Η Αντουανέτα είχε γεννηθεί το Δεκέμβριο του 1920, κόρη του πρίγκιπα Πιέρ του Μονακό, πρώην κόμη του Πολινιάκ, και της πριγκίπισσας Σαρλότ του Μονακό. Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν από τη γέννησή της το Μονακό είχε βρεθεί χωρίς διάδοχο και το μικροσκοπικό κρατίδιο κινδύνευσε να ενσωματωθεί στην Ιταλία. Ο παππούς της Αντουανέτας, πρίγκιπας Λουδοβίκος Β', μπροστά στον κίνδυνο να τον διαδεχθεί ένας Γερμανός εξάδελφός του, θυμήθηκε ότι είχε αποκτήσει μια κόρη εκτός γάμου από τη σχέση του με μια τραγουδίστρια των καμπαρέ, τη Ζιλιέτ Λουβέ.
Η Λουβέ, με τη σειρά της, ήταν η κόρη μιας κυρίας που έπλενε τα ρούχα του Λουδοβίκου την εποχή που εκείνος υπηρετούσε στο Γαλλικό Στρατό στο Αλγέρι. Η Σαρλότ αναγνωρίστηκε από τον πρίγκιπα το 1919 και τον επόμενο χρόνο παντρεύτηκε τον κόμη Πιέρ ντε Πολινιάκ, ο οποίος με το γάμο του έγινε πρίγκιπας του Μονακό. Οι δυο τους απέκτησαν δύο παιδιά, την Αντουανέτα, το 1920, και τον Ρενιέ, τρία χρόνια αργότερα. Ο γάμος τους όμως ήταν ιδιαίτερα δυστυχής, ίσως επειδή ο πρίγκιπας ήταν ομοφυλόφιλος.
Οι συνεχείς καβγάδες του ζευγαριού σημάδεψαν τα παιδικά χρόνια, τόσο του Ρενιέ όσο και της Αντουανέτας. Τα δύο παιδιά περνούσαν αρκετό καιρό με τον παππού τους, που ωστόσο ερχόταν σπάνια στο Μονακό για περισσότερους από τρεις μήνες το χρόνο, προτιμώντας να διασκεδάζει στο Παρίσι ή να κυνηγά στη Σκωτία.

Η Σαρλότ και ο Πιέρ χώρισαν το 1930 και πήραν διαζύγιο τρία χρόνια αργότερα. Η Σαρλότ παραιτήθηκε των δικαιωμάτων της στο θρόνο του Μονακό με την ενηλικίωση του Ρενιέ, ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο με το θάνατο του Λουδοβίκου, κι έτσι εκείνη πέρασε το υπόλοιπο της ζωής της χαράζοντας την πορεία της μακριά από πριγκιπικές υποχρεώσεις. Τα τελευταία της χρόνια τα πέρασε σε μια φάρμα έξω από το Παρίσι την οποία είχε μετατρέψει, παρά τους φόβους των παιδιών της, σε κέντρο αναπροσαρμογής για πρώην κατάδικους. Είχε διάφορους εραστές, ο τελευταίος από τους οποίους ήταν ένας πρώην κλέφτης πολύτιμων κοσμημάτων...

