Λίγα λεπτά δίπλα στον Μπένεντικτ Κάμπερμπατς αρκούν για να σου δώσουν μια ιδέα για το τι άνθρωπος είναι. Εκτός από ευφυής (μιλάει αγγλικά καθηγητή πανεπιστημίου, με αριστοκρατική αύρα και σε ταχύτατους ρυθμούς, κάτι που αποδίδει στην τεράστια κατανάλωση καφέ σε καθημερινή βάση), μπορεί πραγματικά να σε ξαφνιάσει με τον παρορμητικό χαρακτήρα του. Ετυχε να το νιώσω από κοντά πριν από μερικά χρόνια στο Λονδίνο, όταν τον είδα με αφορμή την ταινία «Το άλογο του πολέμου» του Στίβεν Σπίλμπεργκ. Σε εκείνη την ταινία ο 38χρονος σήμερα Μπένεντικτ Τίμοθι Κάρλτον Κάμπερμπατς, παιδί ηθοποιών γεννημένο στο Χάμερσμιθ του Λονδίνου, είχε σχετικά μικρό ρόλο. Ηταν –όπως πάντα –πραγματικά πολύ καλός στον ρόλο του φλεγματικού βρετανού αξιωματικού του πολεμικού ιππικού ο οποίος αποκτά μια σχέση φιλίας με το άλογο του τίτλου κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ενώ ετοιμαζόταν να καθήσει στο τραπέζι, τον είδα να ψαχουλεύει ένα πολύ κομψό σακουλάκι από το οποίο τσιμπολογούσε με διακριτικότητα. Τον ρώτησα τι ήταν, μου απάντησε καραμελωμένα φιστίκια. Μετά με ρώτησε αν ήθελα. Του είπα ότι δεν ήταν ανάγκη, αλλά παρ’ όλα αυτά σηκώθηκε από την καρέκλα του, πήγε ο ίδιος στο διπλανό δωμάτιο και έφερε για όλους τους δημοσιογράφους σακουλάκια πολυτελείας με καραμελωμένα φιστίκια, φλούδες αποξηραμένων φρούτων και διάφορες άλλες λιχουδιές –τσέπης. Εντυπωσιάστηκα γιατί η εμπειρία μου σε αυτά τα πράγματα λέει ότι οι σταρ δεν συνηθίζουν να είναι τόσο ευγενικοί, πόσω μάλλον να μπαίνουν σε δωμάτια για να δώσουν συνέντευξη τρώγοντας καραμελωμένα φιστίκια.
Οταν πραγματοποιήθηκε η συγκεκριμένη συνάντηση, ο Κάμπερμπατς είχε μόλις αρχίσει να γίνεται μεγάλος αστέρας χάρη στον «Sherlock», φυσικά, τη σειρά του ΒΒC που όλος ο κόσμος πια γνωρίζει και όπου δίνει τη δική του, εκσυγχρονισμένη (και απολαυστικά κυνική) εκδοχή στον Σέρλοκ Χολμς του Αρθουρ Κόναν Ντόιλ. Η σειρά απέκτησε φανατικούς οπαδούς σε όλον τον κόσμο, πολλοί από τους οποίους άνοιγαν διαδικτυακό διάλογο για την κάθε κίνηση του Σέρλοκ Χολμς, για την κάθε ατάκα του, για το κάθε ξάφνιασμα που τους προκαλούσε.
Ολα προέρχονται από το προσωπικό στυλ του Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, ενός ηθοποιού που μπορεί να σε συνεπάρει θυμίζοντας εκπρόσωπο περασμένων μεγαλείων του Ηνωμένου Βασιλείου την ώρα που κάτι μέσα σου σού λέει ότι μπορεί και να μην παίρνει και τόσο στα σοβαρά τον εαυτό του. Ο Σέρλοκ τον οδήγησε στα ουράνια, όμως ο Κάμπερμπατς χρειαζόταν και μια προσωπική κινηματογραφική επιτυχία. Είχε αρκετές συλλογικές επιτυχίες (το δεύτερο «Χόμπιτ», το τρίτο που αυτές τις ημέρες παίζεται και στην Ελλάδα, ο «Αύγουστος», το «12 χρόνια σκλάβος» ή το «Star Trek Into Darkness». Σε όλες αυτές τις ταινίες παίζει, και μάλιστα καλά, αλλά καμία δεν είναι εστιασμένη πάνω του. Σε αυτό, μέχρι σήμερα, ο Κάμπερμπατς είχε σταθεί σχετικά άτυχος γιατί ο «Ανθρωπος που πούλησε τον κόσμο» όπου υποδύθηκε τον Τζούλιαν Ασάνζ, εμπνευστή του WikiLeaks, δεν συνάντησε επιτυχία.
Στη συνάντησή μας στο Λονδίνο σημείωσα κάτι που είχε πει το οποίο μου έκανε εντύπωση. «Οταν είναι να έρθει η ώρα σου για το μεγάλο βήμα, θα έρθει. Το ταξίδι κάθε ηθοποιού είναι φυσικά διαφορετικό, αλλά σε γενικές γραμμές ο κανόνας λέει ότι τα βήματα γίνονται αργά αργά και σε κάποιες περιπτώσεις η τύχη χτυπά την πόρτα σου και όλα αλλάζουν».

Και πράγματι, όλα δείχνουν να αλλάζουν μετά την τελευταία ταινία του, «Το παιχνίδι της μίμησης», που θα παίζεται στις ελληνικές αίθουσες από τις 8 Ιανουαρίου. Ο Κάμπερμπατς έχει ήδη κερδίσει μια υποψηφιότητα για τις Χρυσές Σφαίρες (ερμηνεία σε δραματική ταινία) και όλα δείχνουν ότι θα υπάρξει και συνέχεια με τη διεκδίκηση ενός Οσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου. Μπορεί δε και να το πάρει.
Στο «Παιχνίδι της μίμησης» ο Κάμπερμπατς υποδύεται τον μαθηματικό και αναλυτή Αλαν Τιούρινγκ, μια διάνοια, που τον χειμώνα του 1952 συνελήφθη για «απρεπή συμπεριφορά», κατηγορία που αργότερα θα οδηγούσε στην καταδίκη του με την κατηγορία της ομοφυλοφιλίας. Κανείς δεν γνώριζε ωστόσο ότι ο Τιούρινγκ ήταν ένας πρωτοπόρος, ιδιοφυής επιστήμονας, ο πατέρας των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ο οποίος κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχε καθοδηγήσει με επιτυχία μια ομάδα επιστημόνων «σπάζοντας» τον κώδικα της περίφημης γερμανικής μηχανής Enigma. Εκατομμύρια άνθρωποι οφείλουν τη ζωή τους στον Τιούρινγκ.
Σύμφωνα με την παραγωγή της ταινίας, το «Παιχνίδι της μίμησης» χρειαζόταν έναν ηθοποιό που θα μπορούσε να συνθέσει την ιδιοφυΐα του Τιούρινγκ με την ανθρωπιά αλλά και τα αρκετά συμπλέγματά του. Πολύ πριν η ταινία δρομολογηθεί, πριν καν ανατεθεί η σκηνοθεσία της στον Μόρτεν Τάιλντουμ, ο νορβηγός σκηνοθέτης είχε σκεφτεί ότι «ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς πρέπει να παίξει τον Αλαν Τιούρινγκ». «Νομίζω ότι ο Μπένεντικτ έχει αυτή τη μείξη ευαισθησίας και δύναμης που μπορούν να συγχρονιστούν για τη δημιουργία ενός πιστευτού κινηματογραφικού ήρωα» είπε ο Τάιλντουμ. «Εκτός από το ότι πιστεύεις στ’ αλήθεια ότι ο Μπένεντικτ έχει μετατραπεί σε Αλαν Τιούρινγκ, σίγουρα πιστεύεις ότι αυτός ο άνθρωπος που βλέπεις στην οθόνη έχει τη δυνατότητα να «κατεβάσει» αυτές τις μεγάλες ιδέες». Ο ίδιος ο Κάμπερμπατς «κυνήγησε» τον ρόλο διακαώς γιατί τον ενδιαφέρει πολύ η περίπτωση του Τιούρινγκ.

Ο Αλαν Τιούρινγκ απέφευγε τη δημοσιότητα (η οποία υπήρξε τελικά η καταδίκη του). Το ίδιο και ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς. Είναι μεν σταρ και το ξέρει –μετρά δύο εξώφυλλα του περιοδικού «Τime» σε διάστημα ενός μόλις χρόνου! -, δεν θέλει όμως να πέσει θύμα της δημοσιότητας. Δεν γουστάρει το πολύ το νταβαντούρι και δεν διστάζει να εκφράζει τη δυσαρέσκειά του. «Αντε να φωτογραφίσετε την Αίγυπτο για να δείξετε κάτι σημαντικό στον κόσμο» έγραφε η ταμπέλα με την οποία αντιμετώπισε έναν ιδιαιτέρως επίμονο παπαράτσι που τον παρενοχλούσε στα γυρίσματα ενός επεισοδίου του «Sherlock».
Η κίνηση δεν πέρασε απαρατήρητη από τα βρετανικά ΜΜΕ που έγραψαν λίβελους για τον ηθοποιό, μόνο και μόνο για να τον προκαλέσουν ακόμη περισσότερο και να επαναλάβει την κίνηση στο κέντρο του Λονδίνου. Τη δεύτερη φορά, βέβαια, οι πινακίδες έγραφαν προκλητικές ερωτήσεις επάνω σε θέματα δημοκρατίας, κυβερνητικής πολιτικής, δημοσιογραφίας και τη μάχη ανάμεσα στην ελευθερία και την ασφάλεια στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. «Αυτά είναι σημαντικά και πολυσύνθετα ερωτήματα για τα οποία οι απαντήσεις οφείλουν να είναι σαφείς και ξεκάθαρες» είπε αργότερα, προσθέτοντας: «Στόχος μου ήταν να προκαλέσω για να ανάψει το ντιμπέιτ».

Ενδεχομένως ο Κάμπερμπατς να μην έχει και τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και όπως κάθε Βρετανός που σέβεται τον εαυτό του έχει αυτοσαρκασμό και αίσθηση του χιούμορ. Λέει ότι το πρόσωπό του τού θυμίζει τον πλατύποδα Σιντ της «Εποχής των παγετώνων». Και δεν δείχνει να τον ενοχλεί (ή τουλάχιστον δεν το παραδέχεται) που μια μερίδα από τις αμέτρητες θαυμάστριές του αυτοαποκαλούνται «Cumberbitches».
Ο τρόπος αποφυγής του κόσμου που όταν αντιλαμβάνεται ποιος είναι μπορεί να μετατραπεί σε σμήνος βδελλών είναι πάντως ένα ζήτημα που απασχολεί τον Κάμπερμπατς. Ισως όχι τόσο την εποχή που τον συνάντησα για το «Αλογο του πολέμου», σήμερα όμως σίγουρα. «Αν επιλέξεις και εστιάσεις ένα σημείο πίσω από το πλήθος, τότε θα σε αντιμετωπίσουν σαν να μην τους βλέπεις και κατά κάποιον τρόπο γίνεσαι εσύ το εμπόδιο που θα πρέπει να αποφύγουν. Οσο πιο ψηλοί οι τοίχοι, τόσο πιο σκοτεινά τα παράθυρα, όσο μεγαλύτερα τα σκούρα γυαλιά, τόσο πιο εύκολα προκαλούν την προσοχή. Η καλύτερη μεταμφίεση είναι να είσαι αόρατος στην κοινή θέα».
Η ταινία «Το παιχνίδι της μίμησης» θα προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2015.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014