ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Yayoi Kusama: Η βασίλισσα των πουά και της ψευδαίσθησης

Yayoi Kusama: Η βασίλισσα των πουά και της ψευδαίσθησης 1

Από την παιδική της ηλικία γεμάτη παραισθήσεις και εμμονές μέχρι τη συνειδητή επιλογή της να ζει μόνιμα σε ψυχιατρικό ίδρυμα, η Yayoi Kusama έχει δημιουργήσει έναν κόσμο όπου η μοναξιά, η αφοσίωση και η φαντασία συναντιούνται για να δώσουν μορφή σε μια από τις πιο μοναδικές προσωπικότητες της σύγχρονης τέχνης.

ΑΠΟ ΜΙΚΑΕΛΑ ΘΕΟΦΙΛΟΥ

Στον κόσμο της σύγχρονης τέχνης, λίγες προσωπικότητες έχουν καταφέρει να ξεχωρίσουν με τόσο έντονο και μοναδικό τρόπο όσο η Yayoi Kusama. Για περισσότερα από επτά δεκαετίες, η γιαπωνέζα δημιουργός μάς βυθίζει σε ένα σύμπαν γεμάτο πουά, καθρέφτες και ψευδαισθήσεις, καταργώντας τα όρια ανάμεσα στο εγώ και το άπειρο.

Η Kusama είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια ζωγράφος ή γλύπτρια: είναι ένας μύθος εν ζωή. Ένα παιδί που μεγάλωσε με εσωτερικούς δαίμονες, που έφυγε από την πατρίδα του για να διεκδικήσει χώρο στη Νέα Υόρκη των ‘60s, που έζησε ανάμεσα στην εκρηκτική ελευθερία της avant-garde και στη σιωπή ενός ψυχιατρικού ιδρύματος. Όμως, σε κάθε της βήμα, η τέχνη ήταν η ασπίδα και το όπλο της.

Η ίδια έχει συνοψίσει το πάθος της με απλά λόγια: «Η τέχνη είναι ο τρόπος για να καταπολεμήσω τον τρόμο της ύπαρξης». Και αυτή η φράση είναι το κλειδί για να κατανοήσει κανείς γιατί η Kusama δεν είναι απλώς μια εκκεντρική προσωπικότητα, αλλά μια ιδιοφυΐα που μετουσίωσε τον προσωπικό της πόνο σε παγκόσμια γλώσσα.

Τα παιδικά χρόνια: το ξεκίνημα μιας ιδιόμορφης εμμονής

Η Kusama γεννήθηκε το 1929 στην πόλη Ματσουμότο της Ιαπωνίας, σε μια οικογένεια εύπορη αλλά ψυχρά αυστηρή. Από πολύ νωρίς βίωσε την καλλιτεχνική δημιουργία όχι ως χόμπι, αλλά ως τρόπο επιβίωσης. Ως παιδί περιέγραφε πως έβλεπε «εξωπραγματικές εικόνες» στον κόσμο γύρω της: λουλούδια που της μιλούσαν, πουά που πλημμύριζαν τα πάντα, σχήματα που καταλάμβαναν τον χώρο γύρω της μέχρι να την καταπιούν.

Η ίδια έχει πει: «Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, είχα παραισθήσεις. Έβλεπα μοτίβα που με τύλιγαν παντού. Ο μόνος τρόπος να τα αντέξω ήταν να τα ζωγραφίσω».

Η εμμονή της με τα πουά ξεκίνησε τότε: για την ίδια, κάθε πουά ήταν σαν ένα κύτταρο, μια σταγόνα που μπορούσε να απλωθεί και να επαναληφθεί στο άπειρο. Αυτό το μοτίβο έγινε το προσωπικό της λεξιλόγιο, ένας τρόπος να καταγράφει τις παραισθήσεις της στο χαρτί και αργότερα σε καμβάδες, γλυπτά και εγκαταστάσεις.

Η δύσκολη σχέση με τη μητέρα της –που την εξανάγκαζε να παρακολουθεί τον πατέρα της στις απιστίες του– της δημιούργησε τραύματα που θα διαπερνούσαν ολόκληρη την καλλιτεχνική της πορεία. Η μητέρα της Kusama είχε μια σκληρή και παρεμβατική προσωπικότητα. Επειδή ο πατέρας της ήταν άπιστος, εκείνη ανάγκαζε το μικρό κορίτσι να τον παρακολουθεί και να της μεταφέρει λεπτομέρειες για τις εξωσυζυγικές του σχέσεις. Για ένα παιδί, αυτή η «αποστολή» ήταν βαθιά τραυματική, γιατί την έφερνε αντιμέτωπη με την προδοσία και την ένταση μέσα στην οικογένεια, δημιουργώντας ντροπή, φόβο και άγχος. Σε συνέντευξη είχε δηλώσει: «Η μητέρα μου με χτυπούσε επειδή ζωγράφιζα. Τότε κατάλαβα ότι η τέχνη ήταν η μόνη μου σωτηρία».

Η φυγή προς τη Νέα Υόρκη: πρόκληση και επανάσταση

Το 1957 η Kusama αποφασίζει να εγκαταλείψει την Ιαπωνία και εγκαθίσταται στη Νέα Υόρκη, όπου η αμερικανική σκηνή της avant-garde τής επέτρεψε να απελευθερωθεί πλήρως. Η συντηρητική κουλτούρα της χώρας της και η έλλειψη χώρου για γυναικείες φωνές στην τέχνη την έπνιγαν. Με ελάχιστα χρήματα, αλλά γεμάτη φιλοδοξία, θέλει να κατακτήσει το κέντρο της avant-garde τέχνης. Η ίδια θυμάται: «Πούλησα όλα μου τα έργα, ακόμα και το κιμονό μου, για να αγοράσω ένα εισιτήριο για την Αμερική. Δεν είχα τίποτα άλλο παρά μόνο την αποφασιστικότητά μου».
Στην Νέα Υόρκη η εκκεντρικότητά της έγινε δημόσια και θεαματική. Δεν ήταν απλώς η επιλογή των ρούχων ή των χρωμάτων· ήταν ο τρόπος που αντιμετώπιζε τον ίδιο της τον χώρο και τον χρόνο. Κυκλοφορούσε με φορέματα καλυμμένα από πουά, βαμμένο πρόσωπο, έντονο κόκκινο μαλλί και αξεσουάρ που θύμιζαν ζωντανά γλυπτά. «Δεν θέλω να χαθώ μέσα στο πλήθος. Θέλω να γίνω η ίδια ένα έργο τέχνης.», είχε δηλώσει περίτρανα.

Yayoi Kusama: Η βασίλισσα των πουά και της ψευδαίσθησης 2
Η Yayoi Kusama ως μέρος του έργου της το 1965

Στην αρχή, οι Νεοϋορκέζοι την κοιτούσαν με απορία. Πολύ σύντομα, όμως, άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι η Kusama δεν ήταν απλώς μια παράξενη φιγούρα: ήταν ένα ζωντανό σύμβολο της σύγχρονης τέχνης. Στη Νέα Υόρκη, οργανώνει happenings που ξεπερνούσαν κάθε όριο: δημόσιες performances σε πάρκα, γέφυρες και μουσεία, όπου γυμνά σώματα καλύπτονταν με πουά ή καθρέφτες. Σε ένα από αυτά τα διάσημα events της δεκαετίας του ’60, συγκέντρωσε ανθρώπους στο Central Park, τους ζήτησε να ντυθουν με πουά, να φορέσουν μάσκες και να χορέψουν σε απόλυτη ελευθερία. Για την ίδια, αυτά τα events δεν ήταν απλώς πρόκληση: «Ήθελα να δείξω ότι ο κόσμος μπορεί να ενωθεί μέσα από την τέχνη, ακόμα και αν αυτό σημαίνει να βάψω γυμνά σώματα με πουά μπροστά σε όλους. Γιατί ο καθένας μπορεί να γίνει καμβάς. Η ζωή είναι η πρώτη ύλη για την τέχνη». Όμως αυτές οι δημόσιες εκδηλώσεις δεν ήταν απλώς τέχνη, ήταν σχόλια για την κοινωνία, τον πόλεμο στο Βιετνάμ, τη σεξουαλική απελευθέρωση και τα δικαιώματα.

Yayoi Kusama: Η βασίλισσα των πουά και της ψευδαίσθησης 3
Από το event που διοργάνωσε στο Central Park Credits: AsianFashionArchive Instagram


Η Kusama δεν αρκέστηκε ποτέ να εκφράζει την τέχνη της μόνο μέσα από έργα. Η ίδια έγινε κομμάτι της. Με το χαρακτηριστικό κόκκινο καρέ μαλλί της, τα ρούχα γεμάτα πουά και τα έντονα μοτίβα, η Kusama εμφανίζεται σαν μια περσόνα που ξεπήδησε από το ίδιο της το σύμπαν. «Ντύνομαι έτσι ώστε εγώ η ίδια να γίνομαι ένα με το έργο μου. Εγώ και η τέχνη μου είμαστε αχώριστες».

Η εμμονή της Kusama με τα πουά δεν ήταν απλώς αισθητική επιλογή· ήταν αναπόσπαστο μέρος της προσωπικότητάς της και της ψυχικής της κατάστασης. Από τα παιδικά της χρόνια, όπως η ίδια έχει πει, έβλεπε «κουκκίδες» παντού γύρω της: στους τοίχους, στα αντικείμενα, στα πρόσωπα. «Οι κουκκίδες καλύπτουν όλο τον κόσμο μου. Είναι ο τρόπος μου να κατανοώ την απεραντοσύνη και τον τρόμο μου». Αυτή η οπτική οδήγησε σε μια σειρά έργων που επεκτείνονται σε τοίχους, αντικείμενα και γλυπτά, ενώ ολόκληρο το σπίτι και το στούντιό της στην Νέα Υόρκη γέμισαν μοτίβα πουά, δημιουργώντας ένα περιβάλλον όπου η ζωή και η τέχνη ήταν άρρηκτα δεμένες.

Η ίδια η Kusama περιέγραφε το στούντιό της σαν έναν «κόσμο μέσα στον κόσμο», όπου κάθε αντικείμενο, από τις καρέκλες μέχρι τα βιβλία της, έπρεπε να υπακούει στους δικούς της κανόνες αισθητικής. Η εμμονή αυτή δεν ήταν μόνο εκκεντρική· ήταν ανάγκη επιβίωσης και μέσο διαχείρισης των ψυχικών της δαιμόνων.

Το ίδιο ισχύει και με τις γιγαντιαίες κολοκύθες της –με τις επιφάνειες καλυμμένες από μαύρα πουά πάνω σε έντονα κίτρινα ή κόκκινα χρώματα– έγιναν σήμα κατατεθέν της. Όπως εξηγεί: «Οι κολοκύθες με κάνουν να γελάω. Είναι γεμάτες χιούμορ και ταυτόχρονα με προστατεύουν από τον τρόμο της ζωής».

Yayoi Kusama: Η βασίλισσα των πουά και της ψευδαίσθησης 4
H Yayoi Kusama με μία από τις περιβόητες κολοκύθες της στην Aichi Triennale το 2010

Δημόσιες εμφανίσεις και η τέχνη της αυτοπροβολής

Η εκκεντρικότητα της Kusama φαινόταν επίσης στις δημόσιες εμφανίσεις της. Δεν δίσταζε να προκαλεί με αμφιλεγόμενες δηλώσεις και ακραίες χειρονομίες. Συχνά εμφανιζόταν σε τηλεοπτικές εκπομπές ή δημόσιες συζητήσεις φορώντας κοστούμια που φαινόταν φουτουριστικά ή παραληρηματικά, προκαλώντας αίσθηση και συχνά αμηχανία. Σε συνεντεύξεις, δήλωνε ανοιχτά ότι οι ψυχικές της παραισθήσεις και εμμονές ήταν πηγή έμπνευσης και ότι η τέχνη της ήταν τρόπος να τις διαχειριστεί. Έλεγε: «Αν δεν είμαι ακραία, η τέχνη μου δεν έχει νόημα.Η τέχνη πρέπει να σοκάρει. Αν δεν σοκάρει, είναι απλώς διακόσμηση».

Τα γράμματά της προς διάσημους ή πολιτικούς, ζητώντας ειρήνη, αγάπη ή συμμετοχή σε happenings, θεωρούνταν από πολλούς ακραία ή αλλοπρόσαλλα. Αλλά για εκείνη ήταν αυθεντικός τρόπος επικοινωνίας: η ίδια ήθελε η εκκεντρικότητά της να γίνει γέφυρα, όχι απλώς θέαμα.

Από τη δεκαετία του ’60, η Kusama έστελνε γράμματα σε διασημότητες όπως ο Andy Warhol, ο Claes Oldenburg και η Georgia O’Keeffe, προσκαλώντας τους να συμμετάσχουν σε happenings ή εκθέσεις της. Σε πολλά από αυτά, εκφράζονταν με απόλυτη ειλικρίνεια για τις παραισθήσεις και τις εμμονές της, ζητώντας συγχρόνως την ενεργή συμμετοχή τους στην τέχνη της.

Τα μηνύματά της δεν περιορίζονταν στον καλλιτεχνικό χώρο· απευθύνονταν και σε πολιτικά πρόσωπα, ακόμη και σε δημόσιες αρχές, με αιτήματα για ειρήνη, αγάπη και κοινωνική αλλαγή. Για πολλούς παραλήπτες, τα γράμματα αυτά φαινόντουσαν ακραία ή αλλοπρόσαλλα, καθώς συνδύαζαν προσωπικές εξομολογήσεις, φουτουριστικές ιδέες και παράδοξες προτάσεις για συμμετοχή σε happenings. «Η εκκεντρικότητα δεν είναι θέαμα: είναι γλώσσα για να φτάσω σε άλλους ανθρώπους».

Ένα από τα πιο διάσημα παραδείγματα ήταν η πρόσκλησή της προς τον Claes Oldenburg να συμμετάσχει σε ένα happening γεμάτο με πουά και φωτεινά χρώματα στη Νέα Υόρκη. Ο Oldenburg ανταποκρίθηκε θετικά, με αποτέλεσμα η συνεργασία τους να καταγραφεί ως μια από τις πιο ζωντανές και αντισυμβατικές στιγμές της σύγχρονης τέχνης. Σε άλλο γράμμα προς πολιτικό πρόσωπο, η Kusama έγραφε: «Μπορείτε να βοηθήσετε να φτιάξουμε έναν κόσμο που γεμίζει από χρώματα και αγάπη; Κάθε συμμετοχή μετράει» κάνοντας την εκκεντρικότητα της και εργαλείο κοινωνικής σύνδεσης.

Η μοναξιά, η απομόνωση και η ζωή σε ψυχιατρικό ίδρυμα στην Ιαπωνία

Όπως κάθε εκκεντρικός χαρακτήρας, η Kusama δεν φοβόταν τη μοναξιά. Ζούσε απομονωμένη για μεγάλα διαστήματα, εστιάζοντας στην παραγωγή έργων που κάλυπταν ολόκληρα στούντιο με μοτίβα, χρώματα και σχήματα που προέκυπταν από τον εσωτερικό της κόσμο. Κάθε αντικείμενο που άγγιζε, κάθε γλυπτό που δημιουργούσε, κάθε happening που οργάνωνε ήταν μέρος μιας ζωής που δεν γνώριζε όρια και δεν ακολουθούσε κανόνες. Το στούντιό της και αργότερα το διαμέρισμά της ήταν χώρος συνεχούς παραγωγής έργων, ένα προσωπικό σύμπαν που δεν χωρούσε όρια. Κάθε γλυπτό, κάθε ζωγραφιά, κάθε εγκατάσταση ήταν κομμάτι της ψυχικής της διαδικασίας. «Όταν δουλεύω, δεν υπάρχω πια στον έξω κόσμο· είμαι μέσα στις κουκκίδες και στα χρώματα», είχε δηλώσει.

Yayoi Kusama: Η βασίλισσα των πουά και της ψευδαίσθησης 5
Compulsion Furniture 1964, Μουσείο Boijmans Van Beuningen

Αν και βίωσε την επιτυχία της στη Νέα Υόρκη, η Kusama είχε πάντα έντονα ψυχολογικά προβλήματα. Η μοναξιά, η οικονομική πίεση και οι παρατεταμένες παραισθήσεις την οδήγησαν σε κατάρρευση.

Ακόμη και η επιλογή να ζει εθελοντικά σε ψυχιατρική κλινική για να μπορέσει να εργάζεται χωρίς διακοπές αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της εκκεντρικής συνέπειάς της. Η Kusama δήλωνε: «Δεν χρειάζομαι ελευθερία για να ζήσω. Χρειάζομαι χώρο για να δημιουργώ.»

Το 1973 λοιπόν επιστρέφει στην Ιαπωνία, όπου το 1977 αποφασίζει να ζήσει οικειοθελώς σε ψυχιατρικό ίδρυμα στο Τόκιο διατηρώντας όμως παράλληλα έναν εντυπωσιακά παραγωγικό καλλιτεχνικό ρυθμό. Η ίδια έχει δηλώσει ότι η ζωή εκεί δεν ήταν φυλακή, αλλά ένας χώρος όπου μπορούσε να ελέγξει καλύτερα τις ψυχικές της παραισθήσεις και τις εμμονές της. Όπως έλεγε: «Αν δεν ήμουν εδώ, θα είχα χαθεί στις παραισθήσεις μου. Εδώ μπορώ να ζω και να δημιουργώ ταυτόχρονα.».

Η καθημερινότητά της περιελάμβανε ώρες αδιάκοπης ζωγραφικής, σχεδίασης και κατασκευής εγκαταστάσεων και γλυπτών. Παράλληλα, διατηρούσε επαφή με τον καλλιτεχνικό κόσμο: δεχόταν επισκέπτες, συμμετείχε σε εκθέσεις και έκανε δημόσιες εμφανίσεις, πάντα με το χαρακτηριστικό φουτουριστικό και πολύχρωμο στιλ της.

Στο ίδρυμα, η Kusama εκμεταλλεύτηκε το περιβάλλον για να πειραματιστεί με τη δουλειά της σε μεγαλύτερη κλίμακα και με μεγαλύτερη ένταση. Οι περιορισμοί του χώρου δεν εμπόδισαν τη φαντασία της· αντίθετα, αποτέλεσαν έμπνευση για τα περίφημα “Infinity Rooms” και τις εγκαταστάσεις με τα πουά, που προοικονομούν την παγκόσμια φήμη της.

Η ίδια θεωρούσε ότι η παραμονή της εκεί ήταν απαραίτητη για την ψυχική της ισορροπία και για την τέχνη της, και όχι μια μορφή κοινωνικού στιγματισμού. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Δεν ήρθα εδώ επειδή με ανάγκασαν. Ήρθα για να μπορώ να ζω και να δημιουργώ χωρίς φόβο».

Yayoi Kusama: Η βασίλισσα των πουά και της ψευδαίσθησης 6
Η Yayoi Kusama στο Narcissus Garden στη Βενετία το 1966

Αυτός ο συνδυασμός απομόνωσης και δημιουργικότητας έγινε βασικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς της και ενίσχυσε την εικόνα της ως εκκεντρικής και μοναδικής καλλιτέχνιδας. Το ψυχιατρείο έγινε, με τον τρόπο της, ένας χώρος δημιουργίας και όχι περιορισμού.

Αν και αυτό ακούγεται τραγικό, για την Kusama αποτέλεσε σωτηρία. Όπως έχει πει: «Η ψυχική μου ασθένεια είναι η έμπνευσή μου. Χωρίς αυτήν δεν θα υπήρχε η τέχνη μου».

Η καθημερινότητά της είναι μια ισορροπία ανάμεσα στη σταθερότητα του ιδρύματος και τη δημιουργική έκρηξη του στούντιο. Για εκείνη, η τέχνη είναι θεραπεία: «Αν δεν ζωγράφιζα, θα είχα πεθάνει πριν από καιρό».

Η υπάρξη της, μια κουκίδα στο άπειρο

Κορυφαία στιγμή της καλλιτεχνικής της πορείας είναι τα Infinity Mirror Rooms, οι διάσημες εγκαταστάσεις που έχουν ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο και προσελκύουν εκατομμύρια επισκέπτες. Πρόκειται για δωμάτια καλυμμένα με καθρέφτες, γεμάτα φώτα, μοτίβα και αντικείμενα που πολλαπλασιάζονται στο άπειρο.

Όπως έλεγε η ίδια: «Όταν μπαίνω σε ένα δωμάτιο με καθρέφτες, εξαφανίζομαι μέσα στο άπειρο. Αυτό θέλω να νιώσουν κι οι άλλοι: να χαθούν μέσα σε κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό τους».Τα Infinity Rooms δεν είναι μόνο έργα τέχνης αλλά και εμπειρίες βαθιά συναισθηματικές. Η Kusama κατάφερε να δημιουργήσει χώρους όπου η τέχνη δεν παρατηρείται απλώς, αλλά βιώνεται σωματικά.

«Η τέχνη μου είναι μια προσευχή για την αγάπη και την ειρήνη», έχει δηλώσει.

Yayoi Kusama: Η βασίλισσα των πουά και της ψευδαίσθησης 7
Από τη συνεργασία της με τον οίκο Louis Vuitton

Σήμερα, η Yayoi Kusama είναι μια από τις πιο αναγνωρίσιμες μορφές της σύγχρονης τέχνης. Οι συνεργασίες με μεγάλους οίκους μόδας, όπως ο Louis Vuitton, την έχουν φέρει ακόμα πιο κοντά στη μαζική κουλτούρα. Η εικόνα της –με το κόκκινο μαλλί και τα πουά– είναι εμπορικό σήμα τόσο σημαντικό, σχεδόν όσο και τα έργα της.

Η ίδια όμως βλέπει τον εαυτό της διαφορετικά: «Δεν είμαι τίποτα περισσότερο από μια κουκκίδα στο σύμπαν. Αλλά με αυτές τις κουκκίδες δημιούργησα τον δικό μου κόσμο».

Παρά την εμπορική της επιτυχία, συνεχίζει να εργάζεται ακούραστα. Στα 90+ της χρόνια, παράγει καθημερινά νέα έργα, γεμίζοντας το στούντιό της με καμβάδες, γλυπτά και εγκαταστάσεις.

Η Yayoi Kusama είναι κάτι παραπάνω από καλλιτέχνις. Είναι ένα ζωντανό παράδειγμα του πώς η τέχνη μπορεί να γίνει καταφύγιο, θεραπεία και τρόπος επιβίωσης. Μέσα από τα πουά, τις κολοκύθες και τα Infinity Rooms, μας υπενθυμίζει ότι η εκκεντρικότητα δεν είναι ελάττωμα αλλά δύναμη – ένας διαφορετικός τρόπος να βλέπεις και να αναδιαμορφώνεις τον κόσμο.

Και πράγματι, μέσα από την αδιάκοπη δημιουργικότητά της, μας χαρίζει έναν κόσμο γεμάτο πουά, καθρέφτες και κολοκύθες – έναν κόσμο όπου η ζωή και η τέχνη φαίννται να είναι αχώριστες.


Demy: Όρια, φόβοι και η επιστροφή στον πυρήνα

Η Ειρήνη και η Έλενα υποδέχονται στο στούντιο τη Demy για μια ειλικρινή συζήτηση που θα σας αγγίξει περισσότερο από όσο φαντάζεστε.


READ MORE

Exit mobile version