Ο γάλλος πολιτικός Ρομπέρ Σουμάν γεννήθηκε στο Λουξεμβούργο, πατρίδα της μητέρας του, όπου και ήταν εγκατεστημένη η οικογένειά του. Ο πατέρας του ήταν από τη Λωρραίνη.



Ο Σουμάν σπούδασε Νομικά στο Μετς, στη Βόννη και στο Στρασβούργο. Μετά το πέρας των σπουδών του, το 1912 εγκαταστάθηκε στο Μετς, όπου εργάστηκε ως δικηγόρος. Το γεγονός ότι επέλεξε για να σταδιοδρομήσει την πρωτεύουσα της Λωρραίνης, που μετά την ήττα της Γαλλίας στον γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1871 ανήκε, όπως και η Αλσατία, στη Γερμανία, έκανε τον στρατηγό Κάρολο ντε Γκωλ να πει την περίφημη φράση: «Ο Σουμάν… Αυτός είναι Γερμαναράς, καλός Γερμαναράς αλλά Γερμαναράς».


Κατά τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-18), ως γερμανός υπήκοος, ο Σουμάν τοποθετήθηκε σε βοηθητική υπηρεσία του γερμανικού στρατού. Αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου, εμφορούμενος από τις ιδέες του κοινωνικού καθολικισμού, εγκαινίασε πολιτική σταδιοδρομία στη Γαλλία, στην οποία άλλωστε αποδόθηκαν τότε η Αλσατία και η Λωρραίνη. Το 1919, υπό τη σημαία της Δημοκρατικής Ενωσης της Λωρραίνης, εκλέχθηκε βουλευτής ως μετριοπαθής συντηρητικός και παρέμεινε μέλος του κοινοβουλίου ως το 1940. Υποστήριξε τη συμφιλιωτική πολιτική των κυβερνήσεων του Αριστίντ Μπριάν υπέρ της Κοινωνίας των Εθνών και της διεθνούς διαιτησίας αλλά το όνομά του δεν εμφανίζεται μεταξύ των υπερμάχων της γαλλογερμανικής προσέγγισης.


Παρανομία και Αντίσταση


Με την εκδήλωση των επεκτατικών βλέψεων του Αδόλφου Χίτλερ κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1930 ο Σουμάν προσχώρησε στο πνεύμα του κατευνασμού του γερμανού δικτάτορα και τάχθηκε υπέρ της Συμφωνίας του Μονάχου του 1938. Υπήρξε επίσης θαυμαστής του Φρανσίσκο Φράνκο, αν και φαίνεται ότι αυτά τα αισθήματά του οφείλονταν κυρίως στη θετική στάση του ισπανού δικτάτορα απέναντι στην Καθολική Εκκλησία.


Το 1940, με την κατάρρευση της Γαλλίας κατά τον B´ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Σουμάν ψήφισε υπέρ της παραχώρησης εκτάκτων εξουσιών στον πρωθυπουργό στρατάρχη Ανρί Φιλίπ Πετέν, ο οποίος συνθηκολόγησε με τη Γερμανία και ηγήθηκε του δοσιλογικού καθεστώτος του Βισύ. Παρ’ όλα αυτά, ο Σουμάν έτρεφε έκδηλη εχθρότητα προς τους ναζιστές και καταδίκαζε ανεπιφύλακτα τον ρατσισμό και τον αντισημιτισμό τους.


Τον Σεπτέμβριο του 1940, στην κατεχόμενη Γαλλία, η Γκεστάπο, η γερμανική μυστική αστυνομία, συνέλαβε και φυλάκισε τον Σουμάν, ο οποίος το 1942 δραπέτευσε για να ζήσει έκτοτε στην παρανομία αναπτύσσοντας αντιστασιακή δράση ως την απελευθέρωση της Γαλλίας το 1944.


Τον ίδιο χρόνο (1944) ο Σουμάν συνεργάστηκε στην ίδρυση καθολικού κόμματος με την ονομασία Λαϊκό Δημοκρατικό Κίνημα και το 1945 εξελέγη βουλευτής του. Εξακολούθησε να εκλέγεται βουλευτής συνεχώς ως το 1962.


H πρώτη κυβερνητική θέση την οποία κατέλαβε ο Σουμάν ήταν του υπουργού Οικονομικών, από τον Ιούλιο ως τον Νοέμβριο του 1946. Ακολούθησαν και άλλες: το 1947 και το 1948 διετέλεσε πρωθυπουργός, από τον Ιούλιο του 1948 ως τον Δεκέμβριο του 1952 ήταν υπουργός Εξωτερικών και το 1955-56 υπουργός Δικαιοσύνης.


Ενα Σχέδιο με συνέπειες


Εξαιτίας της «γερμανικής» προφοράς του – που ήταν στην πραγματικότητα προφορά Λουξεμβούργου – ο Σουμάν ουδέποτε υπήρξε ιδιαίτερα αγαπητός στους Γάλλους. Ηταν όμως πολιτικός που έβλεπε μακριά. Υπήρξε ένας από τους πρώτους που πίστεψαν στην ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και αγωνίστηκε με ζήλο και αφοσίωση για την υλοποίησή της.


Ο Σουμάν ανέπτυξε τις ευρωπαϊκές ιδέες του την εποχή της θητείας του στο υπουργείο Εξωτερικών. Ηταν πεπεισμένος για την ανάγκη της γαλλογερμανικής συμφιλίωσης και οι απόψεις του συνάντησαν ευήκοον ους στον ομοϊδεάτη του χριστιανοδημοκράτη καγκελάριο της τότε Δυτικής Γερμανίας Κόνραντ Αντενάουερ.


Οι απόψεις αυτές βρήκαν την πρακτική έκφρασή τους στο λεγόμενο Σχέδιο Σουμάν της 9ης Μαΐου 1950, όπου προτεινόταν η συνένωση των βιομηχανιών άνθρακα και χάλυβα της Γαλλίας και της Γερμανίας με δυνατότητα συμμετοχής και άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Ο Αντενάουερ δέχθηκε ευχαρίστως την πρόταση του Σουμάν και τις λεπτομέρειες του σχεδίου επεξεργάστηκε ο οικονομολόγος Ζαν Μονέ, στενός συνεργάτης του Σουμάν και επίσης αφοσιωμένος ευρωπαϊστής.


Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία, το 1952, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα, στην οποία, εκτός από τη Γαλλία και τη Γερμανία, εντάχθηκαν επίσης η Ιταλία και οι χώρες της Μπενελούξ (Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο). Πρώτος πρόεδρος της EKAX τοποθετήθηκε ο Ζαν Μονέ.


Τον Ιούνιο του 1955 συναντήθηκαν στη Μεσσήνη της Ιταλίας οι υπουργοί Εξωτερικών των χωρών της EKAX και ζήτησαν από τον βέλγο υπουργό Πολ-Ανρί Σπάακ να εξετάσει τη δυνατότητα επέκτασης της υφιστάμενης κοινότητας σε οικονομική ένωση βασισμένη στο ελεύθερο εμπόριο, στην κοινή κοινωνική και χρηματοδοτική πολιτική, στην κατάργηση των εμπορικών περιορισμών και στην ελευθερία κίνησης του κεφαλαίου και της εργασίας. Οι προτάσεις του Σπάακ απετέλεσαν τη βάση της Συνθήκης της Ρώμης του 1957, με την οποία τον επόμενο χρόνο γεννήθηκε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.


Ο Σουμάν δεν έπαιξε άμεσα ρόλο στην επεξεργασία της Συνθήκης της Ρώμης και δεν υπάρχει εκεί η υπογραφή του. Είναι γεγονός όμως ότι η EKAX, το πνευματικό του τέκνο, υπήρξε ο θεμέλιος λίθος του πρώτου θεσμού προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση.


Συμφιλίωση, ενότητα, ισχύς


Το πώς σκεπτόταν ο Σουμάν αναφορικά με αυτή τη διαδικασία εκτίθεται καθαρά στο ακόλουθο απόσπασμα από τα απομνημονεύματά του:


«Οι Ευρωπαίοι θα σωθούν αν έχουν συνείδηση της αλληλεγγύης τους απέναντι στον κοινό κίνδυνο… Οι τωρινοί φόβοι θα είναι η άμεση αιτία της ευρωπαϊκής ενοποίησης αλλά δεν θα είναι ο λόγος ύπαρξής της. Ανάλογα με τις περιστάσεις που θα περιβάλλουν τη δημιουργία της, η Ευρώπη θα είναι λιγότερο ή περισσότερο πλήρης. Αραγε θα είναι ποτέ πλήρης; Αυτό κανένας δεν μπορεί να το πει. Αλλά δεν είναι λόγος για να καθυστερήσει η προσπάθεια για την επίτευξη της ενοποίησης. H δράση είναι καλύτερη από την παραίτηση και η επιθυμία για τελειότητα είναι φτωχή δικαιολογία για την αδράνεια.


Αυτή η ιδέα της συμφιλιωμένης, ενωμένης και ισχυρής Ευρώπης ας γίνει τώρα το σύνθημα της νέας γενιάς η οποία επιθυμεί να υπηρετήσει μιαν ανθρώπινη φυλή που έχει τελικά αποτινάξει τα δεσμά του μίσους και του φόβου και που μαθαίνει για μία ακόμη φορά, ύστερα από συρράξεις που φαίνονταν ατελείωτες, τι σημαίνει χριστιανική αδελφοσύνη».


Μια άλλη πλευρά της ενοποίησης της Ευρώπης την οποία υποστήριξε ο Σουμάν ήταν η δημιουργία κοινού αμυντικού συστήματος, δηλαδή ευρωπαϊκού στρατού. Αλλά η απόπειρα για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας προσέκρουσε στη γαλλική αντίδραση και ναυάγησε, πράγμα που οδήγησε και στην πτώση του Σουμάν.


Αποχωρώντας από την εσωτερική πολιτική σκηνή της Γαλλίας ο Σουμάν είχε θέσει τα θεμέλια της ευρωπαϊκής ενοποίησης αλλά άφηνε τη χώρα του στα πρόθυρα σοβαρών κρίσεων, του πολέμου της Ινδοκίνας και του προβλήματος της Αλγερίας.


Το 1958 ο Σουμάν εκλέχθηκε πρόεδρος του κοινοτικού οργάνου που σήμερα είναι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, του οποίου παρέμεινε μέλος ως λίγο πριν από τον θάνατό του.


ΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΩΑΝΝΑ ΖΟΥΛΑ