«Η σχέση με το χρόνο που περνάει είναι η καλύτερη. Γιατί πέρασε, με άγγιξε, με σημάδεψε και παραμονεύει. Δεν με τρομάζει ο θάνατος, έχω συμφιλιωθεί μαζί του» είχε πει σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Μίμης Πλέσσας. Ο συνθέτης έφυγε από την ζωή λίγο πριν συμπληρώσει τα 100 του χρόνια: ογκόλιθος της Ελληνικής μουσικής, δημιουργός εμβληματικών, αξέχαστων τραγουδιών που αποτέλεσαν το soundtrack της ζωής εκατομμύρια Ελλήνων.
Γεννημένος στο κέντρο της Αθήνας με καταγωγή από την Ζάκυνθο, ο Μίμης Πλέσσας ήταν έξι ετών πέθανε η γιαγιά του. Το 1929 «το πένθος ήταν πένθος», όπως είχε πει σε συνέντευξή του στο Βήμα. Μια μέρα άνοιξε κρυφά το πιάνο και άρχισε να παίζει με τα πλήκτραΣ. ύντομα θα μπορούσε να γράψει τις δικές του συνθέσεις. Το πρώτο φλερτ με την «ασπρόμαυρη ερωμένη» όπως αποκαλούσε πάντα το πιάνο είχε γίνει.
Σε ηλικία 15 ετών έγινε ο πρώτος σολίστ πιάνου στο τότε Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας.
Αντί για μουσική όμως, τελικά σπούδασε Χημεία.
Όταν τελείωσε την Λεόντειο και ανακοίνωσε στην μητέρα του ότι ήθελε να γίνει μουσικός εκείνη «γούρλωσε τα μάτια της και μου είπε “ευχή και κατάρα να μην γίνεις ποτέ μουσικάντης!” Έπρεπε να γίνω επιστήμονας».
«Δε θυμάμαι να υπήρξε μεγαλύτερο σοκ στη ζωή μου από το θάνατο της μητέρας μου στην Κατοχή. Είχα αριστεύσει στο πανεπιστήμιο. Της είπα «Μανούλα αρίστευσα». Βουρκώνει με αγκαλιάζει και πεθαίνει…»