Κι ενώ οι περισσότεροι από εμάς δε θυμόμαστε καν πώς περνούσαμε τις ώρες μας πριν αρχίσουμε να ταΐζουμε τον αλγόριθμο με φρεσκοκομμένα προσωπικά δεδομένα από το μποστάνι των εμπειριών μας -για μερικές ψηφιακές επιβραβεύσεις ως αντάλλαγμα-, η ικανοποίηση από αυτό το αλισβερίσι μοιάζει όλο και πιο ασθενική, όλο και πιο άψυχη.
«Βιώνετε κι εσείς την απόλυτη απογοήτευση μετά από κάθε ανάρτηση;» ρωτάει ο Αμερικανός δημοσιογράφος Kyle Chayka το αναγνωστικό κοινό του New Yorker σε πρόσφατο άρθρο του, ουσιαστικά δηλώνοντας ο ίδιος δημοσίως κι ευθαρσώς ότι η ματαιότητα τον κατακλύζει πατόκορφα μετά το πάτημα του κομβίου που αναγράφει «κοινοποίηση».
Όντως, το να μοιραζόμαστε περιστασιακές στιγμές από τη ζωή μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν φαίνεται να έχει το ίδιο νόημα που είχε παλιά. Έχει χαθεί το «ζαζαζού» που έλεγε κι η Κάρι Μπράντσο τις καλές εποχές της, έχει μετατοπιστεί το κέντρο των ντίτζιταλ σεροτονίνων.
Είναι αυτό που συνοψίζει ο Jorge Marzo Arauzo στην El País με μία σιβυλλική φράση: «Η συζήτηση μεταξύ της καταγραφής των γεγονότων για να τα θυμόμαστε τη ζωή και της καταγραφής των γεγονότων για να ξεχάσουμε τη ζωή».
Η ανάρτηση ενέχει πάντα τον κίνδυνο να φανεί αμήχανη. Όλο και περισσότερο, ενέχει επίσης τον κίνδυνο να πνιγεί -ή, χειρότερα, να ξεχωρίσει ως ακατάλληλη.
«Καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξελίσσονται, οι βασικές προσδοκίες για τις αναρτήσεις αυξάνονται ξανά και ξανά. Τα ξεχασμένα tweets αντικαταστάθηκαν από τις προσεκτικά συντεθειμένες φωτογραφίες του Instagram, οι οποίες αντικαταστάθηκαν, με τη σειρά τους, από τα κλιπ του TikTok, τα οποία όλο και περισσότερο φιλοδοξούν να φτάσουν την αξία παραγωγής της τηλεόρασης» παρατηρεί ορθά ο Kyle Chayka και συνεχίζει:
«Οι influencers και οι λογαριασμοί εμπορικών σημάτων έχουν την πολυτέλεια να προσαρμοστούν στα υψηλότερα πρότυπα, επενδύοντας σε ring lights και βάσεις τηλεφώνων, ενώ οι υπόλοιποι από εμάς παλεύουμε με τις εφαρμογές της κάμερας του iPhone μας.
»Η ανάρτηση ενέχει πάντα τον κίνδυνο να φανεί αμήχανη. Όλο και περισσότερο, ενέχει επίσης τον κίνδυνο να πνιγεί -ή, χειρότερα, να ξεχωρίσει ως ακατάλληλη. Κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων του 2020 για το Black Lives Matter, πολλοί μεμονωμένοι χρήστες και εταιρικοί λογαριασμοί δίστασαν να δημοσιεύσουν οποιοδήποτε περιεχόμενο που δεν σχετιζόταν με τον ακτιβισμό.
Στον κραυγαλέο βάλτο της διαδικτυακής εμπειρίας οι άνθρωποι αναγκάζονται να δημιουργήσουν γελοίες προσωπικότητες που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην πραγματικότητα.
»Αυτό το συναίσθημα έχει επιστρέψει τώρα εν μέσω γεγονότων όπως ο πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα και η κινητοποίηση του προέδρου Τραμπ με πάγο κατά των μεταναστών. "Η αντίθεση μεταξύ της παγκόσμιας κρίσης και της προσωπικής ενημέρωσης είναι τόσο έντονη, που δημιουργεί ένα είδος συναισθηματικού μαστιγίου", είπε ο Ali Moran, ιδρυτής ενός πρακτορείου επικοινωνιών συνεχίζοντας: "Η σιωπή έχει γίνει το δικό της είδος δήλωσης, αλλά το ίδιο ισχύει και για την ανάρτηση κάτι άσχετου"».
Παράλληλα, αυτές τις ημέρες, ο Σκοτσέζος συγγραφέας Ίρβιν Γουέλς υπογράφοντας τη συνέχεια του ανυπέρβλητου Trainspotting υπό τον ενδεικτικό τίτλο Men in Love, όπου ουσιαστικά τοποθετεί τα ατίθασα αγόρια του -τον Μαρκ, τον Φράνκο, τον Σπαντ και όλη την παλιοπαρέα-, στη δίνη του έρωτα, σχολιάζει με ακρίβεια: «Κοιτάζοντας πίσω τώρα, μου φαίνεται ότι τα μέσα της δεκαετίας των είκοσι είναι μια καλή εποχή για να ξεκινήσεις ένα σοβαρό ρομαντικό ειδύλλιο. Συνδεδεμένοι με τους παραδοσιακούς τρόπους του εμπορίου, της αναπαραγωγής και της επιβίωσης, παραμένουμε πολιτισμικά δεσμευμένοι από τέτοιες επιρροές, οδηγούμενοι στο να “νοικοκυρευτούμε”.
»Κάποτε παγιωμένες στην κοινωνική μας δομή, αυτές οι επιταγές ξεθωριάζουν τώρα. Φαίνεται ότι, σε μια ατομικοποιημένη, ναρκισσιστική κοινωνία, έχουμε μείνει λιγότερο εξοπλισμένοι από ποτέ για να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες μας για δεσμούς. Το παλιό “χωριό” της φροντίδας αντικαθίσταται από τον κραυγαλέο βάλτο της διαδικτυακής εμπειρίας όπου οι άνθρωποι αναγκάζονται να δημιουργήσουν γελοίες προσωπικότητες που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην πραγματικότητα».
Κάπως έτσι, με αυτά και με αυτά, φτάσαμε στην αρχική ερώτηση/παραδοχή του Kyle Chayka για την meta-ανηδονία της κάθε ανάρτησης. Δικαίως. Αλλά, ωστόσο είναι άδικο.
