Υπέγραψε στ’ αλήθεια ο Νικίτα Χρουστσόφ την επίσημη διαταγή της δολοφονίας του Ρούντολφ Νουρέγεφ λίγο μετά την αυτομόληση του νεαρού, τότε, σοβιετικού χορευτή στη Δύση το 1961; Η καταφατική απάντηση στην οποία κατέληξε ο ιστορικός και δημοσιογράφος Πίτερ Γουότσον έχοντας μελετήσει τα σχετικά αρχεία της KGB δεν μπορεί παρά να σοκάρει. Ωστόσο, στην εποχή του ήταν μάλλον κοινό μυστικό. Χαρακτηριστική η αφήγηση της θρυλικής μπαλαρίνας Μάγιας Πλισέτσκαγια σε ένα από τα βιβλία της, όπου περιγράφει τον τρόμο που ένιωσε στη δεύτερη περιοδεία της στις ΗΠΑ το 1962 όταν δέχτηκε στο ξενοδοχείο την επίσκεψη αξιωματούχων των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών οι οποίοι τη ρώτησαν τι θα έκανε σε περίπτωση που ο Νουρέγεφ ερχόταν σε επαφή μαζί της, δείχνοντας ότι γνωρίζουν πως αυτό είχε κιόλας συμβεί. «Φοβήθηκα μέχρι θανάτου» γράφει η Πλισέτσκαγια καθώς στους κύκλους των χορευτών κυκλοφορούσε έντονα η φήμη ότι η KGB θα σκηνοθετούσε κάποιο «ατύχημα» προκειμένου να λιώσει τα πόδια του θρυλικού χορευτή.
Γκρέμισε τείχη


Ευτυχώς, τίποτε από όλα αυτά δεν συνέβη. Ο Νουρέγεφ διέγραψε μια υπέρλαμπρη διαδρομή στη Δύση ως χορευτής και χορογράφος, έγινε πραγματικό είδωλο με τη φήμη του να υπερβαίνει κατά πολύ τα στενά όρια του κόσμου της τέχνης του, συνεργάστηκε με τους κορυφαίους ομότεχνούς του με προεξάρχουσα τη θρυλική παρτενέρ του Μαργκότ Φοντέιν στην οποία κυριολεκτικά χάρισε μια δεύτερη μεγάλη καριέρα, δοκίμασε τις δυνάμεις του στον κινηματογράφο αλλά και στη διεύθυνση ορχήστρας… Πάνω απ’ όλα, όμως, άλλαξε τις ίδιες τις νόρμες του χορού: αναβάθμισε τον ρόλο του άνδρα χορευτή ο οποίος ως τότε ήταν απλώς υποστηρικτικός στις γυναίκες πρωταγωνίστριες, ενώ μια ακόμη σημαντική επίδρασή του ήταν ότι υπήρξε πρωτοπόρος στο γκρέμισμα των τειχών μεταξύ κλασικού μπαλέτου και μοντέρνου χορού.
Ο Ρούντολφ Χαμέτοβιτς Νουρέγεφ γεννήθηκε σε ένα βαγόνι του υπερσιβηρικού σιδηροδρόμου κοντά στην πόλη Ιρκούτσκ, ενώ η μητέρα του ταξίδευε στο Βλαδιβοστόκ, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε στον Κόκκινο Στρατό. Ηταν το τέταρτο και τελευταίο παιδί μιας ταταρικής, μουσουλμανικής το θρήσκευμα οικογένειας, η οποία είχε ακόμη τρία κορίτσια. Λάτρεψε τον χορό όταν η μητέρα του τον συνόδευσε σε μια παράσταση μαζί με τις αδελφές του και αποφάσισε να ασχοληθεί σοβαρά, παρά το ότι ο πατέρας του είχε αντιρρήσεις. Εγινε δεκτός στο Μπαλσόι της Μόσχας, όμως ο ίδιος επέλεξε το συγκρότημα Κίροφ του τότε Λένινγκραντ, όπου σπούδασε στην ιστορική Ακαδημία Βαγκάνοβα.
Στη διάρκεια των τριών χρόνων που παρέμεινε στο Κίροφ (νυν Μαριίνσκι), ο Νουρέγεφ ερμήνευσε 15 ρόλους, κατάφερε να γίνει ένας από τους γνωστότερους χορευτές της ΕΣΣΔ ενώ του επετράπη να ταξιδέψει και στο εξωτερικό. Γρήγορα όμως ο επαναστατικός του χαρακτήρας και η απροθυμία του να συμμορφωθεί με τους επίσημους κώδικες συμπεριφοράς στάθηκαν αιτία να του απαγορευθούν οι εμφανίσεις εκτός συνόρων.
Φυγή στη Δύση


Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 όμως, και ενώ τα μπαλέτα Κίροφ προετοίμαζαν μια ευρωπαϊκή περιοδεία στην οποία οι σοβιετικοί αξιωματούχοι έδιναν μεγάλη σημασία, η τύχη στάθηκε με το μέρος του. Ο κορυφαίος χορευτής των Κίροφ Κονσταντίν Σεργκέγιεφ, ο οποίος επρόκειτο να λάβει μέρος στην περιοδεία, τραυματίστηκε και τον αντικατέστησε ο Νουρέγεφ, ο οποίος την εποχή εκείνη είχε εξελιχθεί σε πραγματικό σταρ στη χώρα του. Στο Παρίσι οι εμφανίσεις του προκάλεσαν τεράστια αίσθηση κι όμως, παρά την επιτυχία του, ο αντισυμβατικός χαρακτήρας του στάθηκε για μια ακόμη φορά αιτία να προσπαθήσουν οι σοβιετικές μυστικές υπηρεσίες να τον στείλουν πίσω εσπευσμένως χρησιμοποιώντας διάφορα τεχνάσματα στα οποία ο ίδιος δεν υπέκυψε. Στις 16 Ιουνίου 1961 αυτομόλησε στο Παρίσι και μια εβδομάδα, μόλις, αργότερα, υπέγραψε συμβόλαιο με τα Μεγάλα Μπαλέτα του Μαρκησίου ντε Κουέβας.
Η αυτομόληση του Νουρέγεφ στη Δύση προκάλεσε την μήνιν των σοβιετικών αρχών. Επί σειρά ετών και παρά τις πολλές αιτήσεις που έκανε προκειμένου να επισκεφθεί τη μητέρα του, του απαγορευόταν η είσοδος στη χώρα. Δεν του επετράπη να επιστρέψει παρά μόλις το 1987, με τη συναίνεση του τότε ηγέτη της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, όταν η μητέρα του βρισκόταν στα πρόθυρα του θανάτου. Δύο χρόνια αργότερα προσκλήθηκε να χορέψει στο Κίροφ και με την ευκαιρία αυτή είχε τη δυνατότητα να δει ξανά, για πρώτη φορά μετά την αυτομόλησή του, αγαπημένους του συγγενείς, φίλους και συνεργάτες.
«Θρησκεία…»


Στη διάρκεια της καριέρας του στη Δύση συνδέθηκε ιδιαίτερα με το Βασιλικό Μπαλέτο του Λονδίνου μέσω της θρυλικής συνεργασίας του με τη Μαργκότ Φοντέιν ενώ από το 1983 ως το 1989 διετέλεσε διευθυντής της Οπερας του Παρισιού, κατορθώνοντας να βγάλει το συγκρότημα από μια σκοτεινή περίοδο. Κατά καιρούς συνεργάστηκε με το Βασιλικό Μπαλέτο της Σουηδίας, το Μπαλέτο της Σκάλας του Μιλάνου, το Μπαλέτο του Βερολίνου κ.ά.
Στην προσωπική του ζωή ο Νουρέγεφ ουδέποτε έκρυψε την ομοφυλοφιλία του –πέθανε από AIDS στις 6 Ιανουαρίου 1993 και ετάφη στο ρωσικό κοιμητήριο του Παρισιού –αν και στα νεανικά του χρόνια είχε κάποιες επαφές και με γυναίκες τις οποίες, όμως, αργότερα, περιέγραφε ως «βαρετές». Παρά τις φήμες που έχουν κατά καιρούς δει το φως της δημοσιότητας για τη σχέση του με την –κατά 19 χρόνια μεγαλύτερή του –Φοντέιν, και οι δυο τους είχαν κατ’ επανάληψη δηλώσει πως, παρά τη βαθιά αγάπη που τους ένωνε, τα «πυροτεχνήματα» μεταξύ τους υπήρχαν μόνο επί σκηνής. «Το αίσθημα είναι ωραίο» συνήθιζε να λέει ο Νουρέγεφ. «Το δικό μου αίσθημα, όμως, είναι ο χορός. Σημαίνει τα πάντα για μένα. Είναι το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μου. Είναι σαν θρησκεία…».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ