ΤΟ ΒΗΜΑ logo

Τα Χριστούγεννα που γιορτάσαμε σε μπαρ της Αθήνας και δεν υπάρχουν πια 1

Παραμονές Χριστουγέννων στριμωγμένοι γύρω από ένα μπαρ με κολλώδες πάτωμα, κρατώντας ποτά που δεν ξέραμε αν ήταν καθαρά, αλλά δεν μας ένοιαζε. Τα κοκτέιλ ήταν φτηνά, οι συζητήσεις ακριβές. Κάπου έπαιζε Cure, μετά ξαφνικά Smiths, και αργά, πολύ αργά, το Last Christmas σε μια γιορτή που μύριζε γλυκιά ήττα κι ελπίδα μαζί.

ΑΠΟ ΕΦΗ ΑΛΕΒΙΖΟΥ

Αρχικά, το Sui Generis στον αριθμό 7 της Βεντήρη, το No Name στην Ορμινίου -και τα δύο στην ευρύτερη περιοχή με το κωδικό όνομα «πίσω από το Hilton», μια περιοχή που όρισε τα σύνορα της κομψής αλητείας με το αστικό χάι. Αργότερα, Bar Guru Bar στην Πλατεία Θεάτρου και Hoxton στο λασπωμένο Γκάζι πολύ πριν η περιοχή του φωταερίου γίνει επαναλαμβανόμενο concept. Κάπου εκεί και το κολωνακιώτικο Dragoste στο υπόγειο της Πατριάρχου Ιωακείμ παράλληλα με το τόσο δα μακρόστενο POP καταμεσής του ιστορικού κέντρου. Μια λίστα που αλλάζει και διαμορφώνεται ανάλογα με τη χωρητικότητα της μνήμης του εκάστοτε αφηγητή και της «νυχτερινής φυλής» στην οποία ανήκε.

Τα Χριστούγεννα των 90s και των 00s στην Αθήνα δεν είχαν gingham φίλτρα, δεν είχαν stories αλλά ιστορίες, δεν είχαν επιτακτικές παρακλήσεις τύπου «ανέβασέ το» - ήταν ανεβασμένα. Γεμάτα καπνό. Ιδρώτα. Μουσική τόσο δυνατή που δεν άκουγες τις σκέψεις σου — και αυτό ήταν ευλογία.

Ήμασταν νέοι, ήμασταν ωραίοι, νιώθαμε τεράστιοι - κι όμως χωρούσαμε όλοι μέσα σε ένα μπαρ. Κι αυτό το μπαρ υπάρχει πλέον μόνο στα όνειρά μας.

Τα Χριστούγεννα των 90s και των 00s στην Αθήνα δεν είχαν gingham φίλτρα, δεν είχαν stories αλλά ιστορίες, δεν είχαν επιτακτικές παρακλήσεις τύπου «ανέβασέ το» - ήταν ανεβασμένα. Γεμάτα καπνό. Ιδρώτα. Μουσική τόσο δυνατή που δεν άκουγες τις σκέψεις σου — και αυτό ήταν ευλογία. Τα γιορτάσαμε σε μπαρ που σήμερα δεν υπάρχουν πια, όχι επειδή απλά έκλεισαν, αλλά επειδή ανήκουν σε έναν χρόνο αόριστο.

Δεν αποθηκεύαμε φωτογραφίες. Αν φιλούσες κάποιον τα μεσάνυχτα, δεν υπήρχε απόδειξη. Μόνο μνήμη -κι ούτε καν αυτή. Ήταν μια Αθήνα πιο σκοτεινή, πιο απρόσεκτη, πιο ελεύθερη.

Τα neon των γραμμάτων, κόκκινα, μπλε και κουρασμένα φώτιζαν πρόσωπα που διάβασαν Μπουκόφσκι και τον παρεξήγησαν, που μίλησαν για τον Κουστουρίτσα και τον Ταραντίνο σαν να τους ήξεραν προσωπικά, που είδαν το Before Sunrise και πίστεψαν -για λίγο- ότι κι εκεί, κάπου μεταξύ Εξαρχείων και Ψυρρή, μπορούσε να συμβεί κάτι αντίστοιχο.

Δεν αποθηκεύαμε φωτογραφίες. Αν φιλούσες κάποιον τα μεσάνυχτα, δεν υπήρχε απόδειξη. Μόνο μνήμη -κι ούτε καν αυτή. Ήταν μια Αθήνα πιο σκοτεινή, πιο απρόσεκτη, πιο ελεύθερη.

Αν σήμερα αναζητήσει κανείς αυτά τα μπαρ στο Google, θα βρει real estate, brunchάδικα ή τίποτα. Τότε, όμως, ήταν καταφύγια. Αυτοσχέδιες φάτνες.

Στα μπαρ εκείνα γράφτηκαν μικρά, αλλόκοτα ποιήματα, χωρίς ομοιοκαταληξία. Χαϊκού της κλεφτής στιγμής. Σε χαρτοπετσέτες. Σε πακέτα τσιγάρων. Σε βλέμματα που δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ.

Δεν υπήρχαν πολλά στολίδια στη μπάρα. Ένα στραβό λαμπάκι, ένα πλαστικό δεντράκι σε καμιά γωνία, ένα καμπανάκι στον τοίχο ξεχασμένο από άλλη δεκαετία, αφημένο εκεί όλο τον χρόνο. Οι σκοτεινοί κι ερεβώδεις ελιτιστές της ομάδας «Τυχοδιώκτες των Χριστουγέννων» της φετινής ταινίας One Battle after Another του Πολ Τόμας Άντερσον, δεν χωρούσαν -ξεκάθαρα.

Γυναίκες με κόκκινο κραγιόν και μαύρα, βελούδινα μακριά παλτό, άντρες που προσπαθούσαν να μοιάσουν αδιάφοροι ενώ καίγονταν. Τα αλλοτινά Χριστούγεννα στα μπαρ της Αθήνας δεν ήταν καλύτερα. Δεν ήταν χειρότερα. Ήταν αυτά που ήταν. Κι ευτυχώς τα ζήσαμε.

Στα μπαρ εκείνα γράφτηκαν μικρά, αλλόκοτα ποιήματα, χωρίς ομοιοκαταληξία. Χαϊκού της κλεφτής στιγμής. Σε χαρτοπετσέτες. Σε πακέτα τσιγάρων. Σε βλέμματα που δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ.

Γυναίκες με κόκκινο κραγιόν και μαύρα, βελούδινα μακριά παλτό, άντρες που προσπαθούσαν να μοιάσουν αδιάφοροι ενώ καίγονταν. Τα αλλοτινά Χριστούγεννα στα μπαρ της Αθήνας δεν ήταν καλύτερα. Δεν ήταν χειρότερα. Ήταν αυτά που ήταν. Κι ευτυχώς τα ζήσαμε.

Σίγουρα, δεν κουβαλούσαν τη σημερινή φωτογενή χαρά της επιτήδευσης και των λευκών προθηκών ρητίνης στα χαμόγελα. Ήταν μελαγχολικά, ειλικρινή, λίγο μεθυσμένα. Ήταν Χριστούγεννα ενηλικίωσης.

Σήμερα, πλέον χαρίζουν μια γλυκιά, σχεδόν λογοτεχνική θλίψη. Σαν τον στίχο του Τ.Σ.Έλιοτ: «Είχαμε την εμπειρία αλλά χάσαμε το νόημα». Ή μήπως το αντίστροφο; Ίσως το νόημα ήταν ακριβώς αυτό: να γιορτάζουμε χωρίς εγγυήσεις, να αγαπάμε το εφήμερο άνευ όρων.

Επιμύθιο: Η πόλη άλλαξε. Εμείς αλλάξαμε. Ή σύμφωνα με τα λόγια του όμορφου Τανκρέντι Φαλκονέρι στην αγαπημένη, cult ταινία Ο Γατόπαρδος, του Λουκίνο Βισκόντι: «Αν θέλουμε τα πράγματα να παραμείνουν όπως είναι, τα πράγματα θα πρέπει να αλλάξουν».


Μουσική, νοσταλγία, αναμνήσεις και συναισθήματα με την Όλγα Τσαουσέλου

Στο σημερινό επεισόδιο του "Έχεις Δύο Λεπτά;" η Ειρήνη και η Έλενα υποδέχονται τη ραδιοφωνική παραγωγό του My Radio 104,6, Όλγα Τσαουσέλου και μιλούν για τη μουσική που μας συνοδεύει στις γιορτές.


READ MORE

ΑΠΟΡΡΗΤΟ