Η τελευταία μέρα του χρόνου έχει μια ιδιόμορφη βαρύτητα. Πέραν από ημερολογιακό τέλος είναι κι ένα ψυχικό κατώφλι. Κουβαλάμε μέσα μας μια χρονιά γεμάτη ανοιχτές καρτέλες: σκέψεις που δεν ολοκληρώθηκαν, σχέσεις που έμειναν μετέωρες, αποφάσεις που αναβλήθηκαν, άγχη που έγιναν μόνιμος θόρυβος. Πριν μιλήσουμε για στόχους, λίστες και “νέα ξεκινήματα”, υπάρχει κάτι πιο επείγον: να κάνουμε declutter το μυαλό μας. Όχι με την αισθητική της αυτοβελτίωσης, αλλά με ειλικρίνεια, ξεκαθάρισμα και ψυχική οικονομία.
Το mental decluttering δεν αφορά το να σκεφτόμαστε λιγότερο, αλλά το να σκεφτόμαστε καθαρότερα. Το μυαλό δεν κουράζεται από τον όγκο της ζωής, κουράζεται από την αταξία της. Από τις άλυτες εκκρεμότητες που ζητούν διαρκώς προσοχή, από τις ίδιες εσωτερικές συζητήσεις που παίζουν σε λούπα, από τα “πρέπει” που δεν εξετάστηκαν ποτέ αν μας ανήκουν. Το τέλος της χρονιάς είναι μια σπάνια ευκαιρία παύσης: όχι για να φορτωθούμε προσδοκίες για το 2026, αλλά για να δούμε τι δεν αξίζει να το πάρουμε μαζί μας.
Καταγράφοντας τον θόρυβο
Το πρώτο και πιο δύσκολο βήμα είναι να αναγνωρίσουμε τον θόρυβο. Πολλές σκέψεις δεν είναι ουσιαστικές, είναι απλώς επαναλαμβανόμενες. Το μυαλό μας συχνά λειτουργεί σαν αποθήκη όπου στοιβάζονται φόβοι, υποθέσεις και σενάρια που δεν έχουν καμία άμεση χρησιμότητα. Η ερώτηση που ξεμπλοκάρει αυτή τη διαδικασία είναι απλή αλλά αποκαλυπτική: «Αυτό που σκέφτομαι τώρα, ζητά δράση ή απλώς ανακύκλωση;». Αν δεν απαιτεί απόφαση ή πράξη, τότε πιθανότατα δεν χρειάζεται άλλο χώρο στο κεφάλι μας.
Παίρνουμε ένα χαρτί και καταγράφουμε ό,τι μας απασχολεί αυτή την περίοδο, χωρίς σειρά και χωρίς φίλτρο: εκκρεμότητες, φόβους, ραντεβού, ανθρώπους, οικονομικά, δουλειά, σχέσεις, μικρά και μεγάλα ζητήματα. Όταν ολοκληρωθεί η καταγραφή, δεν προχωρούμε σε ανάλυση. Χωρίζουμε όσα γράψαμε σε τρεις κατηγορίες: «χρειάζεται δράση», «δεν περνά από το χέρι μας», «μπορεί να περιμένει». Και μόνο αυτή η διάκριση μειώνει αισθητά το άγχος, καθώς το μυαλό παύει να αντιμετωπίζει τα πάντα ως επείγοντα.
