«Βρίσκομαι σε μια από τις πιο δημιουργικές συνθήκες»
Η ηθοποιός μιλάει στο «Βήμα της Κυριακής» για τη συμμετοχή της στη νέα σειρά του Mega «Σχεδόν ενήλικες» που προβάλλεται κάθε Πέμπτη στις 21.00
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Είναι μια ηθοποιός αξιώσεων που έχει διαγράψει τη δική της πορεία στο θέατρο, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Δεν της αρέσει να μιλάει πολύ, αφήνει τους άλλους και τη δουλειά της να μιλήσουν για εκείνη. Μέχρι σήμερα δεν την έχουμε συναντήσει σε κάποιον κωμικό ρόλο στη μικρή οθόνη. Εφέτος το τολμά μέσα από την καινούργια σειρά του Μεγάλου Καναλιού «Σχεδόν ενήλικες» που υπογράφει η Μυρτώ Κοντοβά.
Εδώ και λίγες ημέρες η Θεοδώρα Τζήμου είναι η «Νικόλ», στυλίστρια σε editorial μόδας περιοδικών και DJ, μεγάλη μορφή στα clubs της προ κρίσης Αθήνας, ξανθιά και μοιραία, με σχέσεις που δεν στέριωσαν, με ζωή γεμάτη χορό και απίθανα πάρτι με απίθανα ρούχα. Το σχέδιό της να ακολουθήσει τον αγαπημένο της στο Βερολίνο καταρρέει με απίστευτο τρόπο, παρασύροντας και τους άλλους τρεις «Σχεδόν ενήλικες» (Γιάννη Στάνκογλου, Μάκη Παπαδημητρίου και Γιώργο Παπαγεωργίου) σε μια μεγάλη περιπέτεια με απάτες, μπράβους, εκβιασμούς, εγκλήματα και χαμένους θησαυρούς.
Πρώτη φορά σε κωμικό ρόλο
και πρώτη φορά στο Mega.
Τι σας έκανε να πείτε το «ναι»
σε αυτή τη συνεργασία;
«Το κείμενο, οι συνεργάτες και γενικά όλη η συνθήκη. Εκτιμώ ιδιαίτερα τη Μυρτώ Κοντοβά, με την οποία έχω ξαναδουλέψει. Θεωρώ ότι η δουλειά αυτή έχει ανεβάσει αρκετά ψηλά τον πήχη σε σχέση με αυτό που θεωρείται τηλεοπτικό στην Ελλάδα και από οτιδήποτε άλλο έχω συναντήσει μέχρι τώρα. Οχι μόνο για τη μετά την κρίση εποχή αλλά γενικότερα».
Ποια είναι η Νικόλ;
«Αν και δυσκολεύομαι να μιλάω για τα πρόσωπα που υποδύομαι, γιατί ξαφνικά σκέφτομαι ότι αυτό που λέω δεν είναι πάντα αρκετό, αυτό όμως που μπορώ να πω για τη Νικόλ και για αυτή την παρέα είναι ότι μέσα σε μια στυγνή πραγματικότητα αυτοί οι άνθρωποι, στα 40 τους, αντιμετωπίζουν τη ζωή με ένα πείσμα παιδιού. Δηλαδή μένουν πεισματικά σε μια μη ώριμη συνάντηση με την πραγματικότητα».
Είναι χαρακτήρες που συναντάμε γύρω μας;
«Προσωπικά θεωρώ ότι έχω πάρα πολλά κοινά με αυτή την παρέα. Νομίζω ότι χαρακτηρίζουν και μια ολόκληρη γενιά. Εκείνη των 90s που αρνούνται να μεγαλώσουν. Αυτό έχει και τα θετικά και τα αρνητικά του. Θεωρώ ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι έχουν μια αδυναμία στο να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα, ενώ ας πούμε ένα νέο πλάσμα, αυτή την εποχή, θεωρώ ότι ανταποκρίνεται πιο εύκολα στο πραγματικό κομμάτι της πραγματικότητας».
Πώς συνδέεται η Νικόλ με τους υπόλοιπους «Σχεδόν ενήλικες»;
«Είναι από αυτές τις παρέες που γνωρίζονται χρόνια σε μια Αθήνα (όπως τη θυμόμαστε παλιά), σε μια αίγλη διασκέδασης, σε μια τρέλα. Οπου ο καθένας έχει πάρει τον δρόμο του και παρ’ όλ’ αυτά υπάρχουν αυτές οι οικογενειακές στενές σχέσεις μεταξύ τους. Για εμένα σημασία έχει ότι είναι μια παρέα που υφίσταται ακόμα, και ας έχει περάσει μια 20ετία. Στην πορεία θα προκύψουν διάφορες ιστορίες από το παρελθόν».
Τι αγαπήσατε περισσότερο σε εκείνη;
«Την αφέλεια με την οποία αντιμετωπίζει τα πράγματα σε ό,τι έχει να κάνει με το πρακτικό κομμάτι της ζωής. Νομίζω ότι με έναν τρόπο το έχω και εγώ σαν χαρακτηριστικό. Αρκετά μάλιστα».
Πώς είναι το κλίμα στα γυρίσματα;
«Από τη μια, όλη αυτή η συνθήκη με την COVID είναι πολύ περίεργη, όπως καταλαβαίνετε, είμαστε όλοι λίγο μουδιασμένοι. Από την άλλη, νομίζω ότι βρίσκομαι σε μια από τις πιο δημιουργικές συνθήκες που έχω βρεθεί. Με όλη τη δυσκολία, πραγματικά νιώθω πολύ τυχερή που βρίσκομαι σε αυτή τη δουλειά. Και δεν το λέω εύκολα αυτό».
Οι νέες συνθήκες υπό τις οποίες γίνονται τα γυρίσματα έχουν επηρεάσει τη δουλειά σας;
«Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που θα το συνειδητοποιήσουμε μετά από λίγο καιρό. Είναι κάτι τόσο φρέσκο όλο αυτό που ζούμε, αλλά δεν μπορώ να μιλήσω για αυτό σαν εμπειρία. Γιατί για εμένα δεν είναι εμπειρία, συνεχίζουμε να το ζούμε. Οπότε δεν μπορώ να μιλήσω αντικειμενικά και όπως θα ήθελα. Οχι μόνο εγώ, αλλά όλοι μας. Είναι μια καινούργια συνθήκη ζωής πέρα από το κομμάτι της δουλειάς μας».
Παρόμοιες συνθήκες πανδημίας και lockdown έχουμε δει στο σινεμά. Τελικά είναι η ζωή που μιμείται τη τέχνη ή η τέχνη που μιμείται τη ζωή;
«Και η τέχνη και η ζωή «πίνει» το αίμα η μία της άλλης. Πάντα συνέβαινε αυτό. Το «κανάλι» που τα ενώνει δεν πηγαίνει από τη μια πλευρά στην άλλη, αλλά διοχετεύεται σε οχτάρι. Είναι σαν συγκοινωνούντα δοχεία».
Ο καλλιτεχνικός χώρος έχει δεχθεί ένα τεράστιο πλήγμα. Τι σας προβληματίζει περισσότερο αυτή την περίοδο;
«Ο,τι προβληματίζει τον καθένα. Σίγουρα η τέχνη είναι ένας χώρος που βάλλεται έτσι και αλλιώς εδώ και χρόνια. Σε κρίσιμες συνθήκες, ο χώρος, που είναι ήδη βαλλόμενος, είναι αυτός που βάλλεται ακόμα περισσότερο. Ανησυχώ πολύ, αλλά από την άλλη η ζωή πρέπει κάπως να συνεχίσει και τα πράγματα να προσαρμόζονται και σε αυτά τα δεδομένα».
Μήπως είναι μια αφορμή όλο αυτό που ζούμε για να αναθεωρήσουμε κάποια πράγματα και να εκτιμήσουμε όσα θεωρούσαμε δεδομένα;
«Δεν ξέρω. Ο καθένας, νομίζω, παλεύει με τους δικούς του δαίμονες. Δεν υπάρχουν συνταγές που ορίζονται για το σύνολο. Οπως συμβαίνει κάθε φορά που βρισκόμαστε σε μια κρίση. Η κρίση σε φέρνει αντιμέτωπο με τους προσωπικούς σου δαίμονες».

