Ερωτήματα

Οταν μία κυβέρνηση νομοθετεί, αναλαμβάνει το κόστος και την ευθύνη των επιλογών της. Θα κριθεί για αυτές, αργά ή γρήγορα. Η ευθύνη όμως της αντιπολίτευσης είναι να καταθέσει εμπεριστατωμένες αντιπροτάσεις, να προχωρήσει τον διάλογο ένα βήμα μπροστά.

Η συζήτηση για το νέο εργασιακό νομοσχέδιο στο ελληνικό Κοινοβούλιο επιβεβαίωσε, δυστυχώς, αυτό το οποίο κάθε ψύχραιμος παρατηρητής έχει διαπιστώσει εδώ και πολλά χρόνια. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι πολιτικοί αρχηγοί δυσκολεύονται ή μάλλον αδυνατούν να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων. Απαιτείται μία διευκρίνιση, προς αποφυγή παρεξηγήσεων.

Οταν μία κυβέρνηση νομοθετεί, αναλαμβάνει το κόστος και την ευθύνη των επιλογών της. Θα κριθεί για αυτές, αργά ή γρήγορα. Η ευθύνη όμως της αντιπολίτευσης είναι να καταθέσει εμπεριστατωμένες αντιπροτάσεις, να προχωρήσει τον διάλογο ένα βήμα μπροστά. Και η μείζων αντιπολίτευση απογοήτευσε ξανά…

Θα ανέμενε κανείς ότι σε μία τέτοια συζήτηση θα μπορούσε να γίνει μία εις βάθος και ουσιαστική ανταλλαγή επιχειρημάτων. Αντ’ αυτού, όλες σχεδόν οι πλευρές επέμειναν σε λέξεις όπως «ζούγκλα», «εργασιακός Μεσαίωνας» και άλλα παρόμοια. Αυτό μάλιστα σε μία εποχή που η φύση της εργασίας, με αιτία και αφορμή την πανδημία της COVID-19, αλλάζει δραματικά – ιδιαίτερα μέσα από το όχημα της τηλεργασίας. Είναι ορθό να ομιλεί η αξιωματική αντιπολίτευση για κοινωνική δικαιοσύνη. Θα ήταν όμως επίσης ορθό να αναγνωρίσει τις πραγματικότητες που έχουν επιβληθεί στην αγορά εργασίας τα τελευταία χρόνια και υπερβαίνουν την κοινωνική ασφάλιση, τα ωράρια και τους μισθούς.

Δεν είναι πολλά τα μέλη του Κοινοβουλίου που μπορούν να κουνούν το χέρι στους εργαζομένους – κυρίως μάλιστα του ιδιωτικού τομέα. Αυτοί οι τελευταίοι είναι που κατέβαλαν δυσανάλογο κόστος τα χρόνια του Μνημονίου αλλά συνεχίζουν να καταβάλλουν και σήμερα. Οσο για τις αριστερές καταγγελίες περί νομοσχεδίου καθ’ υπόδειξιν του ΣΕΒ, ίσως η αξιωματική αντιπολίτευση να έπρεπε να είναι πιο προσεκτική καθώς και εκείνη, ως κομμάτι του «συστήματος» πλέον έπειτα από μία τετραετία στην εξουσία, έχει αναπτύξει τις δικές της, επιλεκτικές, σχέσεις.

Το ζήτημα της εργασίας δεν περιορίζεται στην ασφάλιση, στα ωράρια, στον συνδικαλισμό. Στη σύγχρονη εποχή ακουμπάει ευρέως τομείς όπως η τηλεργασία, η εκπαίδευση και η κατάρτιση. Η κυβέρνηση επιδιώκει «να βάλει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων», άλλοτε σωστά και άλλοτε λάθος. Προσπαθεί πάντως. Αλλά τα ερωτήματα παραμένουν και είναι αμείλικτα για όλους.

Ποια είναι αλήθεια η άποψη της αξιωματικής αντιπολίτευσης για αυτές τις παραμέτρους; Είναι ικανοποιημένη από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τα σχολεία; Πρέπει να ανοίξουμε τα ελληνικά πανεπιστήμια στη σύγχρονη εποχή; Μέχρι πότε θα χρηματοδοτούνται σχολές σε κάθε πόλη και χωριό, ώστε ο κάθε πολιτευτής να κομπάζει στο «κομματικό ποίμνιο»; Είναι ανάγκη οι απόφοιτοι των ΑΕΙ να μπορούν να βρουν δουλειές; Μήπως πρέπει να δούμε πιο «ζεστά» την τεχνική κατάρτιση; Πώς θα αναπτύξουμε τις ψηφιακές δεξιότητες; Σε ποιους οικονομικούς και εκπαιδευτικούς τομείς πρέπει να στραφεί η χώρα αν δεν θέλει να μείνει κι άλλο πίσω στον διεθνή καταμερισμό εργασίας;

Αν δεν απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα, οι συζητήσεις περί συνδικαλιστών, μισθών και υπερωριών θα είναι περί όνου σκιάς. Και το μέλλον των νέων, για τους οποίους όλοι οι πολιτικοί ταγοί κόπτονται, θα είναι σκοτεινό.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.