Η λαγάνα, παρά τη σύνδεσή της με το χριστιανισμό, έλκει την καταγωγή της από την αρχαία Ελλάδα. Το όνομά της προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό λάγανον ή αρτολάγανον, ένα είδος λεπτού και άζυμου άρτου για το οποίο βρίσκουμε πλήθος αναφορών στην αρχαία ελληνική γραμματεία, όπως στις «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη, σε κείμενα του Οράτιου, αλλά και στους «Δειπνοσοφιστές», όπου ο Αθηναίος περιγράφει ότι αυτό το ψωμί το ζύμωναν με κρασί, λίπος χοίρου και πιπέρι.
Αργότερα, η παράδοση ταύτισε τη λαγάνα με τη Σαρακοστή, μια από τις αρχαιότερες νηστείες της χριστιανοσύνης που στην ουσία συμβολίζει τη νηστεία του Χριστού στην έρημο. Εδώ η λαγάνα συναντά την εβραϊκή παράδοση των άζυμων άρτων και την παλιά χριστιανική συνήθεια κατά την οποία τις πρώτες ημέρες της νηστείας οι πιστοί κατανάλωναν μόνο άζυμο ψωμί και νερό ως δείγμα ταπεινοφροσύνης.
Πλέον, η λαγάνα παρασκευάζεται με μαγιά ή προζύμι και σπάνια θα βρούμε τον παλιό άζυμο άρτο. Παρ’ όλα αυτά, το σχήμα της παραμένει το ίδιο, αφού, ακόμα και όταν φουσκώνει το ζυμάρι της, την πιέζουν και την ανοίγουν με τον πλάστη για ένα δεύτερο μικρότερο φούσκωμα. Στη συνέχεια βυθίζουν τα δάχτυλα ή κάποιο μυτερό εργαλείο στο πατημένο ζυμάρι ώστε να είναι βέβαιο ότι θα παραμείνει λεπτή και επίπεδη.
Μυστικά & συμβουλές
Το καλό αλεύρι είναι πάντα σημαντικό. Μπορούμε να αναμείξουμε και διαφορετικά είδη, π.χ., σταρένιο με χαρούπι ή αλεύρι ζέας.
Πολλές συνταγές δεν περιλαμβάνουν καν λάδι στα υλικά τους, το οποίο αντικαθιστούν με ταχίνι. Άλλοι προσθέτουν γλυκάνισο και συνήθως μπόλικο σουσάμι καλύπτει την τραγανή της κόρα. Μπορούμε όμως να χρησιμοποιήσουμε διάφορα σπόρια ή δημητριακά για να τη διακοσμήσουμε ή να την εμπλουτίσουμε με μπαχάρια.