Το ντεμπούτο του Jonathan Anderson στη γυναικεία συλλογή του Dior για την Άνοιξη/Καλοκαίρι 2026 ήταν αναμφίβολα από τα πιο πολυαναμενόμενα γεγονότα της εβδομάδας μόδας στο Παρίσι. Η ιστορική απόφαση του οίκου να του αναθέσει ενιαία καλλιτεχνική διεύθυνση σε ανδρικά, γυναικεία και υψηλή ραπτική παρουσιάστηκε εξαρχής σαν ένα «τολμηρό όραμα» που θα σήμαινε μια νέα εποχή. Ωστόσο, η πρώτη αυτή επίδειξη αφήνει ανοιχτά ερωτήματα: πόση ουσία υπήρχε πίσω από την υπερβολική λάμψη της προετοιμασίας;
Δεν υπάρχει αμφιβολία: το ταλέντο του Jonathan Anderson είναι αδιαμφισβήτητο. Το ίδιο και η ακεραιότητα και η αυθεντικότητα που αποπνέει ως δημιουργός και ως προσωπικότητα. Αυτές οι αρετές είναι ξεκάθαρα παρούσες και στη δουλειά του. Η ανδρική συλλογή που παρουσίασε λίγο νωρίτερα φέτος το απέδειξε περίτρανα: είχε αληθινό ενδιαφέρον, πρωτοτυπία και ενέργεια. Σε σύγκριση με εκείνη, η γυναικεία συλλογή της σημερινής πασαρέλας φάνηκε περισσότερο σαν άσκηση πειραματισμού, αλλά χωρίς την ίδια πειστικότητα.
Κι εδώ θέλω να είμαι απολύτως σαφής. Χωρίς να θέλω να παρεξηγηθώ, δεν είναι ότι δεν θαυμάζω το ταλέντο και την πορεία του Jonathan Anderson -το αντίθετο. Όμως είμαι εδώ για να μεταδίδω και να αποτυπώνω σε ένα κείμενο την πραγματικότητα όπως είναι, και όχι όπως θα θέλαμε, όπως φανταζόμαστε ή όπως κάποιοι άλλοι στο fashion industry επιδιώκουν να τη παρουσιάσουν. Κάποιοι από αυτούς έχουν, προφανώς, τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα: μιλάμε για πωλήσεις, επενδύσεις και μια τεράστια βιομηχανία που δεν διστάζει να διαμορφώσει αφηγήσεις προς όφελός της. Η κριτική όμως οφείλει να παραμένει ανεξάρτητη.
Σαν κάποιο ξόρκι των media που μόλις λύθηκε, ίσως τώρα να μπορούμε να δούμε τον Anderson πιο καθαρά, χωρίς τον επικοινωνιακό μανδύα που τον περιέβαλε. Και ίσως στην επόμενη συλλογή του, εκείνος να είναι πιο χαλαρός, πιο ελεύθερος, και να βρει πράγματι τον ρυθμό του στον Dior.
