Βιομηχανία: Καταγγέλλει σχέδιο υπονόμευσης της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας

Σε τεντωμένο σκοινί κινούνται οι ήδη τεταμένες σχέσεις της ΔΕΗ με τους μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές καθώς ακόμη δεν έχει βρεθεί λύση για τα τιμολόγια ρεύματος

Σε τεντωμένο σκοινί κινούνται οι ήδη τεταμένες σχέσεις της ΔΕΗ με τους μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές καθώς ακόμη δεν έχει βρεθεί λύση για τα τιμολόγια ρεύματος. Το ζήτημα της υπογραφής διετών συμβάσεων προμήθειας με τη ΔΕΗ, ακόμη δεν έχει κλείσει, με τις διαπραγματεύσεις να έχουν πάρει φωτιά.

Από τη μία μεριά, οι ενεργοβόρες βιομηχανίες ζητούν μείωση των τιμολογίων ρεύματος, ή έστω διατήρηση των υφιστάμενων έως το 2020, και από την άλλη η ΔΕΗ ζητά κατάργηση των εκπτώσεων που ισχύουν σήμερα και περαιτέρω αυξήσεις, καθώς διαφορετικά, όπως υποστηρίζουν στελέχη της, θα φτάσει να πουλά κάτω του κόστους.

Σε ανακοίνωση που εξέδωσε σήμερα Δευτέρα η ΕΒΙΚΕΝ (Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας), καταγγέλλει προσπάθεια υπονόμευσης του στόχου για αύξηση της συνεισφοράς της βιομηχανίας στο ΑΕΠ, την απασχόληση και τις επενδύσεις. «Πώς αλλιώς να εξηγήσουμε το γεγονός ότι ενώ βρισκόμαστε σε μια μεταβατική περίοδο ενόψει της ολοκλήρωσης της αναδιάρθρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, κάποιοι ιθύνοντες επιχειρούν όχι απλά να καταργήσουν τις θεσμοθετημένες εκπτώσεις που χορηγήθηκαν με βάση το προφίλ και τα κόστη της ΔΕΗ, αλλά επιπρόσθετα να επιβάλουν αδικαιολόγητες αυξήσεις στα τιμολόγια και να πλήξουν τη βιωσιμότητα των βιομηχανιών έντασης ενέργειας», αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΕΒΙΚΕΝ. Και επισημαίνουν οι βιομηχανικοί καταναλωτές: «Και τούτο παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι ιθύνοντες, είναι αυτοί που έχουν εγκρίνει και υπογράψει, πολύ πρόσφατα, μακροχρόνιες συμβάσεις με την ΑΛΟΥΜΙΝΙΟ και τη ΛΑΡΚΟ με χαμηλότερα σταθερά τιμολόγια και υψηλότερες εκπτώσεις έως το τέλος του 2020».

Η ΕΒΙΚΕΝ θεωρεί ότι η απαίτηση της ΔΕΗ για νέες αυξήσεις πέραν του ήδη αυξημένου κόστους που έχει καταβληθεί για τα δικαιώματα εκπομπών CO2, δεν είναι ούτε επαρκώς τεκμηριωμένη, ούτε θεμιτή, ενώ η επιχειρούμενη κατάργηση των εκπτώσεων συνιστά διακριτική μεταχείριση. Επισημαίνει μάλιστα ότι, ο ίδιος ο πρόεδρος της ΔΕΗ κ. Μανόλης Παναγιωτάκης, έχει παραδεχθεί ότι για την δύσκολη οικονομική κατάσταση της εταιρείας, δεν ευθύνονται τα τιμολόγια της βιομηχανίας, αλλά μια σειρά από στρεβλώσεις της αγοράς και κυβερνητικές επιλογές που κοστίζουν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ (δημοπρασίες ενέργειας ΝΟΜΕ, μηχανισμοί ευελιξίας -ΑΔΙ, χρέωση προμηθευτών – ΠΧΕΦΕΛ).

«Θέλουμε να καταστήσουμε σαφές ότι η ΕΒΙΚΕΝ δεν θα σταθεί άπραγη απέναντι στη συνειδητή προσπάθεια υπονόμευσης του εθνικού και ευρωπαϊκού στόχου για μια συνεκτική βιομηχανική πολιτική. Η βιομηχανία έχει αποδείξει ότι όταν η Πολιτεία δημιουργεί τις προϋποθέσεις, ανταποκρίνεται στο ρόλο της και μετατρέπεται σε ατμομηχανή για την ανάπτυξη και την απασχόληση», υπογραμμίζουν οι βιομηχανικοί καταναλωτές, οι οποίοι καλούν την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό να λάβουν τις κατάλληλες αποφάσεις, ώστε να μην τεθεί σε κίνδυνο η ανάκαμψη της βιομηχανίας και ο στόχος για την ενίσχυση της απασχόλησης.

Άλλωστε όπως αναφέρει παράγοντας της ΔΕΗ μιλώντας στο «Βήμα», «η λύση δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική». Και εξηγεί: «Η τιμή των βιομηχανικών τιμολογίων πρέπει να ανταποκρίνεται στο κόστος. Και όπως είναι διαμορφωμένα σήμερα η ΔΕΗ μπαίνει μέσα. Αν το Διοικητικό Συμβούλιο της ΔΕΗ πάρει απόφαση να δώσει τιμολόγια κάτω του κόστους, μπορεί να κινδυνέψουν με δίωξη για απιστία. Στην περίπτωση της ΛΑΡΚΟ, αλλά ακόμη και της Μυτιληναίος, οι διαπραγματεύσεις γινόντουσαν παρουσία και αξιωματούχων του αρμόδιου υπουργείου».

Όπως μάλιστα παραδέχεται η ίδια πηγή, πράγματι η ΔΕΗ ζητά από τους πελάτες της Υψηλής Τάσης, κατάργηση των εκπτώσεων – η μέση έκπτωση υπολογίζεται στο 12% – οι οποίες εξαρτώνται από το καταναλωτικό προφίλ της κάθε επιχείρησης. Αν μάλιστα, η κατάργηση της έκπτωσης συνυπολογιστεί με την αύξηση της χρέωσης για τις εκπομπές ρύπων τότε η επιβάρυνση στον τελικό λογαριασμό μπορεί να ξεπεράσει και το 20%. Στα τιμολόγια ρεύματος των 24 βιομηχανικών παροχών (αντιστοιχούν σε 13 πελάτες) υπάρχει ξεχωριστή χρέωση για τους ρύπους, η οποία αυξήθηκε σημαντικά από 4 με 5 ευρώ ανά μεγαβατώρα στις αρχές του έτους, σε 15 ευρώ ανά μεγαβατώρα, εξαιτίας της αύξησης των τιμών CO2 (διοξειδίου του άνθρακα).

Η συζήτηση για τα βιομηχανικά τιμολόγια, όπως αναφέρει το στέλεχος της ΔΕΗ, θα μπορούσε να κλείσει, με ευχαριστημένες και τις δύο πλευρές, «εάν π.χ. η κυβέρνηση αποφάσιζε να περιορίσει ή να καταργήσει ορισμένες από τις ρυθμιζόμενες στην υψηλή τάση, τότε ο τελικός λογαριασμός για τη βιομηχανία θα έρθει …μία ή άλλη».

Αυτό που ζητάει η Υψηλή Τάση είναι παράταση των υφιστάμενων τιμολογίων έως το τέλος του 2020 με την υπογραφή τριετών συμβάσεων προμήθειας (δεν έχει ακόμη υπογράψει για το 2018). Απόφαση που βρίσκει όλες τις ενεργοβόρες βιομηχανίες ενωμένες.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.