Η εικόνα του Peaky Blinder όπως την γνωρίζει το παγκόσμιο κοινό μέσα από τη σειρά του BBC -κομψοί, φρεσκοξυρισμένοι άνδρες με καλοραμμένα κοστούμια και καμπαρντίνες, προσεγμένο χτένισμα και καπέλα που κρύβουν ξυράφια- είναι περισσότερο μυθοπλασία παρά ιστορική αλήθεια. Ωστόσο, πίσω από τη λαϊκή φαντασίωση υπάρχει μια σκληρή πραγματικότητα: μια πραγματική συμμορία δρόμου που δρούσε στο Μπέρμιγχαμ από τη δεκαετία του 1880 έως και τις αρχές του 20ού αιώνα. Οι άνθρωποι αυτοί δεν ήταν ήρωες ούτε αντισυστημικοί «ρομαντικοί κακοποιοί», αλλά παιδιά και νέοι άνδρες των φτωχών συνοικιών, που πάλευαν για επιβίωση σε ένα από τα πιο βιομηχανοποιημένα και βίαια αστικά τοπία της βικτωριανής Αγγλίας.
Το Μπέρμιγχαμ του 19ου αιώνα ήταν ένα εργοστασιακό κέντρο σε διαρκή αναβρασμό. Μεγάλες μάζες εργατών συνωστίζονταν σε παραπήγματα και αυλές, όπου η φτώχεια, η ανεργία και η βία αποτελούσαν καθημερινότητα. Από τα μέσα του αιώνα, οι δρόμοι κατακλύστηκαν από τυχερά παιχνίδια, παράνομα στοιχήματα και χαρτοπαικτικές λέσχες και αυτοσχέδιες αρένες βίας. Όταν η αστυνομία, έπειτα από πιέσεις της μπουρζουαζίας, άρχισε να καταδιώκει αυτά τα στέκια, οι νέοι οργανώθηκαν σε βίαιες συμμορίες, αποτελούμενες από νεαρά αγόρια ηλικίας 12 με 30 ετών: τις λεγόμενες slogging gangs. Από εκεί ξεπήδησε η πιο διαβόητη απ’ όλες: οι Peaky Blinders.
Το όνομα και ο μύθος των ξυραφιών
Η ετυμολογία του ονόματος έχει πολλές εκδοχές. Ο ιστορικός Carl Chinn εξηγεί ότι το «peaky» αναφερόταν στο χαρακτηριστικό καπέλο με γείσο, ενώ το «blinder» ήταν τότε σλανγκ του Μπέρμιγχαμ για κάποιον καλοντυμένο και εντυπωσιακό. Η λαϊκή εκδοχή με τα ξυράφια ραμμένα στο εσωτερικό των καπέλων είναι μάλλον μεταγενέστερος μύθος, αφού τα ξυράφια Gillette εμφανίστηκαν στην Αγγλία μόλις το 1908. Παρ’ όλα αυτά, η εικόνα του «καπέλου-όπλου» παρέμεινε γοητευτική και βρήκε τη θέση της στη σύγχρονη μυθοπλασία.
Βία στους δρόμους
Η συμμορία των Peaky Blinders φαίνεται πως δημιουργήθηκε από έναν άνδρα ονόματι Thomas Mucklow, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας The Birmingham Mail στις 24 Μαρτίου 1890 με τίτλο «Ένα φονικό επεισόδιο στο Small Heath, άνοιξαν το κρανίο ενός άνδρα». Πρόκειται για την παλαιότερη γνωστή αναφορά της συμμορίας στον Τύπο.
Το άρθρο περιέγραφε τον άγριο ξυλοδαρμό του George Eastwood, κατοίκου της Arthur Street, το βράδυ του Σαββάτου. Ο Eastwood, που δεν έπινε αλκοόλ, είχε επισκεφθεί το Rainbow Public House για να αγοράσει μια τζιτζιμπίρα. Λίγο αργότερα, εισήλθαν στο κατάστημα άνδρες της ομάδας που ήταν ήδη γνωστοί στη γειτονιά ως «Peaky Blinders», οι οποίοι του επιτέθηκαν.
Μετά το περιστατικό αυτό, μέλη της συμμορίας έστειλαν επιστολή σε εθνικές εφημερίδες, δηλώνοντας ρητά ότι ανήκουν σε αυτήν τη συγκεκριμένη ομάδα. Οι πρώτες τους δραστηριότητες συνδέθηκαν με την κατάληψη και τον έλεγχο περιοχών, κυρίως στο Small Heath και το Cheapside. Σύντομα, βρέθηκαν αντιμέτωποι με τους Cheapside Sloggers, μια αντίπαλη συμμορία, με τους οποίους συγκρούονταν για την κυριαρχία στη γη και τα στέκια της εργατικής τάξης.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα, οι Peaky Blinders άρχισαν να επεκτείνονται σε πιο οργανωμένα εγκλήματα: εκβιασμούς «προστασίας», απάτες, παράνομες καταλήψεις γης, λαθρεμπόριο, ληστείες φορτηγών, διαρρήξεις και παράνομα στοιχήματα. Η ιστορικός Heather Shor από το Πανεπιστήμιο του Leeds, ωστόσο, εκτιμά ότι ο κύριος όγκος των δραστηριοτήτων τους παρέμενε πιο «πεζός»: κομπίνες, ξύλο, ληστείες και εκβιασμοί, γενικά όχι το οργανωμένο έγκλημα μεγάλης κλίμακας που έχουμε στο μυαλό μας όταν ακούμε για «μαφία».
Η φήμη τους βασίστηκε κυρίως στη βία. Δεν συγκρούονταν μόνο με αντίπαλες συμμορίες, αλλά στρέφονταν συχνά και κατά αθώων πολιτών και αστυνομικών. Οι αιματηρές συμπλοκές ήταν συχνές στο Μπέρμιγχαμ, με καυγάδες και ανταλλαγές πυροβολισμών. Το 1897 σκότωσαν τον αστυνομικό George Snipe και το 1901 τον Charles Philip Gunter. Εκατοντάδες άλλοι αστυνομικοί τραυματίστηκαν, ενώ αρκετοί εγκατέλειψαν το σώμα λόγω της βίας.
Σταδιακά, ο όρος «Peaky Blinder» άρχισε να χρησιμοποιείται γενικά για να περιγράψει νεαρούς εγκληματίες του δρόμου στο Μπέρμιγχαμ. Το 1899, ο Ιρλανδός αστυνομικός διευθυντής Charles Haughton Rafter ανέλαβε να επιβάλει την τάξη στην πόλη, αλλά η διαφθορά και η δωροδοκία στην αστυνομία υπονόμευσαν σοβαρά την αποτελεσματικότητα των μέτρων του.
Δεν ήταν Ρομά ούτε Ιρλανδοί
Τα γεγονότα της σειράς ξεκινούν το 1919, λίγο μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τα μέλη της συμμορίας είναι μικτής καταγωγής: Ρομά και Ιρλανδοί Νομάδες (Irish Travellers). Οι Ιρλανδοί Νομάδες είναι μια φυλή ιθαγενών της Ιρλανδίας, που αν και συχνά συγχέονται με τους Ρομά λόγω του παρόμοιου, νομαδικού τρόπου ζωής τους, εθνολογικά δεν έχουν καμία σχέση. Παρόλαυτά, όπως και οι Ρομά, έτσι και οι Ιρλανδοί Νομάδες δέχονται έντονες διακρίσεις και ρατσισμό από τη βρετανική και ιρλανδική κοινωνία.
Οι πραγματικοί Picky Blinders, όμως, δεν ήταν ούτε Ρομά ούτε Ιρλανδοί Νομάδες. Αυτό ήταν καλλιτεχνική επιλογή του Steven Knight, για να δώσει μυστήριο και ταυτότητα στους ήρωες, όχι ιστορικό γεγονός.Και το 1919, που ξεκινούν τα γεγονότα της σειράς, η πραγματική συμμορία είχε σχεδόν εξαφανιστεί.

Μόδα και επιδεικτικότητα
Σε αντίθεση με την εικόνα του εξαθλιωμένου εγκληματία, οι Peaky Blinders υιοθέτησαν μια κομψή αισθητική, κάτι που μέχρι τότε δε συνηθιζόταν στους γκάνγκστερς. Φορούσαν κοστούμια, γιλέκα, κασκόλ από μετάξι και καλοραμμένα παλτά. Τα καπέλα με το γείσο, που συχνά κάλυπταν το ένα μάτι, έγιναν το σήμα κατατεθέν τους. Η ενδυματολογική αυτή επιλογή λειτουργούσε τόσο ως στοιχείο ταυτότητας όσο και ως μέσο εκφοβισμού. Ακόμη και οι γυναίκες που συνδέονταν με μέλη της συμμορίας υιοθέτησαν ένα εξίσου κομψό στυλ με μαργαριτάρια, μεταξωτά μαντίλια και έντονα χρώματα, δηλώνοντας κοινωνική υπεροχή μέσα στη φτώχεια.
@thenineteenhundreds The Original Peaky Blinders #PeakyBlinders #peakyblindertiktok #1900s #1900shistory #birminghamuk ♬ Red Right Hand (Peaky Blinders Theme) [Flood Remix] - Nick Cave & The Bad Seeds
Από την ακμή στην παρακμή
Για περίπου τρεις δεκαετίες οι Peaky Blinders κυριάρχησαν στη σκηνή του Μπέρμιγχαμ, εκτοπίζοντας συμμορίες όπως οι Cheapside Sloggers. Όμως γύρω στο 1920, η άνοδος μιας νέας συμμορίας, των Birmingham Boys υπό τον Billy Kimber, τους οδήγησε στο περιθώριο. Fun fact: ο Kimber ήταν μέλος των Picky Blinders, αλλά όταν είδε πόσο ανοργάνωτοι ήταν, αποφάσισε να δημιουργήσει τη δική του συμμορία. Παράγοντες όπως η αυστηρότερη αστυνόμευση, η ποινικοποίηση των παράνομων στοιχημάτων κι οι κοινωνικές αλλαγές περιόρισαν τη δράση τους. Μέχρι τη δεκαετία του 1930 είχαν πια εξαφανιστεί ως οργανωμένη δύναμη. Ωστόσο, το όνομά τους επιβίωσε ως γενικός χαρακτηρισμός για κάθε νεανική συμμορία της περιοχής.
