Η στυγερή δολοφονία του Παύλου Φύσσα δέκα χρόνια πριν, στις 18 Σεπτεμβρίου 2013, στο Κερατσίνι από τον καταδικασθέντα για ανθρωποκτονία από πρόθεση Ρουπακιά, μέλος της νεοναζιστικής κλίκας της Χρυσής Αυγής, μένει άσβεστη στην συλλογική μνήμη. Έγινε σύμβολο του αντιφασιστικού αγώνα και αποκάλυψε το πραγματικό, αποτρόπαιο πρόσωπο των φυσικών και ηθικών αυτουργών της εγκληματικής πράξης, συγκλονίζοντας τις δημοκρατικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις του τόπου.

Η δολοφονία του Φύσσα αποτέλεσε τομή στις πολιτικές εξελίξεις της ζοφερής εκείνης περιόδου και κινητοποίησε ευρύτατες δυνάμεις σε πολιτικό, θεσμικό και κοινωνικό επίπεδο επιταχύνοντας τις διαδικασίες για να αρχίσει το «ξήλωμα του πουλόβερ» της ανόδου του νεοφασιστικού ρεύματος που η οικονομική κρίση και η απαξίωση του πολιτικού συστήματος συνέβαλλαν καθοριστικά ώστε να έρθει στο προσκήνιο αποκτώντας κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.

Ήταν η εποχή που ένα «αγανακτισμένο» τμήμα της κοινωνίας ήθελε «αίμα στην αρένα» και «να καεί, να καεί, το μπ@@@@@λο η Βουλή», εναποθέτοντας τις «ελπίδες» του για εκδίκηση, στην πραγματικότητα τα αδιέξοδά του, στους χρυσαυγίτες. Το μαχαίρι του Ρουπακιά διέλυσε τις όποιες αυταπάτες έτρεφαν κάποιοι ως προς τον πραγματικό χαρακτήρα και τον ρόλο της εγκληματικής οργάνωσης. Ανέδειξε κυρίως το βαθύτερο πρόβλημα από την άνοδο των νεοφασιστικών και ρατσιστικών ιδεών, οι οποίες «είναι εδώ», ανάμεσά μας.

Η έντονη δραστηριότητα του Κασιδιάρη από τις φυλακές Δομοκού, η είσοδος των Σπαρτιατών στην Βουλή με «καύσιμο» τις ψήφους των οπαδών του άλλοτε Νο2 της Χρυσής Αυγής, τους οποίους εμπιστεύθηκαν 250.000 Έλληνες πολίτες, καταδεικνύουν ότι η ανθρωποκτονία Φύσσα μπορεί να θυμίζει το ειδεχθές πρόσωπο των νεοναζιστικών ακροδεξιών αντιλήψεων, ωστόσο δεν αρκεί από μόνη της για να νικηθεί η ρητορική του μίσους και της βίας, συγκεκαλυμμένη ή μη. Τέσσερις δεκαετίες πριν ο Μάνος Χατζηδάκις έγραφε: «Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν περιέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του».

Το αν αποτελεί συγκροτημένη ιδεολογία ή όχι είναι ένα ζήτημα που απασχολεί από παλιά τους πολιτικούς επιστήμονες. Σίγουρα, πάντως, έχει ιδεολογικά χαρακτηριστικά και πολιτική έκφραση, όσο βρίσκει ερείσματα στην κοινωνία, πλασάροντας τις ιδέες του κοινωνικού ρατσισμού, της ξενοφοβίας και της ομοφοβίας, της βίας και του ολοκληρωτισμού, του υπερεθνικισμού και της μισαλλοδοξίας.

Η καταδίκη

Η καταδίκη του δολοφόνου και των μελών του διευθυντηρίου της Χ.Α. και όσων ακόμα βρέθηκαν στο σκαμνί του κατηγορουμένου είτε για την ανθρωποκτονία του αντιφασίστα μουσικού Παύλου Φύσσα είτε για τα κακουργήματα που συνεκδικάστηκαν (απόπειρα ανθρωποκτονίας του Αιγύπτιου αλιεργάτη, Αμπουζίντ Εμπάρακ και απόπειρα ανθρωποκτονίας των στελεχών του ΚΚΕ και μελών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα αλλά και των δεκάδων ακόμα υποθέσεων που εξετάστηκαν από την εγκληματική δράση της οργάνωσης) ήταν μια νίκη της Δημοκρατίας και της κοινωνίας που σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τις ατομικές και συλλογικές δημοκρατικές ελευθερίες.

Και σίγουρα αποτελεί «πυξίδα» όχι μόνο στο επίπεδο των δημοκρατικών θεσμών ενός σύγχρονου κράτους δικαίου, αλλά και των αγώνων μιας κοινωνίας που σέβεται τον εαυτό της. Η κραυγή της μητέρας του Παύλου Φύσσα, Μάγδας, με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, ενώπιον των χιλιάδων διαδηλωτών που είχαν συγκεντρωθεί μπροστά στο δικαστικό μέγαρο, αναμένοντας την ετυμηγορία του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, συγκλονίζει μέχρι σήμερα: «Παύλο μου, νικήσαμε. Δικαιωθήκαμε! Τα κατάφερες γιε μου!». Ο απόηχος της ομόθυμης βούλησης για δικαίωση συναντά, δέκα χρόνια μετά, την θέση του αντιφασιστικού κινήματος «#ούτε_ βήμα _πίσω». «Ο νεοναζισμός δεν είναι θεωρία, σκέψη και αναρχία. Είναι μια παράσταση. Εσείς κι εμείς. Και πρωταγωνιστεί ο Θάνατος», όπως έλεγε ο Χατζηδάκις με τον μοναδικό του τρόπο.