Στον δημόσιο τομέα και ειδικότερα στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους επικεντρώνεται το πρόβλημα με τις εκκρεμείς συντάξεις, καθώς παραμένουν οι μεγάλες καθυστερήσεις στην έκδοση των συντάξεων ασφαλισμένων δημοσίων υπαλλήλων με ασφαλισμένους να περιμένουν ακόμη και 2,5 χρόνια για να λάβουν τη σύνταξή τους.

Ετσι, την ώρα που ο e-ΕΦΚΑ ανακοίνωσε την εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων συντάξεων για το 2020 – με τις απονομές να φτάνουν τις 29.000 τον Σεπτέμβριο – και την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης των ληξιπρόθεσμων εκκρεμοτήτων κύριων συντάξεων σε δέκα διευθύνσεις του ταμείου, στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους διαπιστώνονται προβλήματα στην έκδοση συντάξεων.

Πολλά λάθη

Παρότι τον μήνα Σεπτέμβριο παρουσιάστηκε πρόοδος στην απονομή συντάξεων και στο Γενικό Λογιστήριο, το πρόβλημα παραμένει καθώς οι εκκρεμότητες ξεπερνούν τις 15.000. Κι αυτό γιατί το αυτοματοποιημένο σύστημα απονομής κύριων συντάξεων σε ένα μεγάλο ποσοστό έχει προκαλέσει πολλά λάθη.

Από τις εκκρεμείς αιτήσεις που απομένουν για να καλυφθεί το σύνολο των ληξιπρόθεσμων αιτήσεων στον δημόσιο τομέα, οι περισσότερες περιπτώσεις αφορούν διαδοχική ασφάλιση. Υπάρχουν μάλιστα και αρκετές που αναφέρονται σε παράλληλη ασφάλιση, άρα χρήζουν πιο προσεκτικού ελέγχου.

Το πρόβλημα έχει εντοπιστεί από τους επικεφαλής στον ΕΦΚΑ και αναμένεται να δοθεί λύση.

Εκδόθηκε το 98%

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΕΦΚΑ, από 1.100.000 αιτήσεις κύριας συνταξιοδότησης που έχουν υποβληθεί από την έναρξη λειτουργίας του εκδόθηκε το 98%.

Επίσης μηδενίστηκαν οι εκκρεμείς κύριες συντάξεις, πλην των διεθνών και των ανελαστικών, για τα έτη 2016, 2017, 2018, 2019 και 2020. Για το 2021 το ποσοστό ολοκλήρωσης αγγίζει το 95,5%, ενώ προς εκκαθάριση εκκρεμούν 8.890 αιτήσεις. Επίσης, έχει εκκαθαριστεί πάνω από το 85% των αιτήσεων συνταξιοδότησης που υποβλήθηκαν μέχρι και το τέλος Ιουνίου 2022, με τις εκκρεμότητες για εκκαθάριση να αγγίζουν τις 17.000 αιτήσεις.

Μεγάλη πρόοδος

Αναφορά στην πρόοδο που έχει σημειωθεί στο θέμα των συντάξεων έκανε ο Πρωθυπουργός κατά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, τονίζοντας ότι «το υπουργείο Εργασίας έχει αποδείξει ότι μπορεί να τηρεί με συνέπεια τα χρονοδιαγράμματα που έχουμε θέσει για πολύ σύνθετα ζητήματα, όπως η εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων των συντάξεων, η οποία βαίνει πια προς την ολοκλήρωσή της», είπε χαρακτηριστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Ο υπουργός Εργασίας κ. Κωστής Χατζηδάκης τονίζει ότι έχουμε φτάσει στο τέλος της διαδρομής όσον αφορά την έκδοση των εκκρεμών κύριων συντάξεων. Υπογραμμίζει ότι έχουν μηδενιστεί οι εκκρεμότητες μέχρι και το 2020 και έχουν μείνει 8.500 εκκρεμείς κύριες συντάξεις το 2021 και 17.000 το 2022, ενώ συμπλήρωσε ότι από τον Ιανουάριο του 2021, που ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο, έχουν εκδοθεί 442.000 κύριες συντάξεις και το 2022 έχει εκκαθαριστεί το 85% των αιτήσεων κύριας συνταξιοδότησης.

Τι απομένει

Με βάση τα στοιχεία Σεπτεμβρίου, οι ληξιπρόθεσμες κύριες συντάξεις που απέμεναν προς εκκαθάριση ανέρχονταν σε 26.000, δηλαδή το 2% του συνόλου των συνταξιοδοτικών αιτήσεων που υποβλήθηκαν από το 2016 μέχρι και τον Ιούνιο του 2022.

Επιπλέον 16.000 ληξιπρόθεσμες κύριες συντάξεις κρίνονται ως ανελαστικές ή εν δυνάμει απορριπτικές και δεν πληρούν τις προϋποθέσεις απονομής για μία σειρά από λόγους (οφειλές που δεν έχουν διευθετηθεί, ανοικτές δικαστικές εκκρεμότητες, μη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, απουσία ιατρικών γνωματεύσεων, κ.ά.).

Τέλος, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Σεπτέμβριος αποδείχθηκε ο καλύτερος Σεπτέμβριος όλων των εποχών για το Ταμείο, καθώς εκδόθηκαν πάνω από 29.000 συνταξιοδοτικές αποφάσεις, αυξημένες κατά 57% σε σχέση με τον αντίστοιχο περυσινό μήνα. Παράλληλα, 10 ακόμα Διευθύνσεις του φορέα σε όλη την Ελλάδα μηδένισαν τις ληξιπρόθεσμες συντάξεις, που πολλές από αυτές εκκρεμούσαν για ένα ή και δύο χρόνια.

Aυξάνονται η εθνική σύνταξη και το ανώτατο όριο

Η αύξηση των συντάξεων το 2023 θα αφορά τόσο το εθνικό όσο και το ανταποδοτικό κομμάτι της σύνταξης. Ως εκ τούτου η εθνική σύνταξη – εφόσον η αύξηση είναι 7% – θα διαμορφωθείστα 411 ευρώ αντί των 384 ευρώ που είναι σήμερα. Αντιστοίχως το ύψος της ανώτατης κυρίας σύνταξης θα διαμορφωθεί στα 4.932 ευρώ από τα 4.608 ευρώ σήμερα. Οι αυξήσεις θα έχουν αναδρομική ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του 2023 και αναμένεται να δοθούν με τη σύνταξη του Φεβρουαρίου, δηλαδή στο τέλος του μηνός Ιανουαρίου.

Το υπουργείο Εργασίας με ενημερωτικό σημείωμα έδωσε απαντήσεις σε διάφορα ερωτήματα που παρέμεναν αναπάντητα.

Αρχικώς ξεκαθάρισε ότι οι ασφαλισμένοι που θα καταστούν συνταξιούχοι το 2023 θα λάβουν αυξημένες αποδοχές συντάξεων αντίστοιχες με την αύξηση της τάξεως του 7% που θα λάβουν οι υφιστάμενοι συνταξιούχοι κατά την 1η Ιανουαρίου 2023.

Επίσης η αύξηση της εθνικής σύνταξης θα «συμπαρασύρει» προς τα πάνω και μια σειρά από μεγέθη τα οποία είναι συνδεδεμένα με την εθνική σύνταξη, όπως το ανώτατο πλαφόν των κύριων συντάξεων, τα κατώτατα όρια των συντάξεων λόγω θανάτου, αλλά και το επίδομα ανασφάλιστων υπερηλίκων.

Πόσοι θα λάβουν

Αύξηση της τάξεως του 7% θα δουν 1.682.116 συνταξιούχοι όλων των τ. Ταμείων και ανεξαρτήτως του είδους της σύνταξης που λαμβάνουν (γήρατος, χηρείας, αναπηρίας).

Από αυτούς το 80%-85% θα δουν ακέραια την αύξηση της τάξεως του 7%, ενώ η πλειονότητα των υπολοίπων θα δει αυξήσεις που θα ξεπερνούν το 6,5%, αναλόγως του ύψους της προσωπικής διαφοράς που διαθέτουν.

Για ένα επιπλέον πλήθος 931.631 συνταξιούχων που έχουν μεγάλη προσωπική διαφορά προκύπτει πως σε ποσοστό 88% θα δουν και αυτοί αυξήσεις στις αποδοχές τους μέσω της κατάργησης της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης (525.456 ωφελούμενοι με μεγάλη προσωπική διαφορά) και μέσω της καταβολής της έκτακτης ενίσχυσης των 250 ευρώ (265.367 ωφελούμενοι). Παράλληλα, θα δουν σημαντική απομείωση της προσωπικής τους διαφοράς.

Η εθνική σύνταξη: Αύξηση θα λάβουν τόσο η εθνική όσο και η ανταποδοτική σύνταξη. Με αύξηση 7%, η εθνική σύνταξη θα διαμορφωθεί στα 411€ το 2023 από 384€ που είναι σήμερα.

Η ανώτατη κύρια σύνταξη: Το πλαφόν των συντάξεων είναι πολλαπλάσιο (12πλάσιο) της εθνικής σύνταξης. Επομένως, από 1/1/2023 και με αύξηση 7% το πλαφόν θα διαμορφωθεί στα 4.932 ευρώ.

Τέλος, αυξήσεις της τάξεως του 7% θα λάβουν και οι συνταξιούχοι (100.000 περιπτώσεις) των οποίων δεν έχει – ακόμη – ολοκληρωθεί ο επανυπολογισμός των συντάξεων.