Η ύσπληξ έδινε την εκκίνηση

Η ύσπληξ έδινε την εκκίνηση Ο μηχανισμός αφέσεως στα αρχαία στάδια μελετήθηκε διεξοδικά, ανακατασκευάστηκε και προσφάτως χρησιμοποιήθηκε στους αγώνες για την αναβίωση των αρχαίων Νεμείων Η απάντηση για το πώς γινόταν η άφεση (η εκκίνηση) στους αγώνες δρόμου στην αρχαιότητα δεν αλλάζει τη ροή της ιστορίας. Κάθε όμως απάντηση που δίνεται ακόμη και στα πιο κοινά ερωτήματα

Ο μηχανισμός αφέσεως στα αρχαία


στάδια μελετήθηκε διεξοδικά, ανακατασκευάστηκε και προσφάτως χρησιμοποιήθηκε στους αγώνες


για την αναβίωση


των αρχαίων Νεμείων


Η απάντηση για το πώς γινόταν η άφεση (η εκκίνηση) στους αγώνες δρόμου στην αρχαιότητα δεν αλλάζει τη ροή της ιστορίας. Κάθε όμως απάντηση που δίνεται ακόμη και στα πιο κοινά ερωτήματα είναι, είτε το θέλουμε είτε όχι, μια ψηφίδα στο μωσαϊκό της γνώσης μας για το παρελθόν. Ετσι, καθώς τώρα οι Ολυμπιακοί της Ατλάντας φέρνουν στην επικαιρότητα τους αρχαίους αγώνες, η ύσπληξ, όπως ονομαζόταν ο μηχανισμός της αφέσεως, έρχεται και αυτή στο προσκήνιο. Ο επίκουρος καθηγητής της Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Πάνος Βαλαβάνης, που όχι μόνο μελέτησε και κατασκεύασε ένα σύγχρονο μοντέλο αυτού του συστήματος αλλά και το έθεσε σε εφαρμογή με επιτυχία στους αγώνες για την αναβίωση των αρχαίων Νεμείων που οργάνωσε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Berkeley στην Καλιφόρνια κ. Steven Miller, μίλησε γι’ αυτή στο «Βήμα».


Φαίνεται ότι στην αρχαιότητα οι πρόωρες εκκινήσεις των δρομέων στους αγώνες δρόμου ταχύτητας ήταν συχνές και προκαλούσαν προβλήματα στην ομαλή διεξαγωγή του αθλήματος. Γι’ αυτό οι υπεύθυνοι άρχοντες παράγγειλαν στους αρχαίους μηχανικούς να βρουν μια λύση. Ετσι γεννήθηκε η ύσπληξ, ένα πολύ χαρακτηριστικό δείγμα της προόδου των αρχαίων σε θέματα τεχνολογίας αλλά και εφαρμογής τους στην καθημερινή ζωή.


Στις μέρες μας τώρα, η ιδέα για την αναζήτηση πληροφοριών και την κατασκευή στη συνέχεια μιας σύγχρονης ύσπληγος ξεκίνησε από έναν αμφορέα στην έκθεση για «Το πνεύμα και το σώμα» που έγινε το 1990 στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ηταν ένας παναθηναϊκός αμφορέας του δεύτερου μισού του 4ου αι., ο οποίος στην πίσω πλευρά του είχε μια παράσταση αφέσεως τριών οπλιτοδρόμων. Τρεις δρομείς που κρατούσαν ασπίδα και φορούσαν κράνος ήταν έτοιμοι για την εκκίνηση αγώνα δρόμου. Οι δρομείς αποδίδονται στην παράσταση κατά μέτωπο και η ύσπληξ διακρίνεται καθαρά.


Μπροστά από το στήθος και την κοιλιά των δρομέων περνούσαν δύο γραμμές οι οποίες στα άκρα τους ήταν δεμένες σε δύο κατακόρυφους πασσάλους. Η εικόνα έδειχνε καθαρά πως οι πάσσαλοι δεν ήταν καρφωμένοι στη γη αλλά ήταν συνδεδεμένοι στο κάτω μέρος τους με κάποιον μηχανισμό. Περιγραφές από τους λεξικογράφους των ελληνιστικών και των ρωμαϊκών χρόνων αναφέρουν ότι η ύσπληξ αποτελούνταν από ξύλα και σχοινιά τεντωμένα μπροστά στους αθλητές, τα οποία έπεφταν απότομα για την εκκίνηση.


Η αναζήτηση αρχιτεκτονικών καταλοίπων της ύσπληγος που ακολούθησε αποκάλυψε ίχνη της σε αρχαία στάδια. Στη Νεμέα, στην Κόρινθο, στην Ισθμία και στο στάδιο Επιδαύρου βρέθηκαν στα άκρα των αφέσεων πλάκες με υποδοχές στο εσωτερικό τους που θα πρέπει να δέχονταν κάποια ξύλινη κατασκευή. Υπήρχαν όμως και δύο επιγραφές του 2ου π.Χ. αι. από τη Δήλο όπου είχαν καταγραφεί τα αντικείμενα που φυλάσσονταν σε μια αποθήκη και εκεί γίνεται αναφορά σε διάφορα τμήματα της ύσπληγος.


Ο καθηγητής κ. Βαλαβάνης ήδη είχε στη διάθεσή του τέσσερις αφετηρίες για να προσεγγίσει το θέμα του: τα αρχιτεκτονικά δεδομένα στα στάδια, τα αρχαία κείμενα, τις επιγραφές της Δήλου και την εικόνα του αγγείου. Ελειπε ο τρόπος λειτουργίας του μηχανισμού και αυτόν τον αναζήτησε στους καταπέλτες, στα μεγάλα πολιορκητικά μηχανήματα της αρχαιότητας που πρέπει να λειτουργούσαν με την ίδια λογική.


Με δεδομένο ότι οι καταπέλτες είχαν επινοηθεί λίγα χρόνια πριν από την εποχή της απεικόνισης της ύσπληγος στο αγγείο, μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι στην περίπτωση αυτή αντιμετωπίζουμε ένα αρχαίο παράδειγμα μεταφοράς τεχνολογίας από την αιχμή της έρευνας που και τότε, όπως και σήμερα, ήταν τα οπλικά συστήματα στην καθημερινή ζωή.


Με βάση λοιπόν αυτά τα στοιχεία, η έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ύσπληξ αποτελούνταν από δύο οριζόντια σχοινιά τεντωμένα μπροστά από τους δρομείς στο ύψος των γονάτων και του στήθους, όπως έδειχνε η παράσταση του αγγείου. Τα σχοινιά συγκρατούνταν στα άκρα τους από κατακόρυφους ξύλινους πασσάλους που, εμφυτευμένοι σε μηχανισμούς, είχαν τη δυνατότητα με την παρέμβαση του αφέτη, ο οποίος στεκόταν πίσω από τους δρομείς, να πέφτουν στο έδαφος, συμπαρασύροντας όλο το εμπόδιο και επιτρέποντας την εκκίνηση στους αθλητές.


Από την Καλιφόρνια το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ συνέβαλε στην κατασκευή του μοντέλου της ύσπληγος σε φυσικό μέγεθος. Ετσι, όταν τον περασμένο Ιούνιο αναβίωσαν τα αρχαία Νέμεια, η ύσπληξ ξαναλειτούργησε άψογα μετά από 2.300 χρόνια, αφού σε μία ημέρα σηκώθηκε και έπεσε 52 φορές δίνοντας την εκκίνηση στους αγώνες δρόμου. Οσοι βρέθηκαν στη Νεμέα υποστηρίζουν πως η εκδήλωση αυτή όχι μόνο ήταν πολύ καλά οργανωμένη και απολύτως πιστή ως προς τα αρχαία πρότυπα αλλά προσέφερε σε όλους, αθλητές από 33 χώρες καθώς και χιλιάδες θεατές, μια ξεχωριστή ποιότητα που προέρχεται από την επαφή με πράγματα πρωτογενή και καθαρά. Είναι μια προσπάθεια που, επαναλαμβανόμενη κάθε τέσσερα χρόνια, έχει στόχο να επαναφέρει τα αθλητικά ιδεώδη στην αρχική τους αντίληψη μετά την ακραία εμπορευματοποίηση που έχουν πάρει οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.