Χωρίς αποζημίωση όσοι επλήγησαν από το PSI
Πώς η χώρα οδηγήθηκε στην αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους-«μαμούθ» που έφτασε τα 106 δισ. ευρώ – Οι αποφάσεις και το παρασκήνιο
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Το φθινόπωρο του 2009 η χώρα οδεύει αμέριμνη σε πρόωρες εκλογές. Λίγους μήνες νωρίτερα η κατάρρευση της Lehman Brothers και το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης είχαν σημάνει συναγερμό για το ενδεχόμενο μιας ελληνικής χρεοκοπίας στα στρατηγεία κορυφαίων επενδυτικών οίκων στα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά κέντρα του κόσμου. Στην Αθήνα όμως, παρά τις προειδοποιήσεις του τότε διοικητή της ΤτΕ Γιώργου Προβόπουλου, υπάρχει η αίσθηση ότι η Ελλάδα είναι θωρακισμένη. Βασικό επιχείρημα αυτής της εκτίμησης είναι ότι η εγχώρια αγορά στηρίζεται στον δημόσιο τομέα και όχι στον ιδιωτικό, τον οποίο κατά βάση επηρεάζει η διεθνής αναταραχή.
Ο απερχόμενος πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής έπειτα από 5 χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας κατά τη διάρκεια των οποίων το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 110 δισ. ευρώ και το πρωτογενές έλλειμμα έχει εκτοξευτεί σε απαγορευτικά επίπεδα, προσέρχεται στη μάχη των εκλογών με κεντρικό σύνθημα το νοικοκύρεμα των δημόσιων οικονομικών, εξαγγέλλοντας πάγωμα στους μισθούς και στις συντάξεις για τουλάχιστον μία διετία και περικοπές δαπανών.
Το «λεφτά υπάρχουν»
Ο βασικός του αντίπαλος, πρόεδρος του ΠαΣοΚ Γιώργος Παπανδρέου, υπόσχεται επεκτατική δημοσιονομική πολιτική για την αντιμετώπιση του προβλήματος ώστε η χώρα να μην κυλήσει στην ύφεση. Το «λεφτά υπάρχουν» αποτελεί το βασικό μήνυμα που ηθελημένα ή μη περνά στο εκλογικό σώμα. Η νίκη του τον Οκτώβριο του 2009 είναι εμφατική, με τη διαφορά από τη δεύτερη Νέα Δημοκρατία να φτάνει τις 10 μονάδες.
Ο νέος πρωθυπουργός, παρά τις προτροπές που δέχεται από εγχώριους και ξένους παράγοντες, ότι θα πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα για να αντιμετωπιστεί ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός, δείχνει να μην αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο. Ενδεικτικό είναι ότι με μία από τις πρώτες του κινήσεις επιβάλλει έκτακτη εισφορά στις επιχειρήσεις για να τη μοιράσει σε οικονομικά αδύναμους.
Την ίδια στιγμή, στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, υπό την πίεση και των αγορών, καθώς τα spreads των ομολόγων διευρύνονται, η προετοιμασία για μια ελληνική στάση πληρωμών έχει ήδη ξεκινήσει. Ετσι, στις αρχές του 2010 δημιουργείται ένας μηχανισμός στήριξης. Οι μεγαλύτερες τράπεζες της ευρωζώνης έχουν σημαντική έκθεση στην Ελλάδα και ενδεχόμενη άτακτη χρεοκοπία της αποτελεί συστημικό κίνδυνο για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Επίσημα εκτός αγορών
Τελικώς, δεν χρειάστηκε να περάσουν παρά μερικές εβδομάδες για να ενισχυθούν τα επιτόκια των κρατικών τίτλων σε μη βιώσιμα επίπεδα και η χώρα να τεθεί και επισήμως εκτός αγορών. Ο κ. Παπανδρέου με διάγγελμά του από το Καστελλόριζο ενημερώνει τον ελληνικό λαό ότι θα ζητήσει επισήμως βοήθεια από τους εταίρους στην ΕΕ. Τα χρήματα ωστόσο συνοδεύονται από το πρώτο μνημόνιο, που έχει τη σφραγίδα του ΔΝΤ. Οι αγορές, αν και ηρεμούν προς το παρόν, παραμένουν σε επιφυλακή.
Το πολιτικό σύστημα όμως δεν έχει αντιληφθεί την κρισιμότητα της κατάστασης. Από τη μία πλευρά η κυβέρνηση κωλυσιεργεί στην εφαρμογή συμφωνηθέντων μεταρρυθμίσεων φοβούμενη το πολιτικό κόστος και από την άλλη η αξιωματική αντιπολίτευση υπό τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας Αντώνη Σαμαρά επιδίδεται σε αντιμνημονιακό αγώνα, ζητώντας άλλη συνταγή για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Το αναπόφευκτο κούρεμα
Στη διεθνή επενδυτική κοινότητα έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι τα νούμερα δεν βγαίνουν και ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά την κατάσταση. Η ζημιά για τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα περιορίζεται μέσω των αποπληρωμών ομολόγων που γίνονται από το πρώτο πακέτο στήριξης και πλέον το στοίχημα για τη γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ που ηγείται των προσπαθειών αντιμετώπισης της κρίσης αποτελεί η προστασία της ευρωζώνης διά της διάσωσης της Ελλάδας.
Ετσι, οι ευρωπαίοι ηγέτες αποφασίζουν πως είναι απαραίτητη η πρώτη και τελευταία, όπως ξεκαθαρίζουν εξ αρχής, αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους κράτους-μέλους της. Το καλοκαίρι του 2011 προωθείται το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων κατά 21%. Πρόκειται για μια ήπια προσαρμογή που εκτιμάται ότι δεν θα προκαλέσει σημαντικές αναταράξεις. Ωστόσο, δεν αργεί η αναθεώρησή της. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς προκρίνουν μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στο δεύτερο πρόγραμμα διάσωσης της χώρας.
Το τελικό deal
Στην Αθήνα, υπό το βάρος των κοινωνικών αντιδράσεων και μετά την πρωτοβουλία του κ. Παπανδρέου τον Οκτώβριο του 2011 για διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το δεύτερο μνημόνιο, το οποίο τελικώς ακυρώνεται υπό τον κίνδυνο κατάρρευσης της εμπιστοσύνης, ο πρωθυπουργός παραιτείται. Στη θέση του με τη στήριξη ΠαΣοΚ, ΝΔ και ΛΑΟΣ τοποθετείται ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης Λουκάς Παπαδήμος. Αποστολή του να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους για το κούρεμα του ελληνικού χρέους και το νέο πακέτο στήριξης.
Η συμφωνία επιτυγχάνεται τον Φεβρουάριο του 2012 και προβλέπει κούρεμα 53,50% επί της ονομαστικής αξίας των ομολόγων. Εναν μήνα μετά το εγχείρημα ολοκληρώνεται με απόλυτη επιτυχία. Χρέος 106 δισ. ευρώ διαγράφεται. Από αυτό τα 30 δισ. ευρώ πλήττουν τις ελληνικές τράπεζες, που ωστόσο αναπληρώνουν τη ζημιά μέσω του δανείου της τρόικας, προς διάσωση των καταθέσεων, τα 14 δισ. ευρώ τα ασφαλιστικά ταμεία και το 1 δισ. ευρώ περίπου εγχώρια φυσικά πρόσωπα. Τα υπόλοιπα ζημιώνουν ξένες τράπεζες, funds, συνταξιοδοτικά ταμεία άλλων χωρών και αλλοδαπούς ιδιώτες επενδυτές.
Τίτλοι τέλους στις αγωγές των ομολογιούχων
Η ανταλλαγή των ομολόγων με νέα, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης χρέους του 2012, ήταν εθελοντική. Ωστόσο, μέσω του μηχανισμού των ρητρών συλλογικής δράσεως (CAC) προβλεπόταν η καθολική συμμετοχή των ομολογιούχων, υπό την προϋπόθεση της συμφωνίας με την πλειονότητά τους. Τελικώς, περισσότεροι από το 95% των πιστωτών αποδέχθηκαν την προσφορά που τους έγινε, ανοίγοντας με αυτόν τον τρόπο τον δρόμο για την ελάφρυνση του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Κάποιοι όμως από αυτούς αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους στο PSI και όταν αυτό ολοκληρώθηκε, αφού υπέστησαν τις υποχρεωτικές ζημιές, στράφηκαν εναντίον της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για αποζημίωση. Συγκεκριμένα, με κοινή αγωγή τους τρεις κάτοικοι Γερμανίας ζήτησαν τις εξής αποζημιώσεις: ο F. Steinhoff 314.000 ευρώ, ο E. Filbry 54.950 ευρώ και ο W. Bäcker 303.795 ευρώ. Στην ίδια νομική διεκδίκηση συμμετείχαν και δύο γερμανικές εταιρείες. Πρόκειται για τη Vereinigte Raiffeisenbanken που ζητούσε 2.355.000 ευρώ και την EMB Consulting με απαίτηση 750.460 ευρώ.
Πλήρωσαν και τα δικαστικά έξοδα
Δεν κατάφεραν ωστόσο να κερδίσουν τίποτα. Στις 23 Μαΐου 2019 το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ δικαίωσε την ΕΚΤ, απέρριψε την προσφυγή των εναγόντων και τους υποχρέωσε να πληρώσουν και τα δικαστικά έξοδα.
Σύμφωνα με τη σχετική απόφαση, «η επέκταση του PSI στους ομολογιούχους που δεν συμφώνησαν ανταποκρίνεται στον σκοπό γενικού συμφέροντος που συνίσταται στη διασφάλιση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος». Επιπλέον, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι «δεν υπάρχει κανένα στοιχείο το οποίο να αποδεικνύει ότι η ΕΚΤ διέπραξε κατάφωρη παραβίαση του δικαίου της Ενωσης».
Με τον τρόπο αυτόν κλείνει και τυπικά το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, το οποίο, παρά τα προβλήματα που δημιούργησε σε τράπεζες και Ταμεία, έχει σημαντική συμβολή στην εξυγίανση των δημοσιονομικών μεγεθών και στην επιστροφή της χώρας σε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς. Επόμενο στοίχημα αποτελεί αναμφίβολα η επιστροφή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για την ταχύτερη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ.

