Είναι παντού, στα τέσσερα σημεία της πόλης ταυτόχρονα, έχει ανακαλύψει την ετεροτοπία πριν από τον Μισέλ Φουκώ και είναι αυτός που ορίζει τη φάση -ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Δεν έχει καμία σημασία αν είναι καλό παιδί, νευρικός εραστής, ψηλόλιγνος σαν κυπαρίσσι ή ωραίος τύπος – σημασία έχει ότι ο φασαίος βρίσκεται στο σωστό σημείο τη σωστή στιγμή, παίζοντας τις τάσεις στα δάχτυλα του ενός χεριού του.
Η επιβράβευσή του; Το ότι έκανε τσεκ στο location, το ανέβασε στα στόρι του και πήρε κάμποσα λάικ από λοιπούς φασαίους συνυπάρχοντες στον ίδιο χώρο ή από wannabe φασαίους που λιγουρεύονται να μπουν στη «φάση».
Με άλλα λόγια, ο φασαίος ανθίζει εκεί που χτυπάει η καρδιά της καυτής πλην ανάλαφρης (αυτό που κάποτε λέγαμε λαϊφστάιλ) επικαιρότητας, είτε αυτή είναι το μπαρ Τέλειον στην οδό Ιθάκης της πολυσυλλεκτικής Κυψέλης, είτε η οικειοποίηση της φράσης «ό,τι είπες» σαν επισφράγισμα μιας συμφωνίας, είτε η ομολογουμένως χρονοβόρα χαρτογράφηση κάθε microbakery της Αθήνας, κάθε νέου wine bar και κάθε γκουρμεδοταβέρνας με εγκωμιαστικές κριτικές.
Λατρεύει να διαβάζει άρθρα με τίτλους «γιατί όλοι μιλούν για...» ώστε να φλεξάρει κατόπιν στις παρέες του ότι ξέρει, ότι είναι γνώστης, ότι τίποτα σε αυτή την πόλη δεν μπορεί να συμβεί εάν δεν εγκριθεί από αυτόν. Θεωρεί εαυτόν ντούτσε του νεοτερισμού, ωστόσο «ανήκει σε ομάδες που ενώ αυτοχαρακτηρίζονται αντεργκράουντ, τα εξωτερικά τους γνωρίσματα υιοθετήθηκαν από πολλούς καταλήγοντας έτσι μέινστριμ (βλέπε μούσι, τατού)» όπως εύστοχα σχολιάζει το slang.gr
Θα λέγαμε ότι ο φασαίος δε φτάνει σε μεγάλα βάθη, στέκεται στον αφρό των ημερών, αντιλαμβάνεται το zeitgeist, παρ' όλα αυτά δεν μπορεί να το εξηγήσει ακριβώς αλλά στο περίπου.
