Γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1842 στη Μόσχα. Πατέρας του ήταν ο πρίγκιπας Αλεξέι Πέτροβιτς Κροπότκιν, αξιωματικός του στρατού του Τσάρου, και μητέρα του η Αικατερίνα Νικολάεβνα Σουλίμα, κόρη στρατηγού και γυναίκα με ιδιαίτερα καλή για την εποχή της μόρφωση και φιλελεύθερες ιδέες. Ο θάνατός της, τέσσερα χρόνια μετά τη γέννηση του Πιοτρ, έφερε στο σπίτι των Κροπότκιν μια αυταρχική μητριά και τη σταδιακή αποξένωση του μελλοντικού κορυφαίου θεωρητικού της αναρχίας από τον αυστηρό του πατέρα. Στην ηλικία των 15 ετών η ζωή του άλλαξε καθώς μπήκε σε μια επίλεκτη στρατιωτική σχολή, το Σώμα των Πριγκίπων. Εκεί, αντιδρώντας προς τον πατέρα του, επιλέγει συνειδητά να μην προσαρμοστεί. Αποφεύγει τις συναναστροφές με τους συμμαθητές του και αφοσιώνεται στο διάβασμα, στην αλληλογραφία με τον μεγαλύτερο αδελφό του Αλέξανδρο και στην έκδοση μιας εφημερίδας. Αποφοιτώντας από τη σχολή το 1862 ζήτησε, παρά τις αντιδράσεις του περιβάλλοντός του, να μετατεθεί σε σύνταγμα της Σιβηρίας, όπου αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου του σε γεωγραφικές και περιβαλλοντικές μελέτες. Στα πέντε χρόνια που παρέμεινε εκεί κατάφερε λόγω των αποτελεσμάτων των ερευνών του να αποκτήσει σημαντική φήμη, η οποία τον βοήθησε στο να του προσφερθεί μια έδρα στη Ρωσική Γεωγραφική Υπηρεσία. Το 1871 αρνείται την προσφορά της θέσης του Γραμματέα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας και αποφασίζει να αφιερώσει τη ζωή του στον αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη. Στην προσπάθειά του να μελετήσει βαθύτερα το εργατικό κίνημα ταξιδεύει τον Φεβρουάριο της επόμενης χρονιάς στην Ελβετία, όπου και γίνεται μέλος της Πρώτης Διεθνούς. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί μελετά πολλά απαγορευμένα στη Ρωσία βιβλία σχετικά με τον σοσιαλισμό και έρχεται σε επαφή με κορυφαίους σοσιαλιστές ηγέτες. Αυτό οδηγεί στην ωρίμανση των ιδεολογικών του ανησυχιών και στην επιλογή του δρόμου της αναρχίας. Με την επιστροφή του στη Ρωσία γίνεται ενεργό μέλος μιας επαναστατικής ομάδας και προπαγανδίζει τις θεωρίες του σε Μόσχα και Αγία Πετρούπολη. Το 1876, ύστερα από δύο χρόνια φυλάκισης, αποδρά στην Ευρώπη, όπου και θα ζήσει για τα επόμενα περίπου 40 χρόνια κινούμενος μεταξύ Ελβετίας, Γαλλίας και Μ. Βρετανίας. Στην τελευταία θα γράψει και τα σημαντικότερα βιβλία του: The Conquest of Bread, Mutual Aid, Memoirs of a Revolutionist και Fields, Factories and Workshops. Ο Κροπότκιν προσέβλεπε σε μια κοινωνία επηρεασμένη από την Κομμούνα του Παρισιού. Πίστευε ότι με την καλυτέρευση των συνθηκών ζωής της εργατικής τάξης θα βελτιωνόταν και η παραγωγική τους πρωτοβουλία. Αυτό θα ήταν η απαρχή της κοινωνικής επανάστασης, στην οποία οι άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι παραγωγικοί χωρίς την επιρροή αφεντικών, στρατιωτών, ιερωμένων και άλλων μορφών εξουσίας. Σύμφωνα με τη θεωρία του, η ατομική ιδιοκτησία και οι άνισοι μισθοί θα μπορούσαν να αντικατασταθούν με την ελεύθερη διάθεση όλων των αγαθών και υπηρεσιών, θεωρώντας το σύστημα των μισθών και την καπιταλιστική παραγωγή εμπόδια στην πρόοδο. Καθώς λοιπόν το κράτος, από οποιαδήποτε μορφή πολιτεύματος κι αν διοικείται, αποτελεί τον κυριότερο υπερασπιστή αυτού του συστήματος, κηρύττει μια αέναη πάλη εναντίον του, ακόμη και με τη χρήση βίας.
Το 1917 επιστρέφει στη Ρωσία, όπου απογοητευμένος από τις πρακτικές του Λένιν αποσύρεται αφιερώνοντας τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη συγγραφή του βιβλίου του Ethics. Το τελευταίο του αυτό πόνημα θα μείνει μισοτελειωμένο. Θα πεθάνει στο Ντμίτροβ, κοντά στη Μόσχα, στις 8 Φεβρουαρίου 1921.