Αρχικά, το Sui Generis στον αριθμό 7 της Βεντήρη, το No Name στην Ορμινίου -και τα δύο στην ευρύτερη περιοχή με το κωδικό όνομα «πίσω από το Hilton», μια περιοχή που όρισε τα σύνορα της κομψής αλητείας με το αστικό χάι. Αργότερα, Bar Guru Bar στην Πλατεία Θεάτρου και Hoxton στο λασπωμένο Γκάζι πολύ πριν η περιοχή του φωταερίου γίνει επαναλαμβανόμενο concept. Κάπου εκεί και το κολωνακιώτικο Dragoste στο υπόγειο της Πατριάρχου Ιωακείμ παράλληλα με το τόσο δα μακρόστενο POP καταμεσής του ιστορικού κέντρου. Μια λίστα που αλλάζει και διαμορφώνεται ανάλογα με τη χωρητικότητα της μνήμης του εκάστοτε αφηγητή και της «νυχτερινής φυλής» στην οποία ανήκε.
Τα Χριστούγεννα των 90s και των 00s στην Αθήνα δεν είχαν gingham φίλτρα, δεν είχαν stories αλλά ιστορίες, δεν είχαν επιτακτικές παρακλήσεις τύπου «ανέβασέ το» - ήταν ανεβασμένα. Γεμάτα καπνό. Ιδρώτα. Μουσική τόσο δυνατή που δεν άκουγες τις σκέψεις σου — και αυτό ήταν ευλογία.
Ήμασταν νέοι, ήμασταν ωραίοι, νιώθαμε τεράστιοι - κι όμως χωρούσαμε όλοι μέσα σε ένα μπαρ. Κι αυτό το μπαρ υπάρχει πλέον μόνο στα όνειρά μας.
Τα Χριστούγεννα των 90s και των 00s στην Αθήνα δεν είχαν gingham φίλτρα, δεν είχαν stories αλλά ιστορίες, δεν είχαν επιτακτικές παρακλήσεις τύπου «ανέβασέ το» - ήταν ανεβασμένα. Γεμάτα καπνό. Ιδρώτα. Μουσική τόσο δυνατή που δεν άκουγες τις σκέψεις σου — και αυτό ήταν ευλογία. Τα γιορτάσαμε σε μπαρ που σήμερα δεν υπάρχουν πια, όχι επειδή απλά έκλεισαν, αλλά επειδή ανήκουν σε έναν χρόνο αόριστο.
Δεν αποθηκεύαμε φωτογραφίες. Αν φιλούσες κάποιον τα μεσάνυχτα, δεν υπήρχε απόδειξη. Μόνο μνήμη -κι ούτε καν αυτή. Ήταν μια Αθήνα πιο σκοτεινή, πιο απρόσεκτη, πιο ελεύθερη.
