Το ελληνικό οικονομικό Στίγμα και η απάλειψή του

Η ελληνική κοινωνία μοιάζει ολοένα και περισσότερα με ένα άτομο που φέρει ένα βαρύ κοινωνικό στίγμα. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικογένειας, και ιδιαίτερα της ευρωζώνης, καθημερινές κρίσεις και σχόλια παρουσιάζουν μία χώρα που έχει τα χειρότερα δυνατά πολιτισμικά, κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά, τα οποία, όπως το κοινωνικό στίγμα, τείνουν να αποτελούν βασικό συστατικό στοιχείο της εθνικής μας ταυτότητας:

Η ελληνική κοινωνία μοιάζει ολοένα και περισσότερα με ένα άτομο που φέρει ένα βαρύ κοινωνικό στίγμα. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικογένειας, και ιδιαίτερα της ευρωζώνης, καθημερινές κρίσεις και σχόλια παρουσιάζουν μία χώρα που έχει τα χειρότερα δυνατά πολιτισμικά, κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά, τα οποία, όπως το κοινωνικό στίγμα, τείνουν να αποτελούν βασικό συστατικό στοιχείο της εθνικής μας ταυτότητας: Κλέφτες, τεμπέληδες, διεφθαρμένοι κλπ.

Σε αυτή τη διαδικασία στιγματισμού συμμετέχει συχνά με ευκολία η πολιτική ηγεσία και οι ηγέτες της δημόσιας ζωής, μετασχηματίζοντας τη σημερινή κοινωνική και οικονομική κατάσταση σε μία σταθερή ιδιότητα του λαού και σε μία ιδεολογική απαξίωση του κοινωνικού συνόλου. Η κοινωνιολογική θεωρία του στίγματος, όπως μπορεί να μεταφερθεί στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, φαίνεται να ερμηνεύει τις μορφές πιέσεων και τους τρόπους καθοδήγησης των μικρότερων εταίρων διεθνών οικονομικών συνασπισμών, όπως η Ε.Ε., μέσα από την αποδόμηση του διεθνούς τους κύρους και την αλλοίωση της εικόνας τους ως ισότιμων εταίρων.

Το στίγμα έχει πάντα κάποιο πραγματικό σημείο αναφοράς που αποτελεί και τη βάση για την περιθωριοποίηση ή τον εγκλεισμό του στιγματισμένου σε άσυλο. Σε μία τολμηρή αναλογία μπορώ να ισχυριστώ ότι με την ένταξη στην ΟΝΕ, την άκριτη αποδοχή πολλών πολιτικών της Ε.Ε., αλλά και την μακρόχρονη αποδοχή ενός εκτεταμένου εγχώριου πελατειακού συστήματος, δεχθήκαμε τη σταδιακή ένταξή μας σε ένα ιδιαίτερο «άσυλο», το οποίο σήμερα όλοι το στιγματίζουν. Εντάξαμε τις περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες σε προστατευμένα πλαίσια, που αφαίρεσαν την ικανότητα από μεγάλα μέρη της κοινωνίας να διατηρεί μία εναργή κοινωνική και πολιτική συνείδηση και πρακτική.

Ένα από τα σημαντικότερα τμήματα της ελληνικής οικονομίας, ο πρωτογενής τομέας (γεωργία, αλιεία, δάση), μέσω των επιδοτήσεων της Ε.Ε., μετατράπηκε από πολύ νωρίς σε ένα αντιπαραγωγικό σύστημα στήριξης και ενίσχυσης των γεωργικών εισοδημάτων. Ο δευτερογενής τομέας απομειώθηκε μέσω των φθηνών εισαγωγών, που επέβαλε το καθεστώς των διεθνών εμπορικών σχέσεων της Ε.Ε. και σχεδόν εξαφανίστηκε από τον παραγωγικό μας χάρτη μετά την είσοδο μας στο Ευρώ. Οι εισροές πόρων και επενδύσεων από τα ταμεία της Ε.Ε. οδήγησαν το πολιτικό προσωπικό της χώρας σε μία παρασιτική συμβιωτική σχέση με την οικονομική τάξη πολλών κρατικοδίαιτων επιχειρηματιών που εγκατέστησαν ένα συνεκτικό και άθραυστο πολιτικο- οικονομικό δίκτυο. Η εργατική τάξη εγκλωβίστηκε μέσα σε συντεχνιακούς σχηματισμούς που υπερασπίζονται μέχρι σήμερα σθεναρά τα στενά συμφέροντα μίας εργατικής και επαγγελματικής ελίτ που απασχολείται κυρίως στο κράτος και τις δημόσιες επιχειρήσεις.

Πολλαπλές τέτοιες διαδικασίες αυτοεγκλεισμού και περιχαράκωσης μπορούμε να παρατηρήσουμε σε πολλά κοινωνικά πεδία, όπως είναι η εκπαίδευση, οι υπηρεσίες υγείας, τα πανεπιστήμια. Πέρα από τα επιμέρους φαινόμενα, τα πολιτικά λάθη και τις παραλείψεις, η πραγματική κοινωνική και οικονομική βάση αυτής της διαδικασίας βρίσκεται στην ολοένα και μεγαλύτερη ένταξή μας στο σύστημα της παγκοσμιοποιημένης αγοράς του ύστερου καπιταλισμού, μέσα όμως από το κανάλι «προστασίας» της Ε.Ε…

Στην πρώτη φάση ανάπτυξης της ζώνης του Ευρώ, κράτη και κοινωνίες όπως η Ελλάδα, που έπαιζαν ένα δευτερεύοντα αλλά σημαντικό ρόλο ως εσωτερική αγορά, χρηματοδοτήθηκαν και υποστηρίχτηκαν αρχικά με φθηνό δανεισμό. Στη σημερινή δεύτερη φάση αυτής της ολοκλήρωσης, στην οποία τα ισχυρά κράτη του Ευρώ επικεντρώνονται στον ανταγωνισμό για την παγκόσμια οικονομική κυριαρχία, χώρες όπως η Ελλάδα απογυμνώνονται από κάθε προστασία. Το σύστημα του Ευρώ, από ασπίδα νομισματικής προστασίας και σύστημα τροφοδότησης της εσωτερικής κατανάλωσης, μετατρέπεται σε κανάλι απομύζησης της συσσωρευμένης αξίας (κεφάλαιο, φυσικοί πόροι, ανθρώπινο δυναμικό, κρατική περιουσία) για την αντιμετώπιση του παγκόσμιου ανταγωνισμού.

Η Γερμανία, με την πολιτική της και τις διεθνοποιημένες επιχειρήσεις της, δεν βλέπει την Ελλάδα μπροστά της, αλλά την Κίνα, την Ινδία, τις ΗΠΑ. Αυτή είναι η στιγμή που τα τείχη του «ασύλου» για μας καταρρέουν και όλοι καταλαβαίνουμε ότι είμαστε γυμνοί και «στιγματισμένοι» εν μέσω μιας παγκόσμιας οικονομικής καταιγίδας. Είναι κατανοητή η πρώτη αντίδραση, δηλαδή η στροφή να γυρίσουμε στο «κλουβί μας» και την υπεράσπιση των γνωστών καταφυγίων, στο δημόσιο μισθολόγιο, στη συντεχνιακή αλληλεγγύη, στην εξασφάλιση των καταναλωτικών μας συνηθειών. Η ελληνική κοινωνία μοιάζει ολοένα και περισσότερο με άτομα που αναζητούν προστασία στο άσυλο που τους έχει ιδρυματοποιήσει και στο οποίο αφανώς την πραγματική εξουσία την είχαν «άλλοι».

Όμως τώρα καταλαβαίνουμε ότι οι σκληρές για μάς αμφιθυμίες της γερμανικής πολιτικής και της ΕΕ δεν είναι περιστασιακές προσωπικές ή εθνικές πολιτικές, αλλά καταναγκασμοί που απορρέουν από τις εσωτερικές αντιθέσεις των αγορών και την ανάγκη προστασίας της εθνικής παραγωγικής τους βάσης. Το δικό μας πρόβλημα είναι ότι η ελληνική πολιτική έχει ενταχθεί εξ ολοκλήρου, λόγω της επιβεβλημένης εξυπηρέτησης του χρέους, σε αυτές τις εξωτερικές προτεραιότητες, χωρίς να είναι σε θέση να δει και να αντιδράσει στο ελάχιστο στα πλήγματα που δέχεται η ελληνική κοινωνία, λόγω της ανεργίας, της φτώχειας, της καταστροφής δυναμικών επιχειρήσεων, της φυγής των νέων στο εξωτερικό.

Η αναζήτηση μιας νέας οικονομικής ταυτότητας της Ελλάδας με εσωτερικές αναφορές και δεσμεύσεις στα ελληνικά προβλήματα, δηλαδή μιας «αποασυλοποίησης» από το παρελθόν και ριζικής αποκοπής από τα παλαιά καθεστώτα εξωτερικής προστασίας -κηδεμονίας και εσωτερικής ανισοκατανομής του πλούτου, είναι πλέον θέμα εθνικής επιβίωσης.

Το Ευρώ, ως κεντρικό σημείο αναφοράς του πρόσφατου παρελθόντος και το τραγικού οικονομικού παρόντος, είναι ένα ασφυκτικό πλαίσιο που θα μας επιβάλλει τις προτεραιότητες της ευρωζώνης για την επόμενη δεκαετία. Ωστόσο, είναι φανερό ότι δεν μπορούμε να φύγουμε από την πίσω πόρτα, αν δεν θέλουμε οι καταστροφές να είναι χειρότερες. Μέσα στην επόμενη δύσκολη δεκαετία θα φανεί αν η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη πήραν το μάθημά τους, ότι δηλαδή δεν μπορούν να είναι μόνο μια ανοιχτή αγορά για το βόρειο πόλο του Ευρώ, αλλά και ένα σύστημα κοινής ανάπτυξης, αμοιβαίου ελέγχου και οικονομικής αλληλεγγύης.

Είναι όμως ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα για την Ελλάδα η αδυναμία του πολιτικού συστήματος αλλά και ημών των πολιτών, δηλαδή της γενιάς που είναι στα πράγματα, ότι δεν έχουμε πάρει απόφαση ακόμα ότι πρέπει να αλλάξουμε ριζικά την οικονομική ταυτότητα της Ελλάδας αποδομώντας ριζικά τα εσωτερικά εμπόδια και τα οικονομικά «άσυλα», απαλείφοντας παράλληλα το στίγμα της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.