«Φως» στο τούνελ της διπλωματικής κρίσης που ταλανίζει, εδώ και μερικά 24ωρα, τις σινο-αμερικανικές σχέσεις προσφέρει σημερινή ανακοίνωση από το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας. Οι κινεζικές Αρχές κάλεσαν τον 40χρονο τυφλό αντιφρονούντα Τσεν Γκουανγκτσένγκ να υποβάλλει αίτηση για να σπουδάσει στο εξωτερικό.

«Αν θέλει να σπουδάσει στο εξωτερικό, μπορεί να υποβάλει αίτηση στις αρμόδιες διευθύνσεις σύμφωνα με τον νόμο, όπως ακριβώς οποιοσδήποτε άλλος κινέζος πολίτης»,
αναφέρει η δήλωση του εκπροσώπου του υπουργείου Λιού Ουεϊμίν, ο οποίος πρόσθεσε ότι «αυτή τη στιγμή ο Τσεν υποβάλλεται σε θεραπεία σε νοσοκομείο».
Νωρίτερα, ο ίδιος ο «ξυπόλητος δικηγόρος», όπως αποκαλείται στη πατρίδα του, δήλωσε ότι κινδυνεύει και εξέφρασε την επιθυμία να εγκαταλείψει τη χώρα του.

«Βρίσκομαι σε μεγάλο κίνδυνο και η κατάστασή μου είναι πολύ, πολύ κρίσιμη» δήλωσε ο 40χρονος Τσεν, ο οποίος πρόσθεσε πως «οι (κινεζικές) αρχές δεν αφήνουν τα μέλη της αμερικανικής πρεσβείας να μπουν στο νοσοκομείο για να με επισκεφθούν», καταλήγοντας ότι «ευελπιστώ η (κινεζική) κυβέρνηση να τιμήσει τις δεσμεύσεις που υπογράφηκαν ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ για να υπάρξει εγγύηση των δικαιωμάτων μου».

Η υπόθεση του Τσεν έχει ρίξει βαριά σκιά στις συνομιλίες που διεξάγονται αυτές τις ημέρες στο Πεκίνο μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών με θέμα τη χάραξη μιας κοινής οικονομικής στρατηγικής.

Ο Γκουανγκτσένγκ, που προΐσταται στον αγώνα κατά των καταναγκαστικών αμβλώσεων στη Κίνα, πριν από περίπου δέκα ημέρες είχε δραπετεύσει από το σπίτι του, όπου ζούσε υπό επιτήρηση και βρήκε καταφύγιο στην αμερικανική πρεσβεία στο Πεκίνο. Το γεγονός εξόργισε το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών που ανακοίνωσε ότι «η Κίνα απαιτεί τη συγγνώμη των ΗΠΑ για το ότι προσέφερε καταφύγιο στον Τσεν επί έξι ημέρες».
Ο 40χρονος «αυτοδίδακτος δικηγόρος» (μελέτησεμόνος του νομικά γιατί το καθεστώς δεν του επέτρεψε την πρόσβαση στο πανεπιστήμιο) παρέμεινε στην πρεσβεία για έξι ημέρες προτού αποφασίσει να μεταβεί σε κινεζικό νοσοκομείο, έχοντας τις διαβεβαιώσεις των αμερικανικών Αρχών ότι θα του παρείχαν προστασία.

Την περασμένη Τρίτη το βράδυ, οι δυο πλευρές είχαν συμφωνήσει να αφεθεί ελεύθερος ο Τσεν, με τον όρο να πάει και να ζήσει με την οικογένεια του σε μια πόλη έξω από το Πεκίνο, όπου θα μπορούσε να σπουδάσει στη Νομική με τη βοήθεια ενός Κινέζου κι ενός Αμερικανού «εγγυητή», οι οποίοι θα παρακολουθούσαν την πορεία του. Ωστόσο, άλλαξε γνώμη και ζήτησε πολιτικό άσυλο στις ΗΠΑ όταν συνάντησε τη σύζυγό του, Γουέν Γουεϊζίνγκ, από την οποία πληροφορήθηκε ότι τοπικοί αξιωματούχοι απείλησαν την ίδια και τα παιδιά τους στην ανατολική επαρχία της Σαντόνγκ, όπου επί 19 μήνες η οικογένεια βρίσκονταν σε κατ’ οίκον περιορισμό.

Ο τυφλός ακτιβιστής εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τους αμερικανούς φίλους του, λέγοντας ότι τον προέτρεψαν να φύγει, παραπλανώντας τον.

«Από την πρεσβεία με πίεζαν να φύγω και υποσχέθηκαν να είναι μαζί μου κάποιοι στο νοσοκομείο. Αλλά λίγες ώρες μετά διαπίστωσα ότι είχαν φύγει όλοι [οι Αμερικανοί] από το δωμάτιο του νοσοκομείου», είπε ο Τσεν σε συνέντευξή του στο CNN, επισημαίνοντας ότι μετάνιωσε που έφυγε από την πρεσβεία και ότι «δεν πιστεύει ότι οι ΗΠΑ τον προστατεύουν». Ωστόσο, ο αμερικανός πρεσβευτής στην Κίνα Γκάρι Λοκ ισχυρίσθηκε ότι «ποτέ δε ασκήθηκε πίεση» στον κινέζο ακτιβιστή να αποχωρήσει από την πρεσβεία στο Πεκίνο.