε και αυτός. Χόρευα εγώ, χόρευε και αυτός».


Το ζευγάρι χώρισε επεισοδιακά. Δίκες για το παιδί, για τα υπάρχοντά τους. Ο Παπαμιχαήλ θεωρεί ριγμένο τον εαυτό του και οικονομικά και ψυχολογικά. Το σπίτι του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου έχει πει ότι το έχτιζε με τα χέρια του και εξεδιώχθη χωρίς καν να πάρει τα βιβλία του. Αντίθετα η Αλίκη τον κατηγορούσε πως δεν έκανε τίποτε για το παιδί τους και ότι εκείνη ανέλαβε όλα τα έξοδά του.


Ο Παπαμιχαήλ έχει πει ότι έχει κάνει το χρέος του και έχει φροντίσει το παιδί του. Ο πατέρας όμως είχε αντιρρήσεις και για το περιβάλλον της Αλίκης. Ελεγε ότι στο σπίτι της συχνάζουν μόνον εκπρόσωποι του τρίτου φύλου και ότι αυτό δεν ήταν περιβάλλον για τον γιο του. Ο Γιάννης διατηρούσε πολύ καλές σχέσεις με τη δεύτερη γυναίκα τού Δημήτρη, τη Νανά, που τον βοήθησε σημαντικά στην εφηβεία του. Γι’ αυτό και η Αλίκη έγινε στενή φίλη μαζί της όταν χώρισε από τον Παπαμιχαήλ. Ο λόγος του Παπαμιχαήλ ήταν μια συνεχής πικρή αναφορά για την Αλίκη. Οταν θύμωνε την αποκαλούσε «Φρειδερίκη», ίσως γιατί κατά βάθος ποτέ δεν πίστευε ότι θα χώριζαν.


Τον Παπαμιχαήλ τον εκνεύριζε και το ότι όταν χώρισε και από τη δεύτερη γυναίκα του, τη Νανά, η Αλίκη και αυτή έγιναν οι καλύτερες φίλες και παίζανε μπιρίμπα με την παρέα των κοινών φίλων. «Ενωθήκαμε δύο κυρίες πρώην Παπαμιχαήλ», μου είχε πει η Αλίκη, «για να ενώσουμε τον πόνο μας». Κάποιοι υποστηρίζουν πως και η Αλίκη τον αγάπησε εξίσου. Οταν της είχα πει πως ο κόσμος πίστευε ότι θα γερνούσαν μαζί, είχε πάρει ένα μυστηριώδες ύφος και μου είχε απαντήσει: «Μπορεί»!


Θυμάμαι ένα βράδυ που ήμαστε με την Αλίκη στον «Ηριδανό». Ηξεραν και η Αλίκη και ο Δημήτρης πως εκατέρωθεν σύχναζαν σε αυτό το κέντρο και όμως κάθε βράδυ και οι δύο ήταν εκεί. Ο Παπαμιχαήλ με τη σύζυγό του Νανά και η Αλίκη με μεγάλες παρέες. Καθόμαστε, λοιπόν, στο πριβέ του Ηριδανού με την παρέα της Αλίκης και μπαίνει το ζεύγος Παπαμιχαήλ. «Κρύψε, κρύψε με», μου λέει η Αλίκη, «μη με δει ο Δημήτρης». «Μα κρύβεσαι, βρε Αλίκη;», της λέω. Και ενώ ήθελε να κρυφτεί, φωνάζει ένα γκαρσόν, του δίνει ένα τριαντάφυλλο και του λέει: «Πήγαινε να το δώσεις εκ μέρους μου στην κυρία Παπαμιχαήλ».


Η αλήθεια είναι πως η Αλίκη δεν έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για τους άνδρες. Οταν την είχα ρωτήσει για τους άνδρες της ζωής της, μου είχε πει: «Σιγά τους άνδρες». Ωστόσο είχε παραδεχτεί πως κάποιον τον είχε αγαπήσει πολύ, αλλά δεν μου είχε πει ποιον. «Θα σου τον αποκαλύψω», μου είπε, «σε ένα βιβλίο για τη ζωή μου που θα γράψουμε μαζί». Οι φίλοι της λένε πως αυτός ο άνδρας είναι ο «κύριος Δημητράκης», όπως τον αποκαλούσε και που τον θεωρούσε μέγιστο ηθοποιό, όσο κακιωμένη και αν ήταν μαζί του. Η γνώμη της για τον Παπαμιχαήλ ήταν πως υπήρξε ένας πάρα πολύ ωραίος νέος, ο ωραιότερος ζεν πρεμιέ της εποχής του, με αξεπέραστο ταλέντο. Τρώγοντας ένα βράδυ μου είπε: «Νομίζω πως ο Κωστάκης είναι ένας νέος Παπαμιχαήλ». Δεν ξέρω αν το είπε για να κολακέψει τον Κωστάκη (Σπυρόπουλο) ή το πίστευε. «Κομπλάρουν όλοι…»


Η Αλίκη όταν έβαζε κάποιον στο μάτι δεν της ξέφευγε. Η ηλικία δεν την τρόμαζε. Ούτε η δική της ούτε του κυρίου. Υποκρινόταν το ταπεινό θηλυκό και τη γατούλα για να τα έχει καλά μαζί τους, αλλά στην ουσία ήταν η κυρίαρχη. Κάποτε βαρέθηκε και αυτόν τον ρόλο και αφέθηκε στα καπρίτσια του Σπυρόπουλου, που ενώ πολλές φορές είχε πει ότι θα χώριζαν, δεν το αποτολμούσε. Είχε πει και το σκληρό: «Νομίζεις ότι εμένα με θέλει κανένας άνδρας έτσι όπως είμαι; Κομπλάρουν όλοι». Φρόντιζε να τους κάνει να πιστεύουν ότι την είχαν κατατροπώσει, γιατί είχε ανάγκη από παρέα. Οταν είχε χωρίσει με τον Βλάση Μπονάτσο έκλαιγε στο καμαρίνι της και όταν της είπα τι είναι αυτά, μου απάντησε: «Περνούσαμε καλά με το Βλασάκι».


Δεν ενέδιδε στους πετυχημένους που την ήθελαν και ας προσπαθούσαν οι οικείοι της να την προτρέψουν να ξαναπαντρευτεί. Λένε ότι γνωστός καναλάρχης έστησε ολόκληρα προγράμματα για χάρη της, ότι ο Γιάννης Ραπτόπουλος της «Εξπρές Σέρβις» ήταν πρόθυμος να κάνει ό,τι ήθελε εκείνη. Τους κράτησε ως στενούς φίλους, αλλά δεν ήθελε να παντρευτεί. «Μην κάνεις την κουταμάρα να παντρευτείς», μου έλεγε. «Τι να τον κάνεις τον γάμο; Συμβίωση, καλή είναι. Και εγώ με τον Κωστάκη (Σπυρόπουλο) έχουμε χωριστές κρεβατοκάμαρες, ανεξαρτησία».


Ωστόσο η ίδια παντρεύτηκε δύο φορές. Εκτός από τον Παπαμιχαήλ έκανε και δεύτερο γάμο με τον Κύπριο Κόκο Ηλιάδη, έναν γάμο που ούτε η μάνα της δεν ήξερε.


Η Αλίκη ήταν πολύ καλή φίλη. Οι φίλοι της ήταν πολλά χρόνια κοντά της, τους βοηθούσε και συνέπασχε μαζί τους. Οταν η συμμαθήτριά της Λέλα Κουνέλις που έμενε στον Καναδά έχασε τον άνδρα και το παιδί της, η Αλίκη κόντεψε να πάθει και αυτή. Κίνησε γη και ουρανό για να βοηθήσει τη Λέλα και την είχε κοντά της μήνες ολόκληρους να την παρηγορεί. Οταν ο Μάνος Θωμαδάκης είχε τα γενέθλιά του και το σπίτι του δεν προσφερόταν για να κάνει ένα καλό πάρτι για τους επώνυμους φίλους του, η Αλίκη του έκανε το πάρτι σπίτι της. Θυμάμαι και εγώ πως όταν μου είχαν δεσμεύσει μια γούνινη ζακέτα που φορούσα στο Τελωνείο, μου είπε: «Να έρθω εγώ να βεβαιώσω ότι την είχες από εδώ». Είχε μια μαεστρία στις ανθρώπινες σχέσεις. Δηλωμένους εχθρούς και αντιπάλους της τους καλούσε, κουβέντιαζε μαζί τους και τους έκανε επιστήθιους φίλους της. Ενας κριτικός, που και τι δεν είχε γράψει εναντίον της, όταν τη γνώρισε από κοντά έγινε τόσο φίλος της ώστε όταν η κόρη του είχε τα γενέθλιά της, που συνέπιπταν με αυτά της Αλίκης, στο πάρτι της σταρ κόπηκε τούρτα και για την κόρη του κριτικού που συνεόρτασε με την Αλίκη. Ηταν καταπληκτική οικοδέσποινα. Στα δείπνα της είχε τα καλύτερα φαγητά, κυρίως ψάρια, αλλά και χαβιάρι και άλλα εκλεκτά εδέσματα. Και ίσως επειδή εκείνη ήταν καλή φίλη, πικραινόταν αφάνταστα όταν της φέρονταν άσχημα. Θυμάμαι μια φορά που μου έδωσε μία οικογενειακή φωτογραφία. Ολη η οικογένεια, τα παιδιά, η μητέρα, ο πατέρας. Στη θέα του πατέρα έβαλε γοερά κλάματα και έκανε ώρα να συνέλθει. Ελεγε συνέχεια: «Πού είσαι, πατερούλη μου, να δεις πώς χτυπάνε την κορούλα σου»!


Ηταν πολύ έξυπνη και δεν ανεχόταν την κοροϊδία. Αμέσως καταλάβαινε αν πήγαινες να τη δουλέψεις, να της βγεις, και τότε η πόρτα της έκλεινε. Σνομπάριζε με τέτοιο τρόπο που σε δολοφονούσε.


Οταν ήταν να ανεβάσει το «Λίγο πιο νωρίς, λίγο πιο αργά» είχαμε κινητοποιηθεί όλοι να της βρούμε έναν όμορφο και ταλαντούχο νέο ηθοποιό. Το έμπειρο μάτι της τους απέρριπτε όλους και στάθηκε στον Σπυρόπουλο που μόλις είχε αποφοιτήσει από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Της άρεσε και ως άνδρας. Τον επέβαλε και στο θέατρο και στη ζωή της, παρά τις αντιρρήσεις των δικών της για το νεαρό της ηλικίας του, αν και κάπου κάπου εξέφραζε τις τύψεις της γι’ αυτή τη διαφορά. Ηταν χαριτωμένος, ευχάριστος, έκανε μιμήσεις, ξενυχτούσε μαζί της βλέποντας βίντεο, αλλά και της έβγαινε. Ο,τι δεν συγχωρούσε στον Παπαμιχαήλ, τα συγχωρούσε στον Κωστάκη. Την υποταγή που αρνήθηκε σε εκείνον την έδειχνε στον Σπυρόπουλο. Τη βόλευε η κατάσταση, δεν είναι ότι τα χρόνια είχαν περάσει, γιατί η Αλίκη ποτέ δεν έπαψε να αισθάνεται ότι είναι επιθυμητή.


Η Αλίκη είχε απόλυτη σιγουριά για τον εαυτό της. «Γνωρίζω τη μοναδικότητά μου», έλεγε. Ηξερε τι μετρούσε, αλλά ήξερε και τι μετρούσαν οι κατά καιρούς αντίπαλές της. Ανησυχούσε για τις επίδοξες διεκδικήτριες του τίτλου της, αλλά μέχρι να τις δει να παίζουν. Είχε επίγνωση πως ο δικός της μύθος βασιζόταν στην ηθοποιία της και στην πολλή δουλειά. Κουβεντιάζοντας μια φορά πήρε ύφος επιθετικό και με ρώτησε: «Μήπως αμφιβάλλεις ότι είμαι μεγάλη ηθοποιός;». Οταν έβλεπε τις άλλες, έλεγε: «Ετσι, κυρά μου, γίνεσαι εθνική;». Ωστόσο ενδιαφερόταν για την κίνηση των θεάτρων τους. Ηθελε μόνον το δικό της γεμάτο και έστελνε.. κατασκόπους να της πουν αν είχαν κόσμο και τι κόσμο οι άλλες!


Οπως είχε απόλυτη επίγνωση και της ηλικίας της. Μου είχε πει: «Οταν κοιτιέμαι στον καθρέφτη και βλέπω πώς διατηρούμαι, λέω στον εαυτό μου, φτου σου, κοπελάρα μου! Λένε ότι έχω κάνει τις χιλιάδες επεμβάσεις. Κοίταξέ τα χέρια μου πόσο φρέσκα είναι. Τι στο διάβολο, επέμβαση και στα χέρια έκανα;». Δεν ήθελε όμως να μιλάμε σπίτι της για ηλικίες. «Εδώ απαγορεύονται αυτές οι κουβέντες», έλεγε.


Οποιος δεν είχε δει την Αλίκη στο καμαρίνι της προτού βγει στη σκηνή, δεν μπορεί να καταλάβει τι ήταν γι’ αυτήν το σανίδι. Εμοιαζε λιοντάρι προτού μπει στην αρένα. Τίναζε το κεφάλι ψηλά, φυσούσε το μαλλί, γέμιζε αυτοπεποίθηση και κυριολεκτικά ορμούσε.


Στην ουσία, όμως, ήταν πολύ μόνη. Ηταν ο άνθρωπος που φρόντιζε τα πάντα. Σπούδασε τα αδέλφια της, νοιαζόταν για τους ανθρώπους της, για το παιδί της, ακόμη και τα θέματα του καλοριφέρ ή του γκαράζ τα φρόντιζε αυτή αυτοπροσώπως. Ηταν σε διαρκή τηλεφωνική επικοινωνία με όλα τα μέλη της οικογένειάς της, τους έλυνε τα προβλήματα και υπέμενε στωικά τα συνεχή τηλεφωνήματα της μητέρας της που ήθελε να ξέρει κάθε λεπτό τι κάνει η Αλίκη! Οταν αρρώστησε η πιστή οικονόμος της η Νότα, η Αλίκη της συμπαραστάθηκε απόλυτα. Είχε μια Γαλλίδα, τη Νιτσά, ως γκουβερνάντα του Γιάννη. Οταν αυτός μεγάλωσε δεν την έδιωξε. Την κράτησε στο σπίτι, βοηθό και συμπαραστάτρια.


Η ζωή μιας σταρ δεν είναι εύκολη ούτε και με τους πιο κοντινούς της ανθρώπους. Οταν ο Γιάννης ήταν μικρός η Αλίκη πήγε στο σχολείο του να πληροφορηθεί πώς πάει ο γιος της. Ολα τα παιδιά έπεσαν επάνω της και την άλλη μέρα της είπε ο Γιάννης: «Μαμά, σε παρακαλώ μην ξανάρθεις στο σχολείο, ντρέπομαι».


Παρ’ ότι ήταν σταρ δεν είχε ξεχάσει την ιδιότητα της νοικοκυράς. Της άρεσε η έννοια σπίτι και τα ήθελε όλα στην τρίχα. Είχε φτιάξει και τα δύο σπίτια της, της Αθήνας και του Θεολόγου, και ήταν πολύ υπερήφανη γι’ αυτά. Δεν δίσταζε να μπει και στην κουζίνα και να σου ετοιμάσει κάτι να φας. Ομολογουμένως, ό,τι έφτιαχνε ήταν τέλειο.


Η ίδια έτρωγε πολύ λίγο. Συνήθως ψάρια, λαχανικά, φρούτα. Επινε πολύ νερό, δεν οδηγούσε, δεν εξέθετε το πρόσωπό της στον ήλιο, αλλά δεν κοιμόταν εύκολα. Ο Θεός μού τα έδωσε όλα, έλεγε, αλλά μου στέρησε τον ύπνο. Κοιμόταν τα ξημερώματα και ξυπνούσε μετά το μεσημέρι. Ωστόσο αν είχε πρωινή δουλειά ήταν εκεί στην ώρα της.


Την Αλίκη την απασχολούσε η πολιτική. Είχε απόψεις για όλους τους πολιτικούς και την πολιτική κατάσταση. Δεν φορούσε παρωπίδες, ήξερε να ξεχωρίζει τους σταρ και κάποια στιγμή νόμιζε ότι ο Σαμαράς θα έγραφε ιστορία. Γρήγορα διαπίστωσε ότι είχε κάνει λάθος και τελευταία είχε εκφράσει εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του Κ. Σημίτη. Κατά καιρούς έλεγε ότι και εκείνη θα ήθελε να γίνει πολιτικός, όμως τελευταία είχε διαλέξει έναν άλλον ρόλο. Να πάει να βρει τους απόδημους και να τους πείσει να έρθουν και να κάνουν κάτι για την πατρίδα.


Η Αλίκη από πολύ μικρή είχε μάθει να δουλεύει σκληρά. Σκληρή ήταν και με τους όρους της δουλειάς της. Απαιτούσε το τέλειο και πρώτα από όλα ό,τι εξυπηρετούσε τον μύθο της. Ηξερε να διαπραγματεύεται οικονομικά και δεν σκορπούσε τα λεφτά της. «Από μένα», έλεγε, «αυτός θα κερδίσει. Δεν πρέπει να κερδίσω και εγώ;» Είχε μάθει να εξαργυρώνει τη φήμη της.


Οπως είπε και η ίδια στη συνέντευξή της στο «Βήμα» της 31ης Μαρτίου 1996, είναι μεγάλη η μοναξιά του ανθρώπου που έχει αποκοπεί από το πλήθος. Ηταν όμως πολύ περήφανη και δεν της άρεσε να λέει λυπητερά πράγματα στις συνεντεύξεις της. Ελα να βάλουμε και ένα καλαμπούρι, έλεγεΩ να πάρουμε τον Σταμάτη (Φασουλή) να μας πει ένα αστείο. Υποκρινόταν την πανευτυχή και ας ήξερε το κόστος όλων αυτών που αναγκαζόταν να ζήσει. Ηθελε πάντα να είναι η Αλίκη Βουγιουκλάκη και αυτό το πέτυχε πληρώνοντας το πρόστιμο, όπως έλεγε και στο γνωστό τραγούδι της. Εξάλλου αυτή που έμοιαζε να τα έχει όλα και κυρίως τον χρόνο με το μέρος της, διαπιστώσαμε ότι, όπως όλοι μας, ήταν έρμαιο στη δύναμη του πεπρωμένου.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.