Πέντε βήματα από την επόμενη πανδημία γρίπης;

Μετά από μήνες καθυστερήσεων και διαβουλεύσεων δημοσιεύεται τελικώς σήμερα στην επιθεώρηση «Science» και η δεύτερη πολυσυζητημένη μελέτη σχετικά με το στέλεχος H5N1 της γρίπης των πτηνών. Η μελέτη αυτή που ανήκει σε ειδικούς από το Ιατρικό Κέντρο Erasmus στην Ολλανδία υπό τον καθηγητή Μοριακής Ιολογίας Ρον Φουσιέ παρότι κατηγορήθηκε ότι μπορεί να αποτελέσει «όπλο» στα χέρια βιοτρομοκρατών, εκτιμάται ότι θα βοηθήσει την επιστημονική κοινότητα να είναι έτοιμη απέναντι σε μια πιθανή πανδημία γρίπης.

Μετά από μήνες καθυστερήσεων και διαβουλεύσεων δημοσιεύεται τελικώς σήμερα στην επιθεώρηση «Science» και η δεύτερη πολυσυζητημένη μελέτη σχετικά με το στέλεχος H5N1 της γρίπης των πτηνών. Η μελέτη αυτή, που ανήκει σε ειδικούς από το Ιατρικό Κέντρο Erasmus στην Ολλανδία υπό τον καθηγητή Μοριακής Ιολογίας Ρον Φουσιέ, κατηγορήθηκε ότι μπορεί να αποτελέσει «όπλο» στα χέρια βιοτρομοκρατών. Παρ’ όλα αυτά εκτιμάται ότι θα βοηθήσει την επιστημονική κοινότητα να είναι έτοιμη απέναντι σε μια πιθανή πανδημία γρίπης, καθώς δείχνει ότι πράγματι το συγκεκριμένο στέλεχος μπορεί να μετατραπεί σε μεγάλο «εχθρό» για την ανθρωπότητα.

Εύκολη μετάδοση μεταξύ θηλαστικών

Τόσο η μελέτη του δρος Φουσιέ και των συνεργατών του, όσο και μια παρόμοια μελέτη ειδικών από το Πανεπιστήμιο Ουισκόνσιν-Μάντισον με επικεφαλής τον καθηγητή Γιοσιχίρο Καουαόκα η οποία δημοσιεύθηκε πριν από περίπου ενάμιση μήνα στην επιθεώρηση «Nature», δείχνουν πώς το στέλεχος Η5Ν1 μπορεί να μεταλλαχθεί ώστε να μεταδίδεται εύκολα μεταξύ θηλαστικών. Τα αποτελέσματα και των δύο μελετών μαρτυρούν τη δυναμική του συγκεκριμένου στελέχους στο να μετατραπεί σε μια πραγματική πανδημική απειλή.

Οι δύο δημοσιεύσεις καθυστέρησαν σημαντικά να γίνουν καθώς η Εθνική Επιστημονική Συμβουλευτική Επιτροπή των ΗΠΑ για τη Βιοασφάλεια (National Science Advisory Board for Biosecurity, NSABB) έθεσε ζήτημα σχετικά με το ότι τα στοιχεία των μελετών μπορούν να δώσουν πολύ καλές… οδηγίες σε επίδοξους βιοτρομοκράτες. Η απόφαση αυτή της Επιτροπής άλλαξε τελικώς τον περασμένο Απρίλιο και έτσι δόθηκε το «πράσινο φως» για τη δημοσίευση.

Σε κάθε περίπτωση, εξαρχής η μελέτη του καθηγητή Καουαόκα και της ομάδας του θεωρήθηκε πιο «ακίνδυνη» από εκείνη του δρος Φουσιέ, καθώς στο πλαίσιό της δεν δημιουργήθηκε στο εργαστήριο κάποιο στέλεχος το οποίο να είναι ικανό να σκοτώνει τα πειραματόζωα που μόλυνε – στη συγκεκριμένη περίπτωση κουνάβια. Αντιθέτως η μελέτη των ειδικών από την Ολλανδία αφορούσε στέλεχος ικανό να σκοτώσει τα κουνάβια που επίσης χρησιμοποιήθηκαν ως πειραματόζωα. Για τον λόγο αυτό οι αντιδράσεις ήταν μεγαλύτερες σε ό,τι αφορούσε τη δημοσίευση του δρος Φουσιέ και της ομάδας του.

Ωστόσο τελικώς η επιθεώρηση «Science» αποφάσισε την πλήρη δημοσίευση του άρθρου. Σε δηλώσεις του στο βρετανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο ΒBC ο καθηγητής Φουσιέ τόνισε μάλιστα ότι η ολοκληρωμένη αυτή δημοσίευση αναμένεται να προσφέρει στην επιστημονική κοινότητα τη δυνατότητα να πολεμήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μελλοντικές πανδημίες γρίπης. «Ελπίζουμε μέσω τέτοιου είδους μελετών να μάθουμε ποιοι ιο9ί μπορούν να προκαλέσουν πανδημίες και μέσω αυτής της γνώσης να προλάβουμε την απειλή εφαρμόζοντας αυστηρά προγράμματα εκρίζωσης» ανέφερε.

Ο δρ Ρον Φουσιέ
Credit:Levien Willemse


Η μελέτη

Στο πλαίσιο της μελέτης οι ολλανδοί ερευνητές εντόπισαν πέντε μεταλλάξεις οι οποίες είναι ικανές να κάνουν το στέλεχος Η5Ν1 της γρίπης των πτηνών άκρως μεταδοτικό μεταξύ κουναβιών μέσω της αναπνευστικής οδού. Οι επιστήμονες σημειώνουν ότι τα νέα ευρήματα υπογραμμίζουν τον κίνδυνο σχετικά με το ότι ένα παρόμοιο στέλεχος θα μπορούσε να εμφανιστεί στη φύση και να «πυροδοτήσει» μια νέα πανδημία. Προσθέτουν ότι τα αποτελέσματα μπορούν να βοηθήσουν στο πεδίο της παγκόσμιας βιοεπιτήρησης της γρίπης αλλά και στην ανάπτυξη φαρμάκων και εμβολίων που θα αποτελέσουν σημαντική γραμμή πρόληψης αλλά και άμυνας εναντίον της απειλής.

Η ομάδα του καθηγητή Φουσιέ τροποποίησε γενετικώς το στέλεχος Η5Ν1 στο εργαστήριο μέσω της αλλαγής τριών αμινοξέων του ώστε να μπορεί να προσβάλει ευκολότερα τα θηλαστικά. Στη συνέχεια μόλυνε τα κουνάβια – επελέγη το συγκεκριμένο πειραματόζωο καθώς εμφανίζει παρόμοια συμπτώματα γρίπης με τον άνθρωπο – εισάγοντας το τροποποιημένο στέλεχος απευθείας μέσα στη ρινική κοιλότητά τους.

Οι ερευνητές έλαβαν δείγμα από τη μύτη αυτής της πρώτης ομάδας κουναβιών και συνέχισαν να μολύνουν και άλλα κουνάβια προκειμένου να παρακολουθήσουν την πορεία και την εξέλιξη του ιού. Η ανάλυσή τους έδειξε ότι στα δείγματα που ελήφθησαν από όλες τις ομάδες πειραματοζώων εντοπίστηκαν οι αρχικές μεταλλάξεις που είχαν προκληθεί τεχνητώς στο εργαστήριο. Παράλληλα εμφανίστηκαν και ορισμένες νέες μεταλλάξεις κατά τα πειράματα μετάδοσης του στελέχους από το ένα ζώο στο άλλο. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί, σύμφωνα με τους ειδικούς, ότι ο ιός της γρίπης βρίσκει πρόσφορο έδαφος πολλαπλασιασμού στη μύτη και στον λαιμό ώστε να μπορεί να μεταδίδεται εύκολα μέσω μικρών σταγονιδίων από την αναπνευστική οδό.

Μετάδοση σε υγιή πειραματόζωα

Στην επόμενη φάση του πειράματος οι επιστήμονες διερεύνησαν εάν το μεταλλαγμένο στέλεχος Η5Ν1 μπορούσε να μεταδοθεί εύκολα σε υγιή κουνάβια μέσω του αέρα. Τοποθέτησαν κλουβιά με μολυσμένα και μη μολυσμένα πειραματόζωα το ένα δίπλα στο άλλο χωρίς τα ζώα να έχουν άμεση επαφή. Όπως προέκυψε τα περισσότερα από τα υγιή κουνάβια μολύνθηκαν.

Στη μελέτη του «Science» σημειώνεται πάντως ότι τα περισσότερα από τα ζώα του πειράματος ανέρρωσαν μετά τη μόλυνση. Το μεταλλαγμένο στέλεχος αποδείχθηκε θανατηφόρο μόνο όταν οι επιστήμονες το εισήγαγαν κατευθείαν στον λαιμό των ζώων σε πολύ υψηλές δόσεις.

Η ανάλυση του γενετικού «προφίλ» του επικίνδυνου στελέχους αποκάλυψε τελικώς πέντε συνολικά μεταλλάξεις οι οποίες είναι αρκετές για την εύκολη μετάδοσή του μέσω της αναπνευστικής οδού. Τρεις από αυτές προκλήθηκαν στο εργαστήριο από τους επιστήμονες ενώ άλλες δύο προέκυψαν «φυσικά» στην πορεία του πειράματος. Τέσσερις από τις μεταλλάξεις αφορούσαν την αιμοσυγκολλητίνη, την πρωτεΐνη επιφανείας του ιού της γρίπης η οποία τον βοηθά να εισέρχεται στα κύτταρα του ξενιστή. Η πέμπτη αφορούσε την πολυμεράση ΙΙ η οποία βοηθά τον ιό να πολλαπλασιάζεται.

Απόκριση στα φάρμακα και στα εμβόλια

Το καλό νέο ήταν πάντως ότι το μεταλλαγμένο στέλεχος φάνηκε να είναι «ευαίσθητο» στα υπάρχοντα αντι-ιικά φάρμακα και στα εμβόλια – τουλάχιστον σε ό,τι αφορούσε τα κουνάβια. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι πιθανώς το ίδιο θα συμβαίνει και στους ανθρώπους, αν και τονίζουν ότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες. Συγχρόνως, πειράματα σε ιστούς στο εργαστήριο έδειξαν ότι το μεταλλαγμένο Η5Ν1 αποκρινόταν στην αντι-ιική ουσία οσελταμιβίρη καθώς και σε αντισώματα κουναβιών που είχαν λάβει υποψήφια εμβόλια για τη γρίπη των πτηνών.

Σημειώνεται ότι το θέμα του Η5Ν1 κοσμεί ολόκληρο το εξώφυλλο της επιθεώρησης για αυτήν την εβδομάδα και περιλαμβάνει και άλλα άρθρα έγκριτων ειδικών του πεδίου.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.