Στη Λευκορωσία όταν οι φύλακες επισκέπτονται τα κελιά, οι τρόφιμοι δεν γνωρίζουν αν είναι για τελευταία φορά. Δεν ξέρουν καν τι θα τους συμβεί από τη μια στιγμή στην άλλη. Δεν τους λένε ποτέ που τους πάνε, ποιον θα δουν, αν τους πηγαίνουν στο απόσπασμα. Κι όταν αυτό συμβεί, κρατείται ως μυστικό του κράτους.

Για τους δέκα μήνες που πέρασε στο κελί του προτού εκτελεστεί, ο Γκενάντι Γιακοβίτσκι είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου, είπε η κόρη του στο BBC. Το μόνο που καταλάβαινε ήταν αν είναι μέρα ή νύχτα και αυτό από το αχνό φως που έφεγγε στο παράθυρο του κελιού του. Καθώς βρίσκονταν στην απομόνωση, δεν είχε δικαίωμα να βγει από αυτό, παρά μόνο μια φορά το μήνα, όταν είχε επίσκεψη από τον δικηγόρο του ή κάποιο στενό συγγενή.
Και όπως οι άλλοι θανατοποινίτες, εκείνες τις μέρες, τις τελευταίες δηλαδή της ζωής του δεν γνώριζε αν τελικά συναντήσει τον δικηγόρο του, την κόρη του ή θα τον εκτελέσουν.

Η τελευταία δικτατορία της Ευρώπης

Συχνά η Λευκορωσία περιγράφεται ως η τελευταία δικτατορία της Ευρώπης. Είναι η μόνη χώρα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης όπου εξακολουθεί να ισχύει η θανατική ποινή και η διαδικασία περιβάλλεται από άκρα μυστικότητα.
Οι εκτελέσεις πραγματοποιούνται με πυροβολισμό στο κεφάλι, αλλά ο ακριβής αριθμός είναι άγνωστος. Πιστεύεται ότι έχουν λάβει χώρα περισσότερες από 300 εκτελέσεις από το 1991 οπότε και η Λευκορωσία έγινε ανεξάρτητη χώρα και το περασμένο έτος _ σύμφωνα με την Διεθνή Αμνηστία _ έγιναν δύο.
Σήμερα, τουλάχιστον έξι άνδρες πιστεύεται ότι έχουν πάρει σειρά για το απόσπασμα, αντίθετα, οι γυναίκες _ όπως ορίζουν οι νόμοι του κράτους _ δεν επιτρέπεται να καταδικαστούν σε θάνατο. Όσες έχουν καταδικαστεί κυρίως για ανθρωποκτονίες κρατούνται στις υπόγειες φυλακές υψίστης ασφαλείας ενός κτιρίου του 19ου αιώνα, στο κέντρο του Μινσκ, όπου κανένας δημοσιογράφος ή ακτιβιστής δεν έχει πρόσβαση

Τους φέρονται σαν να είναι ήδη νεκροί

Οι φυλακές της πρώην σοβιετικής χώρας είναι συνώνυμες με τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει. Από ψυχολογική πίεση, απάνθρωπη μεταχείριση μέχρι πράκτορες που χρησιμοποιούν βασανιστήρια. Οι κρατούμενοι δεν επιτρέπεται να ξαπλώνουν ή να κάθονται στο κρεβάτι τους πέρα απο τις καθορισμένες ώρες ύπνου, τις περισσότερες ώρες περπατούν μέσα στα κελιά, ενώ δεν μπορούν ούτε να στείλουν αλλά ούτε και να λάβουν αλληλογραφία.
«Οι συνθήκες είναι απάνθρωπες» , αναφέρει στο BBC η Αΐσα Γιουνγκ, εκπρόσωπος της Διεθνούς Αμνηστίας στη Λευκορωσία συμπληρώνοντας πως «τους φέρονται σαν να είναι ήδη νεκροί».
Ένας πρώην επικεφαλής των φυλακών όπου πραγματοποιούνται οι εκτελέσεις, ο Άλεχ Αλκαγιέου αναφέρει στη Viasna, μια εγχώρια ομάδα για τα ανθρώπινα δικαιώματα: «Την ημέρα της εκτέλεσής τους ενημερώνονται από το Εισαγγελέα ότι το αίτημά τους για προεδρική χάρη έχει απορριφθεί. Τα μάτια τους τρέμουν είτε από το κρύο, είτε από τον φόβο και ακτινοβολούν τέτοια φρίκη που είναι αδύνατο να τους κοιτάξεις κατάματα. Αφού τους τα δένουν, μεταφέρονται σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, εκεί τους αναγκάζουν να γονατίσουν και τους εκτελούν».
Η όλη διαδικασία διαρκεί περίπου δυο λεπτά. Οι συγγενείς ενημερώνονται έπειτα από εβδομάδες ή ακόμη και μήνες, και πολλές φορές το πληροφορούνται όταν λαβαίνουν ένα κουτί με τα προσωπικά αντικείμενα του εκτελεσθέντα. Τα άψυχα σώματα δεν επιστρέφονται ποτέ στις οικογένειες, ο τόπος όπου ενταφιάζονται παραμένει κρατικό μυστικό, προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερο πόνο στους συγγενείς.

Δύο στους τρεις υπέρ της θανατικής ποινής

Σε δημοψήφισμα το 1996, το 80% των Λευκορώσων ήταν κατά της κατάργησης της θανατικής ποινής. Το αποτέλεσμα δεν αναγνωρίστηκε διεθνώς μιας και για οποιαδήποτε ψηφοφορία στη χώρα υπήρχαν καταγγελίες για εκτεταμμένες παραβιάσεις. Η κυβέρνηση του Αλεξάντερ Λουκασένκο, που βρίσκεται στην εξουσία απο το 1994, εξακολουθεί να επικαλείται εκείνο το αποτέλεσμα προκειμένου να δικαιολογήσει τη συνέχιση της πρακτικής.
Στο μεταξύ, στο Κοινοβουλιο συζητείται τι θα μπορούσε να αλλάξει, όμως παρατηρητές αναφέρουν ότι θα χρειαστεί καιρός προτού ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση. Μέχρι τότε η χώρα θα αποτελεί μαύρη κηλίδα σε μια ήπειρο που έχει καταργήσει τη θανατιή ποινή. Και μολονότι οι εκστρατείες έχουν ευαισθητοποιήσει όλο και πιο πολλούς πολίτες, πιστεύεται ότι οι μισοί ή τα δύο τρίτα των Λευκορώσων ακόμη εξακολουθούν να είναι υπέρ αυτής της πρακτικής.