Στην Καλλιθέα, σε έναν δρόμο που δεν θα φανταζόσουν ποτέ ότι κουβαλά τόσες ιστορίες σιωπής, βρίσκεται ένας χώρος που μοιάζει περισσότερο με αγκαλιά παρά με καφενείο. Το Γυναικείον Καφενείον, με τις ρετρό καρέκλες, τους πίνακες που θυμίζουν σπίτια γιαγιάδων και τα αντικείμενα που έχουν ταξιδέψει από γενιά σε γενιά, δεν είναι μια ακόμη πολιτιστική πρωτοβουλία∙ είναι μια συλλογική πράξη αντίστασης απέναντι στην έμφυλη βία. Εκεί όπου οι γυναίκες συναντιούνται για να πιουν έναν καφέ, να συζητήσουν, να εργαστούν, να ηρεμήσουν ή να ζητήσουν βοήθεια χωρίς φόβο, η ιδρύτριά του, Νάντια Αβιτίδου, έχει χτίσει έναν μικρό θύλακα ασφάλειας σε μια πραγματικότητα που εξακολουθεί να πληγώνει.
Η συζήτηση γύρω από την έμφυλη βία δεν αφορά μόνο στα περιστατικά που φτάνουν στη δημοσιότητα· αφορά και στους χώρους όπου οι γυναίκες μπορούν να υπάρξουν χωρίς φόβο. Σε μια εποχή όπου οι «τρίτοι χώροι», δηλαδή οι ενδιάμεσοι τόποι έξω από το σπίτι και τη δουλειά που δημιουργούν κοινότητες, προσφέρουν ασφάλεια και λειτουργούν ως κοινωνική ανάσα, τείνουν να εξαφανιστούν, η ανάγκη για φιλόξενους, μη κακοποιητικούς και πραγματικά συμπεριληπτικούς χώρους γίνεται πιο επιτακτική από ποτέ.
Στην ελληνική λαογραφία, ο θεσμός του καφενείου υπήρξε για γενιές ο κατεξοχήν δημόσιος χώρος των ανδρών. Ένα σημείο συνάντησης, πολιτικής ζύμωσης και κοινωνικοποίησης, από το οποίο οι γυναίκες ήταν παραδοσιακά αποκλεισμένες. Αντίθετα, η γυναικεία παρουσία παρέμενε εγκλωβισμένη στην ιδιωτική σφαίρα, μακριά από τη δημόσια ζωή. Μέσα σε αυτό το ιστορικό φορτίο, το Γυναικείον Καφενείον δημιουργήθηκε ως μια πράξη ανατροπής και επαναδιεκδίκησης: ένας χώρος όπου οι γυναίκες μπορούν να μιλήσουν, να συναντηθούν, να νιώσουν ορατές και να υπάρξουν χωρίς να χρειάζονται άμυνες.

Με αφορμή τη Διεθνή Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, η συζήτησή μας μαζί της φωτίζει όσα ακόμη παραμένουν στο σκοτάδι: τις αόρατες μάχες των γυναικών, τις θεσμικές αντιφάσεις που τις εγκλωβίζουν, αλλά και τη δύναμη που μπορεί να γεννηθεί όταν κάποια αποφασίζει να πει «ως εδώ». Η ίδια μιλά για τις δυσκολίες, τις πολιτισμικές σιωπές, τα πισωγυρίσματα, αλλά και τις πράξεις αλληλεγγύης που κρατούν ζωντανό έναν χώρο που δεν στηρίζεται σε επιδοτήσεις, αλλά στη συλλογική ευαισθησία της κοινωνίας.






