Αβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, λέει η καθιερωμένη έκφραση, όταν σκέψεις ή συμπεριφορές, δικές μας ή των άλλων, μας τρομάζουν κάπως, γιατί μας φαίνονται τουλάχιστον αφύσικες. Αλλά και το κορμί, άβυσσος είναι κι αυτό, και ο άνθρωπος μοιάζει να αιωρείται μετέωρος ανάμεσα στη διπλή άβυσσο και να μην ξέρει από πού να πιαστεί για να κρατηθεί. Κι αυτό είναι η ζωή. Τι είναι φυσικό, τι είναι αφύσικο και, ακόμη πιο δύσκολο, τι ονομάζουμε φύση; Πού θα σταθείς για να την ορίσεις; Ή μήπως είναι άπειρη; Αλλά τότε δεν βλέπει κανείς σε τι διαφέρει από τον Θεό.
Η φύση και τα όριά της μοιάζουν να είναι το κεντρικό ερώτημα του μαρκήσιου Ντε Σαντ. Από τη σκοπιά αυτή, ο Σαντ είναι οπαδός του Διαφωτισμού, αλλά όχι πιστός οπαδός, γιατί ρωτάει από την άβολη μεριά, καθώς αρνείται τη συνδρομή της ψυχής και ζητάει τη βοήθεια του σώματος.
Θα βαδίσει το μονοπάτι της γνώσης με οδηγό τον επικίνδυνο αυτόν συνοδοιπόρο και η θεωρία του θα συγκροτηθεί γύρω από την παλιά και σχεδόν ξεχασμένη σημασία του όρου: το θέατρο, που ο Ντε Σαντ αγαπούσε με πάθος. Θεωρία τώρα πια είναι οι παραστάσεις του σώματος, που ξετυλίγουν μεθοδικά τις διαδρομές για την κατάκτηση της ηδονής ή, με άλλα λόγια, ένα είδος τεκμηριωμένης και λεπτομερούς εγκυκλοπαίδειας των ηδονών, κάτι σαν μίμηση της σύγχρονής του μεγάλης Εγκυκλοπαίδειας των Επιστημών και των Τεχνών που αφηγείται τις κατακτήσεις του Πνεύματος.
Μια θεωρία της γνώσης με οδηγό το σώμα και μια θεωρία της πράξης με οδηγό την ηδονή, ανατρέπουν, όπως είναι προφανές, την παραδοσιακή κλίμακα αξιών τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη. Η ηθική την οποία προκρίνουν δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την κοινωνία, η οποία στρέφεται με εξαιρετική βιαιότητα εναντίον των εμπνευστών της. Μάλλον έτσι εξηγείται το γεγονός ότι ο Ντε Σαντ πέρασε δεκατρία χρόνια της ζωής του στη φυλακή και πέθανε έγκλειστος σε τρελοκομείο, ενώ διώχθηκε από όλα τα καθεστώτα: Μοναρχία, Δημοκρατία, Αυτοκρατορία.
Το έργο του καταδικάστηκε στη σιωπή και τα Απαντά του δημοσιεύθηκαν στη Γαλλία μόλις το 1957, ύστερα από δύο πολύκροτες δίκες, παρ’ όλο που η σύγκριση με την ανθούσα ερωτική και πορνογραφική λογοτεχνία του 18ου αιώνα δεν κατατάσσει τα βιβλία του στα προκλητικότερα του είδους.
Γιατί λοιπόν τόσο μένος εναντίον του; Κατά πάσα πιθανότητα γιατί τόλμησε να υποστηρίξει ότι είναι «Ευτυχισμένο, χίλιες φορές ευτυχισμένο το έθνος, αρκετά φρόνιμο ώστε να κάνει τα πάθη του νόμους» και κυρίως γιατί στο έργο του Ντε Σαντ μπορεί να διακρίνει κανείς μια φιλοσοφική προοπτική, ίσως μάλιστα και μια φιλοσοφία, την οποία, για λόγους οικονομίας, θα επιχειρήσω να συνοψίσω σε ένα πρόβλημα και στη λύση του: τη σχέση επιθυμίας και ηδονής.
Ο Ντε Σαντ δεν βρίσκεται μακριά από εκείνους που υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος στην ουσία του είναι επιθυμία. Αλλά ακριβώς διακρίνει την επιθυμία από την ηδονή. Η επιθυμία, αυθόρμητη μορφή της ανθρώπινης συμπεριφοράς, είναι ένα είδος τυφλής αναζήτησης ικανοποιήσεων που συνδέονται με την απόκτηση αντικειμένων.
Τα αντικείμενα αυτά όμως είναι αιχμάλωτα των περιστάσεων και εμείς οι ίδιοι αιχμάλωτοί τους. Η ηδονή, αντίθετα, αποσπάται από τα αγοραία συμφέροντα, από τα τρόπαια, και ορίζεται «από την απόλαυση του εαυτού μας και όχι από την καταδίωξη ενός εξωτερικού αντικειμένου». Η επιθυμία αποκαθηλώνεται από την κυρίαρχη θέση που κατείχε και τίθεται, κατά κάποιον τρόπο, υπό περιορισμό. Αποτέλεσμα του ελέγχου είναι ο απλός κανόνας που διέπει την ηθική του Ντε Σαντ: αν θέλεις τη μέγιστη ηδονή, τιθάσευσε την επιθυμία σου. Από τη σκοπιά αυτή, ο γάλλος στοχαστής δεν διαφέρει πολύ από τους κλασικούς αμοραλιστές, αν είναι αλήθεια ότι όλοι τους διδάσκουν τον περιορισμό των επιθυμιών.
Εδώ μπορεί να εντοπιστεί ο παράδοξος χαρακτήρας ενός έργου που προτείνει την ηθική υπό το προσωπείο της ανηθικότητας. Μήπως αυτό εννοούσε ο Πασκάλ όταν υποστήριζε ότι η πραγματική φιλοσοφία περιπαίζει τη φιλοσοφία; Μήπως και η πραγματική ηθική περιπαίζει την ηθική;

Μια ζωή σε φυλακές
2 Ιουνίου 1740: Γεννιέται στο Παρίσι ο Ντονασιέν Αλφόνς Φρανσουά ντε Σαντ. Ο πατέρας του διήγε έκλυτο βίο και ήταν περιστασιακός ομοφυλόφιλος, ενώ η μητέρα του ήταν μια γυναίκα αδιάφορη, πολύ πληκτική, και ο γιος της πάντοτε τη μισούσε.
1754: Σε ηλικία 14 ετών γίνεται δεκτός στη στρατιωτική σχολή Ecole des Chevaux-legers.
1722: Μόλις κλείνει τα 18 συμμετέχει ενεργά στον Επταετή Πόλεμο, όπου διακρίνεται σε μάχη κοντά στον Ρήνο και παρασημοφορείται από τον ίδιο τον Λουδοβίκο ΙΕ’.
1763: Παντρεύεται, από συμφέρον, τη Ρενέ-Πελαζί ντε Μοντρέιγ με την οποία θα αποκτήσει τρία παιδιά.
1763: Στις 29 Οκτωβρίου ξεσπά το πρώτο σεξουαλικό σκάνδαλο με μια πόρνη ονόματι Ζαν Τεστάρ. Συλλαμβάνεται με εντολή του βασιλιά και οδηγείται στο φρούριο του Βενσέν, το οποίο θα αποτελέσει την πρώτη φυλακή του.
1771: Συμβαίνει το πιο γνωστό ίσως επεισόδιο στο εγκληματικό ιστορικό του: η «υπόθεση της Μασσαλίας», γνωστή και ως «η υπόθεση με τα σοκολατάκια με ισπανική μύγα (κανθαριδίνη)». Οι κατηγορίες πολύ σοβαρές: δηλητηρίαση και σοδομισμός.
1784: Κλείνει η φυλακή της Βενσέν και ο Ντε Σαντ μεταφέρεται στο φρούριο της Βαστίλλης. Πήρε μαζί του το τελειωμένο σύντομο έργο «Διάλογος μεταξύ ιερέα και μελλοθανάτου», ένα δυνατό εγκώμιο υπέρ του αθεϊσμού, και τα πρώτα προσχέδια του πιο γνωστού και δυσφημισμένου από τα έργα του, το «120 μέρες στα Σόδομα».
1814: Πεθαίνει στις 2 Δεκεμβρίου, παρουσία του γιου του Κλοντ-Αρμάν που είχε πάει να τον επισκεφθεί στο Σαραντόν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ